Τις προτάσεις του για την προσαρμογή του γερμανικού “επιχειρηματικού μοντέλου” κατέθεσε -υπό τη σκιά των πρόσφατων ανακοινώσεων για ύφεση στη Γερμανία - ο πρόεδρος της γερμανικής κεντρικής τράπεζας (Bundesbank), Χοακίμ Νάγκελ, μιλώντας σε εκδήλωση γερμανικού οικονομικού think tank (IKF -institut für kredit- und finanzwirtschaft e.V.).
Οι εν λόγω προκλήσεις, οι οποίες κάνουν αναγκαία αυτή την προσαρμογή της γερμανικής οικονομίας (βασικό στοιχείο της οποίας το υψηλό και διαχρονικά σταθερό ποσοστό της συνεισφοράς της βιομηχανίας της στο ΑΕΠ) σύμφωνα με το Νάγκελ είναι οι αλυσίδες εφοδιασμού, ο ενεργειακός εφοδιασμός και η δημογραφική αλλαγή.
Σε σχέση με την πρώτη πρόκληση (αλυσίδες εφοδιασμού), ο Νάγκελ, μεταξύ άλλων, επισημαίνει πως οι περιφερειακές συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο, γιατί μπορούν να διευκολύνουν τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να διαφοροποιήσουν τους εμπορικούς τους εταίρους.
Αναφορικά, με τη δεύτερη πρόκληση (ενεργειακός εφοδιασμός), ο επικεφαλής της Bundesbank προτείνει πως θα πρέπει να υπάρχει κίνητρο για τις ενεργοβόρες βιομηχανικές μονάδες να επενδύουν μάλλον σε χώρες όπου το κόστος ενέργειας είναι και παραμένει συγκριτικά χαμηλό.
Σε σχέση με την τρίτη πρόκληση (δημογραφική αλλαγή), ο Νάγκελ αναφέρει πως οι εμπειρογνώμονες από διάφορα θεσμικά όργανα επισημαίνουν ότι - για διάφορους λόγους - η νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης θα πρέπει επίσης να συζητηθεί ως επιλογή. Εάν συνδεόταν, για παράδειγμα, με το προσδόκιμο ζωής, η προσφορά εργασίας θα ενισχυόταν τα επόμενα χρόνια και συνεπώς και το παραγωγικό δυναμικό, τονίζει ο ίδιος, εξηγώντας πως η ιδέα θα ήταν ότι, καθώς το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται, τα επιπλέον χρόνια ζωής που κερδίζονται θα επιμηκύνουν τόσο τη φάση της συνταξιοδότησης όσο και τη φάση του εργατικού δυναμικού.
“Ναι” στην κρατική υποστήριξη
Η κρατική υποστήριξη είναι σίγουρα ευπρόσδεκτη σε αυτή τη διαδικασία, τονίζει ο Νάγκελ καθώς για ένα επιτυχημένο μέλλον, οι κρατικά σχεδιασμένες συνθήκες - οι οποίες διαμορφώνουν το πλαίσιο - παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο.
Για παράδειγμα, για την προσαρμογή της γερμανικής βιομηχανίας και οικονομίας χρειάζονται:
- Αποτελεσματικές διοικητικές διαδικασίες, καλές υποδομές
- Μια αξιόπιστη και συνεπής πολιτική για το κλίμα - με στοχευμένες τιμές CO2 και ταχείες διαδικασίες έγκρισης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργεια
- Επέκταση του δικτύου
- Καλές συνθήκες για τη συμμετοχή του εργατικού δυναμικού και για τη μετανάστευση
Το μέτωπο του πληθωρισμού
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Bundesbank, χρειάζονται επίσης και οι σταθερές τιμές. Σύμφωνα με προσωρινά στοιχεία, ο εναρμονισμένος πληθωρισμός ήταν πρόσφατα (τον Μάιο) 6,3% στη Γερμανία και 6,1% στη ζώνη του ευρώ.
