Η κατάσταση στη Δικαιοσύνη της Ελλάδας είναι ένα σημαντικό πρόβλημα για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων στη χώρα μας, αναφέρει στο insider.gr η γνωστή οικονομολόγος Μέγκαν Γκριν.
Η ίδια σημειώνει ποιες θα πρέπει να είναι οι προτεραιότητες που θα πρέπει να έχει η νέα κυβέρνηση που θα αναδειχθεί από τις επικείμενες εθνικές εκλογές και υπογραμμίζει πως η περίπτωση του πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ, Ανδρέα Γεωργίου, στέλνει αποτρεπτικά μηνύματα για τους ξένους επενδυτές που θέλουν να «πατήσουν» στην Ελλάδα.
Για τη διεθνή οικονομία, η κ. Γκριν προβλέπει πως οι ΗΠΑ θα εισέλθουν σε ύφεση εντός του 2023, εκτιμώντας παράλληλα πως πιθανά η Ευρωζώνη θα «γλιτώσει» από μια τέτοια εξέλιξη. Ακόμα, μιλά για τις διαφορές που υπάρχουν στο πλαίσιο λειτουργίας των κεντρικών τραπεζών στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Επιπλέον, η γνωστή οικονομολόγος θεωρεί ως «αναπόφευκτο» τον ερχομό των ψηφιακών νομισμάτων από τις κεντρικές τράπεζες, ενώ εκφράζει τις επιφυλάξεις της για το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός κοινού νομίσματος μεταξύ της Βραζιλίας και της Αργεντινής.
*Η κ. Γκριν ειδικεύεται στις χρηματοπιστωτικές, μακροοικονομικές εξελίξεις και πολιτικές, με σημαντική ακαδημαϊκή παρουσία. Η ίδια είναι επικεφαλής οικονομολόγος για την παγκόσμια οικονομία στο ινστιτούτο Κρολ και Senior Fellow στο ινστιτούτο Γουότσον για τα Διεθνή και Δημόσια Ζητήματα στο πανεπιστήμιο Μπράουν. Παράλληλα, φιλοξενείται συχνά σε ΜΜΕ όπως το Bloomberg, το CNBC, το BBC και το NPR.
Η κ. Γκριν θα συμμετέχει στο 8ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών που θα πραγματοποιηθεί 26 με 29 Απριλίου στους Δελφούς.
Αναλυτικά, η συνέντευξη της κ. Γκριν:
Με δεδομένα τα τελευταία οικονομικά στοιχεία για τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, φαίνεται πως και οι δύο περιοχές πρόκειται να αποφύγουν την ύφεση για το 2023; Συμφωνείτε με αυτή την πρόβλεψη; Επίσης, πως η διαφορά μεταξύ μια παρολίγον ύφεσης και μια αναιμικής ανάπτυξης αποτυπώνεται στο πραγματικό εισόδημα των καταναλωτών;
Εκτιμώ πως οι ΗΠΑ θα παρουσιάσουν ύφεση στο β' μισό αυτού του χρόνου, ενώ υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα αποφυγής της ύφεσης στην Ευρωζώνη. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρωζώνη έχουν «χωνέψει» τις πολύ επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων καλύτερα από αυτό που ανέμεναν οι οικονομολόγοι. Στην Ευρώπη, αυτό οφείλεται εν μέρει στον θερμότερο καιρό, που σημαίνει πως τα αυξημένα ενεργειακά κόστη αποτελέσαν μικρότερο βαρίδι για την ανάπτυξη. Ο μηχανικός μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής φαίνεται να λειτουργεί και στις δύο περιοχές μέσω των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών - τα spreads πίστωσης έχουν αυξηθεί και η πιστωτική ζήτηση έχει «μαλακώσει».
Αλλά αυτό δεν λειτουργεί καθόλου όπως αναμενόταν στην πραγματική οικονομία. Αυτό οφείλεται κυρίως στην ισχυρότερη του αναμενομένου αγοράς εργασίας. Μια πιθανή αιτία είναι το labor hoarding (σ.σ., η διατήρηση προσωρινώς υπεράριθμου προσωπικού για την αντιμετώπιση αυξημένων μελλοντικών αναγκών). Οι επιχειρήσεις αντιμετώπισαν μεγάλες δυσκολίες στις προσλήψεις κατά το εκ νέου άνοιγμα της οικονομίας και τώρα είναι απρόθυμες να κάνουν απολύσεις υπό τον φόβο επαναπρόσληψης προσωπικού μόλις τελειώσει η ύφεση. Εάν η ύφεση είναι μικρή και «ρηχή», ελπίζουν πως θα μπορέσουν να κρατήσουν τους εργαζόμενους στους ισολογισμούς τους μέχρι την επιστροφή της ανάπτυξης.
