Τις νομοθετικές της προτάσεις για τους νέους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας παρουσίασε, σήμερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις. Αποτελούν προϊόν συμβιβασμού και ένα βήμα για τις - επιπλέον - διαπραγματεύσεις που θα γίνουν το επόμενο διάστημα.
Η Κομισιόν προκρίνει μεγαλύτερο έλεγχο επί των οικονομικών τους από τις κυβερνήσεις, αλλά και επενδύσεις στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, παράλληλα με την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων. Επί της ουσίας, δηλαδή, οι χώρες θα αναλαμβάνουν οι ίδιες τον καθορισμό των σχεδίων για τη μείωση χρέους και ελλείμματος (με τον τελευταίο λόγο να έχει πάντως η Κομισιόν), με πάγια όμως την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις - επενδύσεις.
Σημειωτέον ότι μετά την παρουσίαση των μεταρρυθμιστικών προσανατολισμών, τον Νοέμβριο του 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πραγματοποίησε εκτενείς συζητήσεις με τα κράτη-μέλη, οι οποίες και κατέληξαν σε συναίνεση όσον αφορά σε κάποια βασικά σημεία, ενώ η Κομισιόν συνέχισε να συνεργάζεται με τις κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που κρίθηκε ότι χρήζουν περαιτέρω προσοχής.
Σχετικά με το περιεχόμενο των προτάσεων - στο σκέλος συγκεκριμένα που αφορά και την Ελλάδα - προβλέπεται ότι για κάθε κράτος-μέλος με δημόσιο έλλειμμα άνω του 3% του ΑΕΠ ή δημόσιο χρέος άνω του 60% του ΑΕΠ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα εκδίδει μια «τεχνική τροχιά» για την πορεία των καθαρών δαπανών.
Αυτή η «τεχνική τροχιά» θα καλύπτει την ελάχιστη περίοδο προσαρμογής των τεσσάρων ετών του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου και την πιθανή παράτασή του κατά τρία έτη - κατ' ανώτατο όριο. Σκοπός της είναι να παρέχει καθοδήγηση στα κράτη-μέλη, όταν σχεδιάζουν την πορεία των δαπανών τους που θα συμπεριληφθεί στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό τους σχέδιο.
Στο σημείο αυτό, να σημειωθεί ακόμα ότι δεν «πέρασε» το αίτημα για ειδική μεταχείριση όσον αφορά στις επενδύσεις που σχετίζονται με την πράσινη μετάβαση και την άμυνα. Όπως αναφέρεται, ειδικότερα, «οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναγνωρίζουν ότι θα χρειαστούν υψηλά επίπεδα επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων για την επίτευξη μιας δίκαιης πράσινης και ψηφιακής μετάβασης και την αύξηση των αμυντικών δυνατοτήτων, μεταξύ άλλων κοινών προτεραιοτήτων της ΕΕ. Την ίδια ώρα, παραμένει ζωτικής σημασίας η διασφάλιση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους και η δημιουργία δημοσιονομικών αποθεμάτων ασφαλείας. Οι προτάσεις δεν εισάγουν ειδική μεταχείριση για κανένα συγκεκριμένο είδος επένδυσης. Αυτό το θέμα συζητήθηκε εκτενώς στο πλαίσιο της δημόσιας συζήτησης για την αναθεώρηση της οικονομικής διακυβέρνησης και δεν προέκυψε συναίνεση».
Με βάση τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες που προωθεί η Κομισιόν, παρέχεται μεγαλύτερη ευελιξία στα κράτη-μέλη, προκειμένου να καθορίζουν τα ίδια την πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής, ενώ οι χώρες καλούνται να καταρτίσουν τετραετή σχέδια (τα οποία θα περιλαμβάνουν μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις). Όπως προκύπτει, η μείωση του χρέους κάθε χώρας θα πρέπει να προέλθει από την εφαρμογή των τετραετών σχεδίων με μεταρρυθμίσεις, επενδύσεις και δημοσιονομικά μέτρα, για τα οποία θα συμφωνεί η κάθε χώρα χωριστά με την Κομισιόν.
«Κεντρικός στόχος των προτάσεων», όπως τονίζεται, «είναι η ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους και η προώθηση της βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης σε όλα τα κράτη-μέλη μέσω μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων».
