Οι πολίτες αρέσκονται στα τυχερά παίγνια είτε τα αποφεύγουν ανάλογα με την υποκειμενική αντίληψη που έχουν για τον οικονομικό κίνδυνο ανεξάρτητα από το κοινωνικοοικονομικό τους προφίλ.
Αυτό προκύπτει από πανελλαδική έρευνα της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων που διενεργήθηκε τον Μάρτιο του 2022 με αντικείμενο την καταγραφή των χαρακτηριστικών και της συμπεριφοράς των παικτών τυχερών παιγνίων.
Η έρευνα σχεδιάστηκε από την ΕΕΕΠ και υλοποιήθηκε από καταξιωμένη εταιρεία δημοσκοπήσεων και έρευνας αγοράς. Το δείγμα ανήλθε σε 3.134 άτομα στο σύνολο της επικράτειας, με επιστημονικά τεκμηριωμένη στρωματοποίηση και περιέλαβε όλες τις κατηγορίες πολιτών με βάση το κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά (φύλο, ηλικία, επίπεδο μόρφωσης, είδος απασχόλησης, εισόδημα και λοιπά). Το ερωτηματολόγιο δομήθηκε με μεθοδολογικά άρτιο τρόπο και κάλυψε όλες τις πτυχές της συμπεριφοράς των ερωτώμενων σε σχέση με τα τυχερά παιχνίδια (λόγου χάρη ποια τυχερά παίγνια γνωρίζουν, εάν και με ποια συχνότητα παίζουν, ποσά που παίζουν, χρόνο που αφιερώνουν στα τυχερά παιχνίδια και λοιπά).
Με βάση τα αποτελέσματα της έρευνας έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να διερευνηθεί η σχέση μεταξύ των κοινωνικοοικονομικών χαρακτηριστικών και της παικτικής συμπεριφοράς. Με άλλα λόγια τι κάνει τους Έλληνες να αρέσκονται στα τυχερά παίγνια ή να τα αποφεύγουν. Είναι η μόρφωση, το εισόδημα, το είδος απασχόλησης και ούτω καθεξής, οι παράγοντες που επιδρούν σημαντικά στην επιλογή αυτή ή όχι;
Η απάντηση δίνεται από τη στατιστική ανάλυση και συγκεκριμένα με τον έλεγχο ανεξαρτησίας μεταξύ των διαφόρων χαρακτηριστικών. Οι συνδυασμοί είναι πολλοί, ωστόσο σε όλες τις περιπτώσεις τα αποτελέσματα ήταν στατιστικά ασήμαντα γεγονός που σημαίνει ότι η παικτική συμπεριφορά δεν σχετίζεται με τα κοινωνικοοικονομικό προφίλ.
Χαρακτηριστικά είναι τα δύο διαγράμματα που δείχνουν τη σχέση μεταξύ της οικονομικής κατάστασης του νοικοκυριού με το χρόνο και τα χρήματα που ξοδεύουν στα τυχερά παίγνια.
Παρατηρείται ότι τα ποσοστά ανά εβδομαδιαίο χρόνο και ποσό χρημάτων που αφιερώνουν οι παίκτες τα τυχερά παίγνια δεν διαφοροποιούνται σημαντικά μεταξύ των τεσσάρων κατηγοριών των οικονομικών του νοικοκυριού.
Συγκεκριμένα:
- Το μεγαλύτερο ποσοστό των Ελλήνων παικτών παίζουν μηνιαίως έως 9 ευρώ. Συγκεκριμένα για τα νοικοκυριά που βγάζουν αρκετά χρήματα ώστε να τους περισσεύουν στο τέλος του μήνα το 65,6% παίζει έως 9 ευρώ. Για όσους βγάζουν αρκετά χρήματα ώστε να περνάνε άνετα το μήνα το ποσοστό αυτό είναι 61,2%, για όσους βγάζουν τόσα χρήματα ώστε μετά δυσκολίας να περνάνε το μήνα το ποσοστό που παίζει έως 9 ευρώ το μήνα φτάνει το 60,3% , ενώ για όσους τα χρήματα που βγάζουν δεν επαρκούν για τις ανάγκες του μήνα το ποσοστό φτάνει το ποσοστό φτάνει το 66,4%.
- Πολύ μικρότερα είναι τα ποσοστά που ξοδεύουν από 10 έως 50 ευρώ μηνιαίως. Για όσους βγάζουν αρκετά χρήματα ώστε να τους περισσεύουν στο τέλος του μήνα το ποσοστό είναι 23,7%, για όσους βγάζουν αρκετά χρήματα ώστε να περνάνε άνετα το μήνα είναι 28,3%, για όσους βγάζουν τόσα χρήματα ώστε μετά δυσκολίας να περνάνε το μήνα το ποσοστό φτάνει στο 28,8% και για όσους βγάζουν χρήματα που δεν επαρκούν για τις ανάγκες του μήνα το ποσοστό διαμορφώνεται στο 24,3%.
