Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο βελτίωσε τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αλλά και για την ταχύτητα με την οποία θα μειωθεί η ανεργία. Εκτιμά, ωστόσο, ότι ο πληθωρισμός θα αποκλιμακωθεί με ελαφρώς βραδύτερο ρυθμό από ό,τι υπολογιζόταν αλλά και ότι οι τριγμοί στο εξωτερικό ισοζύγιο θα είναι ισχυρότεροι. Επιπλέον, σε ειδικό κεφάλαιο για τις τιμές ακινήτων και για τις πιέσεις από το κόστος δανεισμού κατατάσσει την Ελλάδα ως ένα από τα κράτη με πολύ χαμηλό ρίσκο με βάση πέντε συγκεκριμένους δείκτες επίδοσης.
Οι προβλέψεις περιλαμβάνονται στο νέο Economic Outlook που βγήκε σήμερα στη δημοσιότητα στο πλαίσιο της εαρινής συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Το ΔΝΤ καταλήγει το συμπέρασμα ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται ξανά σε μία περίοδο υψηλής αβεβαιότητας, έχοντας να αντιμετωπίσει μετά από τρία χρόνια τριγμών λόγω της πανδημίας και του πολέμου τις επιπτώσεις στον πληθωρισμό και στο κόστος δανεισμού, αλλά και το νέο μέτωπο των πιέσεων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Οι εκτιμήσεις – ρεκόρ ανοίγματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
Αναλυτικά, σύμφωνα με το ΔΝΤ, η Ελλάδα θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2,6% φέτος και 1,5% το 2024. Η εκτίμηση είναι βελτιωμένη σε σχέση με την πρόβλεψη του προηγούμενου φθινοπώρου όταν το Ταμείο ανέμενε για φέτος ρυθμό ανάπτυξης 1,8% (με ώθηση και από το καλύτερο του αναμενομένου αποτελέσματα για ανάπτυξη κατά 5,9% το 2022).
Βελτίωση καταγράφεται και στην πρόβλεψη για την πορεία της ανεργίας: αναμενόταν να αποκλιμακωθεί στο 12,2% του εργατικού δυναμικού φέτος αλλά τελικά υπολογίζεται ότι θα πέσει κάτω από το φάσμα του 12%, στο 11,2%, για να υποχωρήσει περαιτέρω το 2024 στο 10,4%.
Από την άλλη πλευρά, καθώς σε διεθνές επίπεδο αναμένεται η διατήρηση των πληθωριστικών πιέσεων ειδικά στοι πεδίο του δομικού δείκτη, εκτιμάται πλέον ότι ο πληθωρισμός στην Ελλάδα θα διαμορφωθεί σε 4% φέτος και σε 2,9% το 2024 (έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για πληθωρισμό 3,2% φέτος).
Όσον αφορά στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών το άνοιγμα του 2022 ήταν τελικά μεγαλύτερο από ότι υπολογίζονταν (στο 9,7% του ΑΕΠ από 6,7% του ΑΕΠ) και έτσι φέτος αναμένεται ότι θα περιοριστεί μεν, αλλά πολύ βραδύτερα: στο 8% του ΑΕΠ και στο 6% το 2024. Να σημειωθεί ότι το άνοιγμα αυτό στο εξωτερικό ισοζύγιο της Ελλάδος είναι το μεγαλύτερο ανάμεσα στις αναπτυγμένες οικονομικά οικονομίες, με δεύτερη χειρότερη επίδοση αυτή της Κύπρου η οποία εκτιμάται ότι θα καταγράψει φέτος εξωτερικό έλλειμμα ίσο με το 7,8% του ΑΕΠ.
Η αγορά κατοικίας
Στο ειδικό κεφάλαιο για τις πιέσεις στην αγορά ακινήτων, αναλύονται οι επιδόσεις ανά κράτος σε 5 δείκτες με την Ελλάδα να είναι το κράτος με τις πέμπτες πιο χαμηλές πιέσεις ανάμεσα στις χώρες που εξετάζονται. Οι δείκτες είναι το χρέος των νοικοκυριών ως ποσοστό του ΑΕΠ, το ποσοστό χρέους σε κυμαινόμενο επιτόκιο, το ποσοστό των νοικοκυριών που έχουν υποθήκη, η συνολική πραγματική άνοδος στις τιμές κατοικίας και η συνολική άνοδος των επιτοκίων.
Σε καλύτερη μοίρα από την Ελλάδα είναι η Ουγγαρία η Ιταλία η Σλοβενία και η Σλοβακία. Τις πιο μεγάλες πιέσεις έχουν ο Καναδάς, η Αυστραλία, το Λουξεμβούργο, η Νορβηγία, η Σουηδία, η Ολλανδία και οι Ηνωμένες Πολιτείες.