Ακόμη και αν αυτό είναι σημαντικά μικρότερο από το περασμένο φθινόπωρο, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για σταθερές τιμές. Η υποκείμενη πίεση των τιμών είναι επίσης υπερβολικά υψηλή και δύσκολα μειώνεται μέχρι στιγμής, σημείωσε. Τον Μάιο, ο πυρήνας του πληθωρισμού (εξαιρουμένων των τροφίμων και της ενέργειας) είναι πιθανό να ήταν 5,1% στη Γερμανία και 5,3% στη ζώνη του ευρώ. Ως εκ τούτου, η νομισματική πολιτική δεν πρέπει και δεν θα εγκαταλείψει τη μάχη κατά του πληθωρισμού. Πρέπει να είμαστε ακόμη πιο επίμονοι από τον τρέχοντα πληθωρισμό, τόνισε ο επικεφαλής της Bundesbank.
O ίδιος τόνισε πως “κάνει ό,τι μπορεί” για να διασφαλίσει ότι σύντομα θα αφήσουμε πίσω μας τον υψηλό πληθωρισμό. Κατά την άποψή του, αυτό απαιτεί τρία πράγματα:
Ένα επαρκώς υψηλό επίπεδο επιτοκίων.
Από τη σημερινή οπτική γωνία, απαιτούνται αρκετά ακόμη βήματα επιτοκίου. Κατά τη γνώμη του δεν είναι βέβαιο ότι θα φτάσουμε στο ανώτατο επίπεδο επιτοκίων ήδη από το καλοκαίρι.
Αν τα επιτόκια είναι αρκετά υψηλά για να ξεπεράσουμε τον υψηλό πληθωρισμό, τότε πρέπει να διατηρηθεί αυτό το επίπεδο επιτοκίων μέχρι να είναι σαφές και πέραν πάσης αμφιβολίας ότι θα επιτευχθεί έγκαιρα ο στόχος για πληθωρισμό 2%.
Αυτή η πολιτική επιτοκίων πρέπει να υποστηριχθεί με τη μείωση των διακρατούμενων ομολόγων στον ισολογισμό της ΕΚΤ.
Αυτή η μείωση του ισολογισμού θα πλαισιώσει τις αυξήσεις των επιτοκίων μας. Από τον Ιούλιο και μετά, θέλουμε να αυξήσουμε τον ρυθμό μείωσης, δήλωσε ο Νάγκελ.
Τι θα γίνει με την ύφεση
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας, η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε τα τελευταία δύο τρίμηνα - υπό το βάρος των απότομα αυξημένων τιμών ενέργειας και του υψηλού πληθωρισμού. Βρίσκεται έτσι σε τεχνική ύφεση, υπενθύμισε ο Νάγκελ. Ωστόσο, η έκταση της μείωσης της οικονομικής παραγωγής αντιστοιχεί σε εκείνη που αναμενόταν στην πρόβλεψη της Bundesbank για τον Δεκέμβριο του 2022.
Οι ενδιάμεσες ενδείξεις ότι η γερμανική οικονομία είχε ξεπεράσει τον χειμώνα πολύ καλύτερα από ό,τι αναμενόταν δεν επιβεβαιώθηκαν έτσι δυστυχώς, σημείωσε ο Νάγκελ. Υπήρχαν όμως και πολύ χειρότεροι φόβοι για σοβαρή οικονομική ύφεση λόγω έλλειψης φυσικού αερίου. Ούτε αυτοί επαληθεύτηκαν, τόνιζε ο επικεφαλής της Bundesbank. Και κοιτάζοντας το υπόλοιπο του έτους, οι οικονομικοί εμπειρογνώμονες είναι συγκρατημένα αισιόδοξοι. Έτσι, τα πράγματα θα αρχίσουν να βελτιώνονται και πάλι σύντομα.
Εν τέλει, ο επικεφαλής της Bundesbank, επισήμανε πως η Γερμανία έχει παραδοσιακά πολλά να προσφέρει ως τόπος εγκατάστασης επιχειρήσεων: ένα καλά εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό, μια καλή υποδομή και συναινετικούς κοινωνικούς εταίρους στις μισθολογικές διαπραγματεύσεις. Έτσι, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι η γερμανική οικονομία θα μπορέσει να αντιμετωπίσει καλά τις προκλήσεις που έρχονται.