Καθώς τα επιχειρηματικά κέρδη αρχίζουν να συρρικνώνονται στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, οι επιχειρήσεις μπορεί να εκμεταλλευτούν αυτή την εξέλιξη και να αποφασίσουν να απολύσουν εργαζόμενους. Καθώς οι εργαζόμενοι θα χάνουν τις δουλειές τους ή θα γνωρίζουν κόσμο που απολύεται, θα περικόψουν έξοδα και αυτό θα οδηγήσει σε ύφεση.
Η πρόκληση για τους οικονομολόγους συντελείται σε αυτό: δεν ξέρουμε πώς να προσμετρήσουμε το labor hoarding και δεν ξέρουμε πώς να προβλέψουμε πότε μπορεί να σταματήσει. Τα μακροοικονομικά δεδομένα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη φαίνονται πολύ καλύτερα απ' ότι πριν από μόλις δύο μήνες. Αλλά, θα είναι πολύ ασυνήθιστο για τις τόσες επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων να μην προκαλέσουν μια σημαντική επιδείνωση στην αγορά εργασίας και μια ύφεση.
Πιστεύετε πως υπάρχει περίπτωση για την ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) να αναστρέψει τη σημερινή πολιτική της και να προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων της εντός του 2023;
Η Fed έχει δείξει πως θα συνεχίζει τις αυξήσεις των επιτοκίων της για τα καλά μέχρι να φτάσουν σε περιοριστικό περιβάλλον και θα διατηρήσει τα υψηλά επιτόκια για τους επόμενους 6 μήνες. Οι αγορές αγνοούσαν αυτές τις ενδείξεις, κοστολογώντας μειώσεις των επιτοκίων.
Υπό το πρίσμα της πολύ ισχυρής αγοράς εργασίας και των στοιχείων για την κατανάλωση τον Ιανουάριο, οι επενδυτές έχουν αρχίσει να αγοράζουν τη «γραμμή» της Fed. Πιστεύω πως είναι αρκετά απίθανο να δούμε μειώσεις επιτοκίων από την Fed αυτό το έτος. Η Fed έμαθε από την εμπειρία που είχε από τη νομισματική πολιτική του «σταμάτα/ξεκίνα» στην δεκαετία του 1980. Θα προτιμήσει να αυξήσει κατά πολύ τα επιτόκια τώρα και να ρισκάρει μια ύφεση στην οικονομία από το να μην αυξήσει τα επιτόκια αρκετά, έχοντας ένα πληθωρισμό που συνεχίζει να αυξάνεται και ενόψει περαιτέρω αυξήσεων για να εξαλείψει τον πληθωρισμό.
Το τελευταίο σενάριο θα μπορούσε να προκαλέσει βαθύτερη ύφεση και περισσότερο ανθρώπινο πόνο.
Οι ιθύνοντες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, μαζί με την διοικήτρια της, Κριστίν Λαγκάρντ, έχουν συχνά μιλήσει για τα διαφορετικά χρηματοπιστωτικά περιβάλλοντα που έχουν η Ευρωζώνη και οι ΗΠΑ. Κατά την άποψη σας, ποιες είναι οι διαφορές στο χρηματοπιστωτικό πλαίσιο εντός του οποίου λειτουργούν η ΕΚΤ και η Fed;
Η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρωζώνης σε όρους χρηματοπιστωτικού πλαισίου είναι πως οι ΗΠΑ έχουν πολύ μεγάλες, πολύ βαθιές και πολύ ρευστοποιημένες κεφαλαιακές αγορές, ενώ τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις βασίζονται βασικά στις τράπεζες για χρηματοδότηση. Αυτό μπορεί να είναι σχετικό καθώς η Fed και η ΕΚΤ προσπαθούν να μειώσουν τους ισολογισμούς τους (balance sheets). Πρόσφατη έρευνα από τον διοικητή της κεντρικής τράπεζας της Ινδίας, Ραγκουράμ Ρατζάν και άλλους, υποδεικνύει πως όταν η Fed επέκτεινε το balance sheet της οι τράπεζες άλλαξαν τη συμπεριφορά τους, αλλά δεν την άλλαξαν εκ νέου όταν η Fed επέλεξε να συρρικνώσει το balance sheet της μέσω της ποσοτικής σύσφιξης (QT).
