Υπέρ των εταιρειών διαχείρισης, νομιμοποιώντας τις να διενεργούν πλειστηριασμούς για λογαριασμό των επενδυτών (funds) που έχουν αγοράσει τα κόκκινα δάνεια, τάχθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.
Με συντριπτική πλειοψηφία 56 Αρεοπαγιτών έναντι 9 που μειοψήφισαν, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε διάσκεψή της, αποφάσισε ότι οι εταιρείες διαχείρισης μπορούν να διενεργούν όλες τις πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένων και των πλειστηριασμών, με βάση τον νόμο του 2003. Κατόπιν αυτού, «ξεπαγώνουν» πλειστηριασμοί που είχαν ξεκινήσει από εταιρείες διαχείρισης και απελευθερώνεται ο δρόμος για μελλοντικά μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, διασφαλίζοντας την ομαλή υλοποίηση των επιχειρησιακών σχεδίων για τις ανακτήσεις από κόκκινα δάνεια και θωρακίζοντας συνεπώς τις κρατικές εγγυήσεις που έχουν δοθεί μέσω του «Ηρακλή», από τον κίνδυνο κατάπτωσης και επιβάρυνσης του δημόσιου χρέους και των Ελλήνων φορολογουμένων.
Το θέμα είχε ανακύψει κατόπιν ανακοπών οφειλετών έναντι πλειστηριασμών που είχαν εκκινήσει Servicers με βάση τον νόμο του 2003, οδηγώντας σε μία αρνητική απόφαση ( την ΑΠ 822/2022, τον περασμένο Οκτώβριο) για την νομιμοποίηση των τελευταίων από Τμήμα του Αρείου Πάγου. Στον αντίποδα, ωστόσο, υπήρχαν 12 άλλες αποφάσεις Τμημάτων του Ανωτάτου Δικαστηρίου υπέρ της νομιμοποίησης των Servicers. Παρά ταύτα, η μία αρνητική απόφαση πάγωσε τους πλειστηριασμούς, ενώ το Υπουργείο Οικονομικών απέφυγε να προβεί σε ερμηνευτική διάταξη του νόμου. Λόγω της σπουδαιότητάς του, το θέμα του «παγώματος» των πλειστηριασμών είχε τεθεί από τους Servicers στον υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα. Ο τελευταίος, μιλώντας στη Βουλή, ωστόσο, είχε αρνηθεί να παρέμβει στην διαδικασία, παραπέμπτοντας τις αποφάσεις στον Άρειο Πάγο.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου κλήθηκε να αποφανθεί για το θεσμικό κενό μεταξύ των δύο νόμων – του 3156/2003 και του 4904/2015 -, στις 26 Ιανουαρίου. Στην συνεδρίαση αυτή η εισήγηση του Εισαγγελέα του ΑΠ ήταν υπέρ της νομιμοποίησης των εταιρειών διαχείρισης να διενεργούν πλειστηριασμούς για λογαριασμό των επενδυτών που τους έχουν αναθέσει την διαχείριση απαιτήσεων. Η εισήγηση αυτή έγινε σήμερα δεκτή από τη διάσκεψη της Ολομέλειας του ΑΠ που αποφάνθηκε ότι οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων των funds, οι οποίοι εδρεύουν στην Ελλάδα μπορούν να ενεργούν δικαστικές πράξεις και να προβαίνουν σε πλειστηριασμούς με τη δική τους επωνυμία και όχι ως πληρεξούσιοι των funds.
Σημειώνεται ότι το σκεπτικό της απόφασης ΑΠ 822/2022 με την οποία είχαν μπλοκαριστεί οι πλειστηριασμοί είχε στηριχθεί στο ότι η παρεμβαίνουσα εταιρεία διαχείρισης δεν μπορεί να επιδιώξει την εκπλήρωση της ένδικης απαίτησης στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρείας που κατέστη δικαιούχος της απαίτησης με εκχώρηση (επενδυτής – fund), αφού ο νόμος 3156/2003 για τις τιτλοποιήσεις δεν απονέμει στην εταιρεία διαχείρισης την ιδιότητα του κατ’ εξαίρεση νομιμοποιούμενου διαδίκου, όπως συμβαίνει ρητά στον νόμο για τα κόκκινα δάνεια (4354/2015). Ειδικότερα, ο νόμος 4354/ 2015 προέβλεπε την ειδική νομιμοποίηση στους servicers, ώστε να μπορούν να πραγματοποιούν διαδικαστικές πράξεις αντί του δικαιούχου της απαίτησης (fund), αλλά με ειδικές προϋποθέσεις ενημέρωσης και φορολογία κατά το ελληνικό δίκαιο.
Το «πάγωμα» των πλειστηριασμών από τους Servicers που έφερε η εν λόγω απόφαση του 822/2022 του Α.Π., καθώς και οι επαπειλούμενες ανακοπές για την ακύρωση πραγματοποιηθέντων πλειστηριασμών, είχαν επιτείνει τις ανησυχίες των διαχειριστών κόκκινων δανείων για την υλοποίηση των επιχειρησιακών πλάνων τους για τις ανακτήσεις από τις τιτλοποιήσεις του «Ηρακλή». Ειδικά, μάλιστα, σε μια περίοδο που η Eurostat έχει εγείρει ζήτημα προεγγραφής των κρατικών εγγυήσεων για τιτλοποιήσεις στο δημόσιο χρέος.