Όπως σημειώνει η Κομισιόν, οι προτάσεις έρχονται να αντιμετωπίσουν ελλείψεις που παρατηρούνται στο τρέχον πλαίσιο, ενώ λαμβάνουν υπ'όψιν την ανάγκη μείωσης των πολύ αυξημένων επιπέδων δημόσιου χρέους. Παράλληλα, οι προτάσεις βασίζονται στα διδάγματα που αντλήθηκαν από τις ευρωπαϊκές πολιτικές που εφαρμόστηκαν για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορονοϊού και «προετοιμάζουν την ΕΕ για μελλοντικές προκλήσεις, υποστηρίζοντας την πρόοδο προς μία πράσινη, ψηφιακή, χωρίς αποκλεισμούς, ανθεκτική οικονομία, με στόχο να καταστήσει την ΕΕ πιο ανταγωνιστική».
Ακόμα, σημειώνεται ότι οι νέοι κανόνες «θα διευκολύνουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις και θα συμβάλουν στη μείωση των υψηλών αναλογιών δημόσιου χρέους με ρεαλιστικό, σταδιακό και διαρκή τρόπο», ενώ η μεταρρύθμιση θα καταστήσει απλούστερη την οικονομική διακυβέρνηση και θα βελτιώσει την «εθνική ιδιοκτησία».
«Τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο των προτάσεων της Επιτροπής» σημειώνεται.
Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη-μέλη θα καταρτίσουν και θα παρουσιάσουν σχέδια που θα καθορίζουν τους δημοσιονομικούς τους στόχους, τα μέτρα για την αντιμετώπιση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις προτεραιότητας για μία περίοδο τουλάχιστον τεσσάρων ετών.
Τα συγκεκριμένα σχέδια θα αξιολογηθούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θα εγκριθούν από το Συμβούλιο με βάση κοινά κριτήρια της ΕΕ.
«Η ενσωμάτωση δημοσιονομικών, μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών στόχων σε ένα ενιαίο μεσοπρόθεσμο σχέδιο θα συμβάλει στη δημιουργία μιας συνεκτικής και εξορθολογισμένης διαδικασίας. Θα ενισχύσει την εθνική ιδιοκτησία, παρέχοντας στα κράτη-μέλη μεγαλύτερα περιθώρια για τον καθορισμό δικής τους πορείας δημοσιονομικής προσαρμογής και όσον αφορά στις δεσμεύσεις για τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις» επισημαίνεται.
Όπως προβλέπεται, τα κράτη-μέλη θα υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις προόδου για να διευκολύνουν την αποτελεσματικότερη παρακολούθηση και επιβολή της εφαρμογής αυτών των δεσμεύσεων.
Απλούστεροι κανόνες
Δεδομένου του ότι «οι δημοσιονομικές καταστάσεις, οι προκλήσεις και οι οικονομικές προοπτικές ποικίλλουν σημαντικά στα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ», στις προτάσεις της Κομισιόν προβλέπεται ότι τα σχέδια των κρατών-μελών θα καθορίσουν την πορεία τους γύρω από τη δημοσιονομική προσαρμογή.
Τα σχέδια «θα διαμορφωθούν με όρους πολυετών στόχων δαπανών».
Για κάθε κράτος-μέλος με δημόσιο έλλειμμα άνω του 3% του ΑΕΠ ή δημόσιο χρέος άνω του 60% του ΑΕΠ, η Κομισιόν θα εκδίδει μια «τεχνική τροχιά» για κάθε χώρα, όπως σημειώνεται. «Αυτή η τροχιά θα επιδιώξει να διασφαλίσει ότι το χρέος θα τεθεί σε μια εύλογη καθοδική πορεία ή θα παραμείνει σε συνετά επίπεδα και ότι το έλλειμμα θα παραμείνει ή θα μειωθεί κάτω από το 3% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα», όπως επισημαίνεται.
Για τα κράτη-μέλη με δημόσιο έλλειμμα κάτω του 3% του ΑΕΠ και δημόσιο χρέος κάτω του 60% του ΑΕΠ, η Κομισιόν θα παρέχει τεχνικές πληροφορίες στα κράτη-μέλη προκειμένου να διασφαλίσει ότι το δημόσιο έλλειμμα διατηρείται κάτω από το 3% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα.