Αυτό δημιουργεί μια μεταδοτική επίδραση μέσω της οποίας οι τράπεζες έχουν μια ακόμα μεγαλύτερη ζήτηση για ρευστότητα, καθιστώντας απίστευτα δύσκολο για την Fed να επιτύχει στο QT. Η ΕΚΤ πρόκειται να αρχίσει το QT τον Μάρτιο και έτσι δεν έχουμε εμπειρικές αποδείξεις για το πως το QT θα λειτουργήσει στην Ευρωζώνη. Αλλά επειδή υπάρχει διαφορετικό μοντέλο χρηματοδότησης, είναι πιθανό αυτό να λειτουργήσει διαφορετικά σε σχέση με τις ΗΠΑ.
Η Ελλάδα οδεύει πως γενικές εκλογές φέτος. Ποια είναι τα βασικά σημεία που θα παρακολουθούν οι επενδυτές, πριν και μετά από τον σχηματισμό κυβέρνησης, πέρα από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας;
Πιστεύω πως, όπως και αλλού, η Ελλάδα θα είναι πολύ εστιασμένη στον πληθωρισμό και στο κόστος διαβίωσης. Φαντάζομαι πως και οι σχέσεις με την Τουρκία θα είναι επίσης προτεραιότητα.
Αλλά κατά την άποψη μου, οι Έλληνες πρέπει να εξετάσουν πως οι κυβερνήσεις τους έχουν διαχειριστεί αυτό το παράθυρο των 10 ετών, με πολύ μικρό επερχόμενο χρέος λόγω της εφαρμογής αληθινών μεταρρυθμίσεων. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έχει οριακά παρουσιάσει πλεόνασμα από την αρχή της κρίσης και είναι τώρα περίπου στο 6% του ΑΕΠ. Αυτό είναι σοκαριστικό για μια χώρα που ήταν σε ύφεση κατά την κρίση της Ευρωζώνης. Από το 2022 έως σήμερα, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι στο 6,7% του ΑΕΠ. Το ισοζύγιο αποταμιεύσεων-επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα είναι -0,1% και το ισοζύγιο αποταμιεύσεων-επενδύσεων του δημοσίου τομέα είναι 6,6% επί του ΑΕΠ. Το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών στην Ελλάδα, επομένως, είναι μια αντανάκλαση της δημοσιονομικής πολιτικής.
Η Ελλάδα για μια ακόμα φορά δημιουργεί ευαλωτότητες σε μια ξαφνική παύση της ξένης χρηματοδότησης.
Το έλλειμμα του προϋπολογισμού υποχώρησε τον περασμένο χρόνια, αλλά αυτό ήταν κυρίως λόγω του πληθωρισμού.
Οι επενδύσεις ήταν ισχυρές στην Ελλάδα για τον περασμένο χρόνο, αλλά παραμένει ένα σημαντικό εμπόδιο για τις επενδύσεις, ειδικότερα για τις απευθείας ξένες επενδύσεις: Η δικαστική εξουσία.
Υπάρχει μια σειρά δικαστικών μεταρρυθμίσεων στο πρόγραμμα της κυβέρνησης «Ελλάδα 2.0», που είναι σημαντικές αλλά δεν κάνουν κάτι την αντιμετώπιση της μακροχρόνιας πολιτικοποίησης της δικαστικής εξουσίας στην Ελλάδα. Πουθενά αλλού δεν είναι τόσο ξεκάθαρα εμφανές από τις δύο μεγάλες υποθέσεις κατά του Ανδρέα Γεωργίου, του πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ. Η δίωξη και η παρενόχληση του κ. Γεωργίου λειτουργεί πως προειδοποιητικό σημάδια για οποιοδήποτε εξετάζει να επιχειρήσει στην Ελλάδα.
Όποιο από τα κόμματα αναδειχθεί στη νέα κυβέρνηση, πρέπει να προτεραιοποιήσουν τις δικαστικές μεταρρυθμίσεις εάν θέλουν ξένες επενδύσεις με ουσιαστικά κεφάλαια.
