Οι κυρώσεις και το πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο κρατούν σε εγρήγορση την παγκόσμια αγορά, η οποία φαίνεται να αναβάλει για αργότερα τη λήψη αποφάσεων για θέματα παραγωγής και προμήθειας. Προτεραιότητα αυτή τη στιγμή είναι να σφυγμομετρήσει τον αντίκτυπο των διπλών μέτρων κατά της Ρωσίας με τα κράτη να περιμένουν να χαρτογραφήσουν την πορεία των συναλλαγών με τη Μόσχα, τον τρόπο που η χώρα θα αντιδράσει στο πλαφόν αλλά και τη ζήτηση όπως αυτή διαμορφώνεται εν μέσω ζοφερών εκτιμήσεων για την πορεία της οικονομίας.
Την Κυριακή, τα πετρελαιοπαραγωγά κράτη-μέλη του ΟΠΕΚ+ αποφάσισαν να διατηρήσουν τις ποσοστώσεις παραγωγής τους, δηλαδή τη μείωση της παραγωγής κατά 2 εκατ. βαρέλια την ημέρα έως τις αρχές του επόμενου έτους. Πρόκειται για μια απόφαση η οποία συμφέρει μεν την Ρωσία, η οποία ούτως ή άλλως επιθυμούσε να μειώσει την παραγωγή, αλλά από την άλλη, δυναμιτίζει το κλίμα στην αγορά την ώρα που τίθενται σε εφαρμογή οι κυρώσεις κατά του ρωσικού αργού. Η αβεβαιότητα που επικρατεί κυρίως για το εάν η Ρωσία θα δεχθεί να πουλήσει υπό το καθεστώς του πλαφόν σε συνδυασμό με μια πιο σφιχτή αγορά δημιουργούν ένα εκρηκτικό συνδυασμό που θα μπορούσε να οδηγήσεις σε ράλι το πετρέλαιο.
Μάλιστα, κάποιοι διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι η απόφαση του ΟΠΕΚ+ συντελεί στο να καταστεί αναποτελεσματικό και το πλαφόν που επέβαλαν οι χώρες της Δύσης στο ρωσικό πετρέλαιο. Αλλά και η βούληση του καρτέλ να λάβει «επιπλέον μέτρα» αν χρειαστεί ανά πάσα στιγμή, όπως δήλωσε την Κυριακή, ενισχύει επίσης ην αβεβαιότητα στην αγορά.
«Εάν οι αγορές κινηθούν αρνητικά, ο ΟΠΕΚ+ θα παρέμβει», δήλωσε ο Κρίστιαν Μάλεκ στην JPMorgan. «Έχει καταστήσει σαφές ότι θέλει να εξισορροπήσει την αγορά προληπτικά».
Οι έμποροι εξακολουθούν να αναμένουν ότι οι εξαγωγές πετρελαίου της Ρωσίας θα μειωθούν τους επόμενους μήνες, εκτιμώντας ότι θα μπορούσε να δυσκολευτεί στο να βρει αρκετούς νέους αγοραστές εκτός ΕΕ.
Ο Ρώσος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Αλεξάντερ Νόβακ επανέλαβε την Κυριακή ότι η Μόσχα δεν θα εξάγει πετρέλαιο που υπόκειται σε οποιοδήποτε ανώτατο όριο τιμών που επιβάλλει η Δύση, «ακόμα και αν χρειαστεί να μειώσουμε κάπως την παραγωγή».
Ο βαθμός μείωσης των ρωσικών εξαγωγών πετρελαίου μπορεί να καθορίσει εάν οι τιμές του θα εκτοξευθούν ή θα βυθιστούν το 2023. Παραγωγοί όπως ο ΟΠΕΚ+ ανησυχούν επίσης για την επιβράδυνση της ζήτησης εάν οι μεγάλες οικονομίες πέσουν σε ύφεση. Πάντως, μέχρι στιγμής, οι τιμές του πετρελαίου δεν έχουν αυξηθεί, όπως φοβούνταν οι δυτικοί καταναλωτές από τον Οκτώβριο, με το Brent να διατηρείται περίπου στα 85 δολάρια το βαρέλι - περίπου στο επίπεδο που διαπραγματευόταν πριν από τη μείωση του ΟΠΕΚ + και πολύ κάτω από τα υψηλά που κατέγραψε αμέσως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όταν εκτινάχθηκε σε πάνω από 120 δολάρια το βαρέλι.