«Αυτές οι τεχνικές τροχιές και οι τεχνικές πληροφορίες θα καθοδηγούν τα κράτη-μέλη κατά τον σχεδιασμό των πολυετών στόχων δαπανών που θα συμπεριλάβουν στα σχέδιά τους» όπως σημειώνει η Κομισιόν.
Επίσης, τονίζεται ότι θα εφαρμοστούν κοινές ρήτρες ασφαλείας για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους. Συγκεκριμένα, οι στόχοι 3% και 60% του ΑΕΠ για το έλλειμμα και το χρέος θα παραμείνουν αμετάβλητοι, αλλά ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ θα πρέπει να είναι χαμηλότερος στο τέλος της περιόδου απ'ό,τι στην αρχή. Επίσης, θα πρέπει να εφαρμοστεί ελάχιστη δημοσιονομική προσαρμογή της τάξης του 0,5% του ΑΕΠ ετησίως, εφ'όσον το έλλειμμα παραμένει πάνω από το 3% του ΑΕΠ. Επιπλέον, τα κράτη-μέλη που επωφελούνται από μια εκτεταμένη περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι η δημοσιονομική προσπάθεια δεν θα αναβληθεί.
Παράλληλα, προβλέπονται «γενικές και ειδικές για κάθε χώρα ρήτρες διαφυγής» που θα επιτρέψουν αποκλίσεις από τους στόχους δαπανών σε περίπτωση σοβαρής οικονομικής ύφεσης στην ΕΕ ή στη Ευρωζώνη ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις που θεωρούνται εκτός του ελέγχου των χωρών με σημαντικό αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά. Το Συμβούλιο, βάσει σχετικής σύστασης από την Κομισιόν, θα αποφασίζει για την ενεργοποίηση και απενεργοποίηση των εν λόγω ρητρών.
Η Κομισιόν υπογραμμίζει την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, σημειώνοντας ότι «η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, η ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής ανθεκτικότητας και η ανάγκη ενίσχυσης της ικανότητας ασφάλειας της Ευρώπης, θα απαιτήσουν μεγάλες και βιώσιμες δημόσιες επενδύσεις τα επόμενα χρόνια».
«Οι μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τη βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη παραμένουν ουσιαστικό συστατικό των αξιόπιστων σχεδίων μείωσης του χρέους. Η θετική αλληλεπίδραση μεταξύ μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων δείχνει ήδη τα πλεονεκτήματά της στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας του NextGenerationEU» όπως τονίζεται.
Ως εκ τούτου, οι προτάσεις έχουν στόχο να διευκολύνουν και να ενθαρρύνουν τα κράτη-μέλη να εφαρμόσουν σημαντικά μεταρρυθμιστικά και επενδυτικά μέτρα. Μάλιστα, όπως επισημαίνεται, τα κράτη-μέλη θα επωφεληθούν από μία πιο σταδιακή πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής, εάν δεσμευτούν στα σχέδιά τους για μια σειρά μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων που συμμορφώνονται με συγκεκριμένα και διαφανή κριτήρια.
Μέριμνα για αποτελεσματική επιβολή
Σύμφωνα με την Κομισιόν, «ενώ οι προτάσεις δίδουν στα κράτη-μέλη μεγαλύτερο έλεγχο στον σχεδιασμό των μεσοπρόθεσμων σχεδίων τους, θέτουν επίσης σε εφαρμογή ένα πιο αυστηρό καθεστώς επιβολής για να εξασφαλίσουν ότι τα κράτη-μέλη τηρούν τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν στα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά τους σχέδια».
Στο σημείο αυτό, όπως σημειώνει η Κομισιόν, για τα κράτη-μέλη που αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις για το δημόσιο χρέος, οι αποκλίσεις από τη συμφωνημένη πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής θα οδηγήσουν εξ ορισμού στο άνοιγμα μιας διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.
Η μη τήρηση των μεταρρυθμίσεων και των επενδυτικών δεσμεύσεων που δικαιολογούν την παράταση της περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα τη συντόμευση της περιόδου προσαρμογής.
Τέλος, σημειώνεται ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, έχει ζητήσει οι νομοθετικές εργασίες να ολοκληρωθούν το 2023.