Την ικανοποίησή του εξέφρασε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, για τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού για το 7μηνο του 2022, μιλώντας στην ΕΡΤ, διευκρινίζοντας ωστόσο πως δεν χρειάζεται ενθουσιασμός.
Όπως σημείωσε ο υπουργός, η πορεία των εσόδων είναι καλύτερη από τις αρχικές εκτιμήσεις, τόνισε ωστόσο ότι υπάρχουν λόγοι που δεν έχουν μόνιμα χαρακτηριστικά. Εξήγησε ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι εισπράχθηκαν έσοδα (μεγάλο μέρος του ΕΝΦΙΑ και της επιστρεπτέας προκαταβολής) τα οποία είχε προϋπολογιστεί να εισπραχθούν τους επόμενους μήνες και ως εκ τούτου δεν θα... επαναληφθούν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 50% του ΕΝΦΙΑ που έχει ήδη εισπραχθεί μπορούσε να πληρωθεί σε 10 δόσεις μέχρι και το τέλος του Φεβρουαρίου του 2023. Ο προϋπολογισμός του περασμένου Δεκεμβρίου προέβλεπε ότι ο βασικός φόρος για τα ακίνητα θα άρχιζε να αποπληρώνεται από τον Σεπτέμβριο, όπως και τις προηγούμενες χρονιές, αλλά τελικώς άρχισε να εισπράττεται από το τέλος Μαΐου, με πολλούς υπόχρεους να καταβάλλουν μάλιστα εφάπαξ το φόρο. Από τα 1,1 δισ. ευρώ (σε σύνολο 2,24 δισ. ευρώ) που έχει εισπράξει ήδη το υπουργείο Οικονομικών μέχρι και το τέλος Ιουλίου, τα 600 εκατ. ευρώ, αποτελούν εφάπαξ εξόφληση του φόρου μετά τη μείωση που εφαρμόζεται από φέτος.
Ειδικά για την επιστρεπτέα ο κ. Σταϊκούρας ανέφερε ότι 245.000 επιχειρήσεις επέστρεψαν το σύνολο των οφειλών τους (περίπου 1 δισ. ευρώ) λόγω της έκπτωσης του 15%, καθώς κατέβαλαν όλο το ποσό.
Ο κ. Σταϊκούρας υπογράμμισε πάντως ότι υπάρχουν και άλλοι λόγοι που οδήγησαν στη σημαντική υπέρβαση των εσόδων. Πρόκειται για την καλή πορεία της οικονομίας με αιχμή τις επενδύσεις και τον τουρισμό.
Με βάση τις δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών μέχρι και το τέλος Ιουλίου, ο τουρισμός είχε φτάσει στο 88% του τζίρου του 2019, δηλαδή τα 16 δισ. ευρώ. Το υπουργείο Οικονομικών εκτιμούσε ότι για το σύνολο της τουριστικής περιόδου, ο τουρισμός θα ανακτούσε το 80% του τζίρου- ρεκόρ που είχε καταγράψει την χρονιά πριν από την πανδημία (περίπου 15 δισ. ευρώ). Μέχρι στιγμής, η πρόβλεψη αυτή σημειώνει υπέρβαση κατά 1 δισ. ευρώ.
Για τις επενδύσεις είπε ότι «τρέχουν» με διψήφιο ρυθμό αύξησης και η συμβολή τους στην ανάπτυξη της οικονομίας είναι σημαντική.
Με αφορμή της έξοδο της Ελλάδας από την ενισχυμένη εποπτεία από τις 20 Αυγούστου, και την ένταξή της στην ευρωπαϊκή κανονικότητα, δεν παρέλειψε να επαναλάβει ότι χρειάζεται «προσοχή και σύνεση» στη διαχείριση των δημοσιονομικών καθώς η οικονομία έχει ακόμα πρωτογενή ελλείμματα, δηλαδή περισσότερες δαπάνες από έσοδα, και αυτό θα πρέπει να ισορροπήσει το 2023 με την επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα.
Στο σημείο αυτό ανέφερε ότι η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της υγειονομικής και ενεργειακής κρίσης έχει διαθέσει συνολικά μέχρι τώρα 50 δισ. ευρώ για τη λήψη μέτρων στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. «Ο πολίτης ωφελήθηκε, βοηθήθηκε και ενισχύθηκε με τη σημερινή κυβέρνηση» τόνισε και πρόσθεσε: « κάναμε το βέλτιστο για να στηρίξουμε τον πολίτη χωρίς να δημιουργηθεί μακροπρόθεσμα πρόβλημα στην ελληνική οικονομία. Οι ανάγκες είναι πολλές αλλά οι πόροι περιορισμένοι».
Ως κορυφαίο στόχο της οικονομικής πολιτικής την επόμενη χρονιά, έθεσε την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδα, ενώ για την «ευρωπαϊκή κανονικότητα» σημείωσε ότι αυτό δεν σημαίνει ότι κάνουμε ότι θέλουμε. «Αυτό δεν σημαίνει δημοσιονομική ανευθυνότητα. Ο όποιος δημοσιονομικός χώρος δημιουργηθεί θα επιστραφεί στην κοινωνία», πρόσθεσε.