- Από 50 έως 100 ευρώ το μήνα παίζουν: το 5,3% αυτών που βγάζουν αρκετά χρήματα ώστε να τους περισσεύουν στο τέλος του μήνα, το 5,4% όσων βγάζουν αρκετά χρήματα ώστε να περνάνε άνετα το μήνα, το 6,1% όσων βγάζουν τόσα χρήματα ώστε μετά δυσκολίας περνάνε το μήνα και το 7,1% όσων τα χρήματα που βγάζουν δεν επαρκούν για τις ανάγκες του μήνα.
- Από 100 έως 300 ευρώ το μήνα παίζει το 1,5% όσων βγάζουν αρκετά χρήματα ώστε να τους περισσεύουν στο τέλος του μήνα, το 3,2% όσων βγάζουν αρκετά χρήματα ώστε να περνάνε άνετα το μήνα, το 3,7% όσων βγάζει τόσα χρήματα ώστε μετά δυσκολίας να περνάω το μήνα και το 1,2% όσων τα χρήματα που βγάζουν δεν επαρκούν για τις ανάγκες του μήνα.
- Από 300 ευρώ και πάνω παίζουν το 3,8% τις 100 όσων βγάζουν αρκετά χρήματα ώστε να τους να περισσεύουν στο τέλος του μήνα, το 1,8% όσων βγάζουν αρκετά χρήματα ώστε να περνάνε αρκετά άνετα το μήνα, το 1,3 όσων βγάζουν τόσα χρήματα ώστε μετά δυσκολίας να περνάνε το μήνα και το 1% πού παίζει πόσα πάνω από 300 ευρώ είναι όσοι τα χρήματα που βγάζουν δεν επαρκούν για τις ανάγκες του μήνα.
Το μεγαλύτερο ποσοστό που κυμαίνεται από 86,4% ξοδεύει έως μία ώρα εβδομαδιαίως παίζοντας τυχερά παιχνίδια. Το 5,9% έως και το 7,9% παίζει μία έως τρεις ώρες εβδομαδιαίως, το 3,4% παίζει 11 έως 20 ώρες την εβδομάδα, το 1,7% παίζει 4 έως 5 ώρες την εβδομάδα και 6 έως 10 ώρες την εβδομάδα και πάνω από 20 ώρες παίζει ποσοστό από 1,5% και κάτω.
Τα ποσοστά αυτά έχουνε μικρές διαφοροποιήσεις αναλόγως την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού ακόμα και όταν ακόμα και όταν τα χρήματα που βγάζουν δεν επαρκούν για τις ανάγκες του μήνα τους.
Κατά συνέπεια οι διαφορές που παρατηρούνται είναι τυχαίες και οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τόσο ο εβδομαδιαίος χρόνος όσο και το ποσό των χρημάτων που ξοδεύουν οι παίκτες στα τυχερά παιχνίδια δεν εξαρτώνται από τα οικονομικά του κοινωνικού νοικοκυριού.
Ανάλογα αποτελέσματα σημειώθηκαν και από τις συσχετίσεις με τα λοιπά χαρακτηριστικά, εισοδηματική τάξη, επίπεδο μόρφωσης, είδος επαγγέλματος και λοιπά.
Ο λόγος που τα τυχερά παιχνίδια γίνονται ελκυστικά σε κάποιον ή το αντίθετο σύμφωνα με μία βάσιμη επιστημονικά υπόθεση είναι η ιδιοσυγκρασία των ανθρώπων. Για παράδειγμα αντίστοιχα προφίλ συναντώνται στο χώρο των επενδύσεων. Υπάρχουν οι ριψοκίνδυνοι επενδυτές που αναζητούν τον κίνδυνο (risk seekers), αλλά και οι συντηρητικοί επενδυτές που αποφεύγουν τον κίνδυνο (risk avoiders).
Ανάλογες ιδιοσυγκρασιακές παράμετροι προκύπτει ότι ισχύουν και στα τυχερά παίγνια δεδομένου ότι η επιλογή του χρόνου και του τρόπου της ενασχόλησης με αυτά φαίνεται να είναι υποκειμενική και να συναντάται κατά κύριο λόγο με την αντίληψη που έχουν τα άτομα για τον οικονομικό κίνδυνο και όχι με κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες όπως η μόρφωση, το εισόδημα, το επάγγελμα και λοιπά.