Πολλοί αξιωματούχοι κυβερνήσεων και κεντρικών τραπεζών συχνά κριτικάρουν έντονα τα κρυπτονομίσματα. Ποια είναι η οπτικά σας για τα ψηφιακά assets ως μια νόμιμη αγορά;
Τα ιδιωτικά ψηφιακά νομίσματα γενικά αποτελούν τραγικά νομίσματα αλλά αξιοπρεπή στοιχεία κινητών αξιών. Μέχρι πρόσφατα, τα ψηφιακά νομίσματα ήταν η χρηματοπιστωτική Άγρια Δύση, με ελάχιστους έως καθόλου κανονισμούς λειτουργίας. Η έκρηξη ορισμένων συναλλαγών έχει στρέψει το ενδιαφέρον στη ρύθμιση των ιδιωτικών ψηφιακών νομισμάτων και μπορούμε να περιμένουμε ότι οι έλεγχοι θα αυξηθούν μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια.
Τα ψηφιακά νομίσματα των κεντρικών τραπεζών (CBDCs) είναι ένα τελείως διαφορετικό θέμα. Ενώ σκοπεύουν να επιλύσουν ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων, μπορεί να μην είναι το καλύτερο εργαλείο για τη λύση οποιοδήποτε συγκεκριμένου θέματος (για παράδειγμα, η επαρκής διαθεσιμότητα κεφαλαίων ή οι πληρωμές).
Ωστόσο, πιστεύω πως o ερχομός των CBDCs είναι αναπόφευκτός.
Οι κεντρικές τράπεζες αισθάνονται πίεση να φέρουν τα CBDCs δεδομένου του ότι τόσο πολλή χρηματοπιστωτική δραστηριότητα μεταφέρεται από τις τράπεζες στον σκιώδη τραπεζικό κλάδο και δεδομένου του ότι το ψηφιακό νόμισμα της Κίνας βρίσκεται ήδη σε πιλοτικό στάδιο και πλέον περιλαμβάνεται στα επίσημα στοιχεία.
Έχουν υπάρξει δημοσιεύματα για το ότι η Βραζιλία και η Αργεντινή αρχίζουν προετοιμασίες για ένα κοινό νόμισμα. Υπάρχει κάποια αξία σε αυτό το σχέδιο και θα έπρεπε άλλες χώρες να εξετάσουν παρόμοιες επιλογές;
Φαίνεται πως η Βραζιλία έχει αρχίσει υπαναχωρεί λίγο από αυτή την ιδέα, με αξιωματούχους να αναφέρουν πως ένα νέο νόμισμα θα ήταν συμπληρωματικό στα δύο εθνικά και όχι αλλαγή τους.
Τα κίνητρα για την Αργεντινή φαίνονται ξεκάθαρα: συχνά πουλάει αποθέματα ξένου συναλλάγματος για να ενισχύσει το πέσο και έτσι υπολείπεται σε αμερικανικά δολάρια για την πληρωμή εισαγωγών. Ένα κοινό νόμισμα με τη Βραζιλία θα δημιουργούσε εναλλακτικά αποθέματα ξένου συναλλάγματος και θα μπορούσε να διευκολύνει το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών.
Αλλά κοιτώντας τις συνθήκες που χρειάζονται για μια ιδανική νομισματική ένωση, η Βραζιλία και η Αργεντινή δεν είναι το καλύτερο ζευγάρι. Οι κεντρικές τράπεζες των δύο χωρών έχουν διαφορά στα βασικά τους επιτόκια κατά 60% μεταξύ τους.
Οι κύριες εξαγωγές της Αργεντινής είναι αγροτοδιατροφικές ενώ της Βραζιλίας είναι τα βιομηχανικά εμπορεύματα, με τις δύο χώρες να επηρεάζονται από διαφορετικούς παράγοντες. Ο συντονισμός του επιχειρηματικού κύκλου θα ήταν απίστευτα δύσκολος. Θα ήταν παράλληλα σχεδόν αδύνατο να δημιουργηθεί μια ενιαία αγορά εργασίας και κεφαλαίου. Οι υποδομές είναι σε χαμηλό επίπεδο, καθιστώντας δύσκολη την ελεύθερη μετακίνηση εργαζομένων και η Αργεντινή έχει capital controls.
Με ένα κοινό νόμισμα, η Βραζιλία θα αναγκάζονταν να διασώζει συχνά την Αργεντινή και αντιστρόφως, κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει μεγάλο ηθικό πρόβλημα. Κάθε χώρα θα μπορούσε να έχει κίνητρα για επιπόλαιες δαπάνες, με τη γνώση πως θα διασωζόταν σε περίπτωση επενδυτικού πλήγματος.