Ένας εκ των «μικρών» που θέλει - και όπως όλα δείχνουν - θα γίνει «μεγάλος» άνοιξε ξανά το δρόμο στους ισχυρούς οίκους αξιολόγησης να προχωρήσουν και αυτοί προς την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας.
Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που ο γερμανικός οίκος, Scope Ratings δείχνει τα αντανακλαστικά του, προβαίνοντας σε μια αποφασιστική κίνηση (μη λειτουργώντας ετεροχρονισμένα και αργά όπως η Moody's) καθώς ήταν ο πρώτος οίκος αξιολόγησης που πριν από σχεδόν δύο χρόνια αναβάθμισε στο «BB+» την Ελλάδα και πριν από εννέα μήνες έδωσε το θετικό outlook (τότε μία βαθμίδα χαμηλότερα από την επενδυτική), δείχνοντας προς την κατεύθυνση ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας. Κατόπιν αυτής, ακολούθησε η Standard & Poor's, η DBRS και η Fitch. Η Moody's διατηρεί την ελληνική οικονομία τρία «σκαλοπάτια» μακριά από το investment grade («Ba3» - θετικό outlook).
Από την άλλη, και σε επίπεδο αγορών - διαχειριστών, στον κλάδο των οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας κυριαρχούν οι τρεις μεγάλοι οίκοι - Moody's, Standard & Poor's και Fitch - οι οποίοι ελέγχουν το 95%, με τη Moody's και τη Standard & Poor's να καλύπτουν το 80% της διεθνούς αγοράς και τη Fitch το 15%.
Να σημειωθεί πως σε ερώτημα του insider.gr (που είχε προβάλλει και αποκαλύψει το σχετικό ζήτημα - «Σήμα» από τη Scope Ratings για αναβάθμιση της Ελλάδας τον Αύγουστο), σχετικά με το ενδεχόμενο να λάβει η Scope Ratings την έγκριση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ώστε να ενταχθεί μεταξύ των οίκων αξιολόγησης που λαμβάνει υπόψη της η τελευταία, ο Dennis Shen, Director της Scope Ratings και υπεύθυνος για την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας, είχε αναφέρει πως «βρισκόμαστε σε διαδικασία υποβολής της αίτησης ώστε να γίνουμε ο πρώτος ευρωπαϊκός οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που αναγνωρίζεται βάσει του Πλαισίου Αξιολόγησης της Πιστοληπτικής Ικανότητας του Ευρωσυστήματος. Η Scope τέθηκε, νωρίτερα φέτος και για πρώτη φορά από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA) μεταξύ των «Big 5» οίκων αξιολόγησης, ενώ το 2022, γίναμε ο πρώτος ευρωπαϊκός οίκος αξιολόγησης που έλαβε mandate από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκή Επιτροπή για εκδόσεις χρέους (μαζί με τους τρεις αμερικανικούς - Moody's - Standard & Poor's - Fitch).
Η Scope στηρίχθηκε σε τρεις βασικούς άξονες προκειμένου να δώσει την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα:
- Στη διατήρηση της στήριξης από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς αντανακλώντας τις αλλαγές μετά την κρίση της πανδημίας του κορονοϊού για τη στήριξη των ευάλωτων κρατών μελών της Ευρωζώνης μέσω παρεμβάσεων τόσο στο πεδίο της νομισματικής όσο στο πεδίο της δημοσιονομικής πολιτικής. Τα μέτρα της ΕΚΤ, σε συνδυασμό με την έγκριση του σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ύψους 30,5 δισ. ευρώ για την Ελλάδα, παράλληλα με τη δυνατότητα μιας περαιτέρω μακροπρόθεσμης αντιμετώπισης του χρέους, καταδεικνύουν ένα πιο διαρκές ευρωπαϊκό «backstop» («δίχτυ ασφαλείας») πέρα από τις πρόσφατες κρίσεις, υποστηρίζοντας τη βιωσιμότητα του χρέους και δημιουργώντας έναν δημοσιονομικό χώρο για την κυβέρνηση στο να αυξήσει τις δημόσιες επενδύσεις.
