Η ΕΚΤ, όπως αποδεικνύεται έμπρακτα και για τους πλέον δύσπιστους, κατέχει πλέον εργαλεία ικανά να «συστήσουν» - ή για την ακρίβεια να διευκολύνουν ή να επιβάλουν- την οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων. Ιδιαίτερα για την περίοδο που αρχίζει με τον σχεδιασμό του προϋπολογισμού του 2023.
Μέχρι σήμερα, με μοναδική εξαίρεση την Ελλάδα το 2011 – 12 και την Ιταλία το 2011, η παρέμβασή της στόχευε μόνο στο σκέλος της (νομισματικής/πιστωτικής) διευκόλυνσης.
Απόδειξη το γεγονός ότι ακόμα και στις πρωτοφανείς τρέχουσες συνθήκες, οι αποδόσεις των ομολόγων της Ιταλίας και της Ελλάδας, των δύο περισσότερο χρεωμένων χωρών της Ευρωζώνης, παραμένουν - έστω και ελάχιστα - κάτω από το 3%. Και τα spreads κρατιούνται σταθερά κάτω του 2,5%.
Στο κρίσιμο δίμηνο Ιουνίου – Ιουλίου, ήτοι σε μία συγκυρία κορύφωσης των πληθωριστικών πιέσεων, αντιστροφής της νομισματικής πολιτικής και με σαφή την απειλή της ύφεσης μέσα σε ένα επιδεινούμενο ενεργειακό και γεωπολιτικό περιβάλλον, οι αποδόσεις όχι μόνο δεν ανέβηκαν, όπως κανονικά θα περίμενε κανείς, αλλά αντίθετα έπεσαν από τα «ψηλά» του 3,3% - 3,4% που είχαν προς στιγμή φτάσει.
Αυτό όπως αποδείχτηκε ήταν το αποτέλεσμα της ενεργοποίησης της απόφασης «ελαστικής» χρήσης της επανεπένδυσης των λήξεων του PEPP από τις 20 Ιούνη μέχρι τις 20 Ιούλη.
Τι έκανε η ΕΚΤ τον Ιούλιο
Στο διάστημα αυτό όπως αποδεικνύουν τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΚΤ, οι λήξεις στα γερμανικά, γαλλικά και ολλανδικά ομόλογα χρησιμοποιήθηκαν από την διαχείριση της ΕΚΤ για να αγοραστούν ιταλικά, ισπανικά και ελληνικά ομόλογα...
Ετσι διατηρήθηκαν οι αποδόσεις εκεί που η ΕΚΤ θεώρησε σκόπιμο...
Τι θα συμβεί αν η ΕΚΤ αφήσει τις αγορές... ελεύθερες να κρίνουν το αν η δημοσιονομική πολιτική, δηλαδή ο Προϋπολογισμός της νέας (25 Σεπτέμβρη) κυβέρνησης της Ιταλίας είναι... αυτός που πρέπει, ή ανάλογα της νέας κυβέρνησης στην Ελλάδα μετά τις εκλογές που κάποια στιγμή το αργότερο μέχρι την άνοιξη του 2023 θα γίνουν;
Με άλλα λόγια τι θα κάνει η ΕΚΤ για να υποχρεώσει τις κυβερνήσεις να ακολουθήσουν τη «γραμμή» της, στη συγκρότηση των Προϋπολογισμών του 2023, που διαμορφώνονται τους λίγους επόμενους μήνες;
Αρκεί και μόνο να μη ενεργοποιήσει την ελαστική χρήση του προγράμματος επανεπένδυσης των λήξεων του PEPP. Και να αφήσει τις αγορές να... εκφραστούν με τις γνωστές συνέπειες για το κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους των ενδιαφερόμενων υπερχρεωμένων χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου.
Και για να γίνει αυτό δεν χρειάζεται μόνο να το αποφασίσει το ΔΣ της ΕΚΤ, αλλά και να μη... διαμαρτυρηθούν, εκείνοι των οποίων τα κεφάλαια - από τις λήξεις των ομολόγων τους - χρησιμοποιούνται για την στήριξη των υπερχρεωμένων χωρών της Ευρωζώνης. Δηλαδή της Γερμανίας, της Ολλανδίας, της Γαλλίας, όπως έγινε μεταξύ 20 Ιουνίου και 20 Ιουλίου... για να αγοραστούν ομόλογα της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Ελλάδας.
Οι συστάσεις
Όπως διευκρίνισε αρμόδιος παράγοντας με εμπλοκή στο ευρωπαϊκό σύστημα κεντρικών τραπεζών, στο inisder.gr, σε σχετική ερώτηση, «Η ΕΚΤ έχει την δυνατότητα σιωπηρά, μέσω της διαχείρισης των κεφαλαίων επανεπένδυσης των λήξεων του PEPP, να υποχρεώσει τις κυβερνήσεις σε μία συνετή όσον αφορά τα ελλείμματα και το χρέος πολιτική εν όψη του 2023. Αν οι κυβερνήσεις δεν “ακούσουν” τις συστάσεις της ΕΚΤ θα “ακούσουν” τις αγορές και αυτό θα είναι πολιτικά εξαιρετικά οδυνηρό μέσα στην τρέχουσα συγκυρία...».
Με δεδομένο μάλιστα ότι οι αγορές θα συγκρίνουν τις επιδόσεις των προϋπολογισμών που θα συνταχθούν, με τους στόχους που θα έχουν τεθεί, «υπάρχει ο κίνδυνος οι αντιδράσεις να είναι εξαιρετικά άσχημες καθώς είναι μάλλον βέβαιο ότι η οικονομία της Ευρωζώνης το 2023 θα γνωρίσει σημαντική επιβράδυνση... Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αναθεώρηση των κανόνων που έχει μεσολαβήσει από τους Οίκους Αξιολόγησης έχει αναβαθμίσει την αποτίμηση του ρόλου των Κεντρικών Τραπεζών».
Το πρώτο παράδειγμα αυτής της νέας πραγματικότητας, σύμφωνα με τον ίδιο παράγοντα, θα το έχουμε με την νέα κυβέρνηση της Ιταλίας, «όποια και αν είναι αυτή...».