Σε μείωση δύο βασικών επιτοκίων προχώρησε η κεντρική τράπεζα της Κίνας, με τα στοιχεία οικονομικής δραστηριότητας του Ιουλίου να διαψεύδουν τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων.
Η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας μείωσε το επιτόκιο μεσοπρόθεσμης διευκόλυνσης δανεισμού - κατά 15 μονάδες βάσης στο 2,5%, στη δεύτερη μείωση από τον Ιούνιο και τη μεγαλύτερη από το 2020. Όλοι εκτός από έναν από τους 15 αναλυτές που ρωτήθηκαν από το Bloomberg είχαν προβλέψει ότι το επιτόκιο θα παραμείνει αμετάβλητο.
Παράλληλα, παρείχε κεφάλαια 204 δισ. γουάν μέσω συμφωνιών αντίστροφης επαναγοράς επτά ημερών με επιτόκιο 1,9%, από 1,8% προηγουμένως.
Η αιφνιδιαστική κίνηση έρχεται καθώς το Πεκίνο αντιμετωπίζει μια αποδυναμωμένη οικονομία, προκαλώντας εκκλήσεις για νομισματική στήριξη, με τους οικονομολόγους να προειδοποιούν ότι τυχόν μειώσεις των επιτοκίων θα διευρύνουν το χάσμα απόδοσης με τις ΗΠΑ, πιέζοντας περαιτέρω το γουάν.
Το Εθνικό Γραφείο Στατιστικής (NBS) ανέφερε πως η εγχώρια ζήτηση παραμένει «ανεπαρκής» και «τα θεμέλια ανάκαμψης της οικονομίας πρέπει να ενισχυθούν». Η Κίνα πρέπει να «εντείνει την προσαρμογή της μακροοικονομικής πολιτικής και να επικεντρωθεί στην επέκταση της εγχώριας ζήτησης, στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης και στην πρόληψη των κινδύνων», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η NBS.
Τον Ιούλιο, οι λιανικές πωλήσεις ενισχύθηκαν κατά 2,5% σε σχέση με ένα χρόνο πριν, ωστόσο χαμηλότερα από τις προσδοκίες για αύξηση 4,5%. Τον ίδιο μήνα, η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε κατά 3,7%, επίσης χαμηλότερα από την αύξηση κατά 4,4% που ανέμεναν οι αναλυτές.
Οι επενδύσεις σε πάγια στοιχεία αυξήθηκαν κατά 3,4% για τους πρώτους επτά μήνες του έτους σε σχέση με πέρυσι, κάτω από το 3,8% που προέβλεπε η δημοσκόπηση του Reuters, ενώ οι επενδύσεις σε ακίνητα συρρικνώθηκαν κατά 8,5% την περίοδο, χειρότερα από το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Παράλληλα, το ποσοστό ανεργίας στις πόλεις ανήλθε στο 5,3% τον Ιούλιο από 5,2% τον Ιούνιο, με τη NBS να ανακοινώνει πως σταματά να δημοσιεύει το ποσοστό της ανεργίας για τους νέους, το οποίο έχει εκτοξευθεί σε υψηλά ρεκόρ τους τελευταίους μήνες. Τον Ιούνιο έφτασε στο 21,3%. Εκπρόσωπος της στατιστικής υπηρεσίας δήλωσε ότι αναστέλλεται η δημοσίευση λόγω οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών και θα επανεξεταστεί η μεθοδολογία του.