- Στη σταθερή τροχιά μείωσης του δημοσίου χρέους (στη βάση του υψηλού πληθωρισμού, της οικονομικής ανάπτυξης, του χαμηλού μέσου κόστους δανεισμού, και της επίτευξης πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων) το οποίο αναμένεται να υποχωρήσει στο 160,7 % του ΑΕΠ στα τέλη του 2023, (χαμηλότερο κατά 46 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το υψηλό του 2020) και στο 141,6% το 2028, που θα αποτελέσει και το χαμηλότερο επίπεδο από το 2012.
- Στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που περιόρισαν ουσιαστικά τους υψηλούς δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων και ουσιαστικά ενίσχυσαν τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος παράλληλα με τις πολιτικές που ευθυγραμμίζονται με τη χρηματοδότηση του RRF που κινητοποιεί ένα μεγάλο φάσμα επενδύσεων, ενισχύοντας παράλληλα την ανάκαμψη.
Η αντίδραση της αγοράς
Σε επίπεδο αγοράς - Χρηματιστηρίου, ήταν αναμενόμενο να μην υπάρξει μια ισχυρή αντίδραση, για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω αν συνυπολογιστεί και η εποχικότητα, αλλά από την άλλη δε μπορεί να παραλειφθεί το γεγονός, πως δίνει μια περαιτέρω ώθηση στην ψυχολογία, περιορίζοντας ακόμη περισσότερο την όποια αβεβαιότητα διακατείχε τους επενδυτές, σχετικά με τη χρονική περίοδο επίτευξης του στόχους ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας.
Πέραν αυτού, ένας ακόμη «καταλύτης» για την εγχώρια αγορά είναι πως ακόμη και μετά το ισχυρό «ράλι» και με βάση τις αποτιμήσεις, οι ελληνικές μετοχές παραμένουν φθηνές, καθώς ο δείκτης forward P/E της αγοράς είναι στο 9,5x για φέτος και στο 8,9x για το επόμενο έτος, ενώ ο δείκτης τιμής προς λογιστική αξία (P/BV) βρίσκεται στο 1,2x για φέτος και στο 1,1x για το επόμενο έτος, σε σύγκριση με το 12,51χ (P/E) και 1,69x (P/BV) για τις αναδυόμενες αγορές.
Όπως αναφέρει και ο Ηλίας Ζαχαράκης της Fast Finance, η επενδυτική βαθμίδα είναι προ των πυλών μιας και η Scope είναι ο προπομπός και για τους μεγάλους που ουσιαστικά παίζουν και ρόλο για νέες εισροές χρήματος. Από την μία το νέο είναι δυνατό αλλά από την άλλη αναμενόμενο και λίγο έως πολύ προεξοφλημένο. Παρόλα αυτά η αγορά ξέρει ότι μπροστά της έχει το επόμενο ορόσημο, αυτό της DBRS που είναι στις αρχές Σεπτεμβρίου. Ουσιαστικά ακόμα και διόρθωση να βγάλει η αγορά έχοντας όλα τα περιθώρια, υπάρχουν εύκαιροι αγοραστές που περιμένουν πως και πως να πάρουν θέση την μοναδική ευρωπαϊκή οικονομία που περιμένει επενδυτική βαθμίδα. Καλό θα ήταν οι μεσοπρόθεσμοι να μην ανησυχούν στις διορθώσεις, με τους βραχυπρόθεσμους να κινούνται πιο προσεχτικά μιας και η αγορά έδειξε πως διορθώνει κατά την διάρκεια της εβδομάδας, ασχέτου αν μάζεψε τις απώλειες μετά το ενδοσυνεδριακό χαμηλό της προηγούμενης Τετάρτης στις 1.281 μονάδες. Πλέον αυτό είναι και το νέο μας στοπ σε ημερήσιο κλείσιμο.
Τεχνικά η αγορά θα μπορούσε να δώσει συνέχιση της κίνησης, μόνο με κλείσιμο πάνω από τις 1.332 μονάδες με τις 1.400 μονάδες να είναι επόμενος στόχος. Αντίστοιχα κλείσιμο κάτω από τις 1.281 θα μπορούσε να μας φέρει στην ζώνη του 1.200 - 1.230 με τις 1.264 να αποτελούν ένα πολύ σημαντικό επίπεδο (σε κλείσιμο εβδομάδας).