Η Κίνα είναι σήμερα το προβληματικό παιδί των επενδυτών στις κεφαλαιαγορές. Η κρίση της Κίνας θα μπορούσε, σύμφωνα με την Handelsblatt, να συνοψισθεί στις εξής λέξεις-κλειδιά: υψηλή υπερχρέωση στον τομέα των ακινήτων και στις περιφερειακές κυβερνήσεις, χαμηλή εγχώρια ζήτηση, αδύναμη αύξηση του πληθυσμού.
Οι τιμές πέφτουν, δηλαδή σημειώνεται αποπληθωρισμός, ο οποίος συνήθως ερμηνεύεται ως οικονομική αδυναμία. Οι παραλληλισμοί με την εξέλιξη στην Ιαπωνία, η οποία υποφέρει από αδύναμη ανάπτυξη εδώ και δεκαετίες, είναι προφανείς.
"Έχει τελικά η Κίνα εισέλθει σε ένα σπιράλ χρέους - αποπληθωρισμού;" διερωτάται η βρετανική εταιρεία αμοιβαίων κεφαλαίων Schroders σε νέα μελέτη της. Η κατάσταση επιδεινώνεται από τις πολιτικές εντάσεις με την Ταϊβάν - και τις ΗΠΑ, όπου η εκεί κυβέρνηση προσπαθεί να επιβραδύνει την ανάπτυξη υψηλής τεχνολογίας της Κίνας.
Παρά το δυσοίωνο αυτό σενάριο κρίσης, ο Βίνσεντ Μορτιέ επικεφαλής επενδυτής της γαλλικής εταιρείας αμοιβαίων κεφαλαίων Amundi, παραμένει αισιόδοξος. "Μόλις επισκέφθηκα το Πεκίνο. Πήρα πολύ καλύτερες εντυπώσεις από ό,τι περίμενα", λέει σε συνέντευξή του στην Handelsblatt.
Ο επενδυτής παρατηρεί θετικές τάσεις που σήμερα υποτιμώνται. Με σχεδόν 2 τρισεκατομμύρια ευρώ σε περιουσιακά στοιχεία υπό διαχείριση, η Amundi, ο ηγέτης του κλάδου, βλέπει τον εαυτό της ως νούμερο ένα στην Ευρώπη και στη δέκατη θέση παγκοσμίως.
Ο Μορτιέ κάνει τον ακόλουθο υπολογισμό: "Ο τομέας των ακινήτων παραμένει ένα μεγάλο πρόβλημα και θα κοστίσει περίπου τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες ανάπτυξης φέτος”. Από την άλλη πλευρά, λόγω των υψηλών επενδύσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αναμένονται περίπου τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες θετικής ανάπτυξης - αυτό εξισορροπεί και πάλι.
Οι εγχώριες μάρκες σε άνοδο
Η Amundi προβλέπει επίσης ανάπτυξη περίπου 4% από τον τομέα της τεχνολογίας και της βιοτεχνολογίας. Το συμπέρασμα του Μορτιέ είναι επομένως είναι το εξής: "Η Κίνα θα πρέπει να επιτύχει ανάπτυξη σχεδόν 5% φέτος και 3,7% το επόμενο έτος, ενώ είναι πιο πιθανό να είναι μηδενική στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ".
Οι νέες εγχώριες εταιρείες έχουν την ίδια ποιότητα, αλλά είναι πολύ φθηνότερες από τα γνωστά εισαγόμενα προϊόντα. Με τον ίδιο τρόπο, ο κατασκευαστής οχημάτων BYD αφαιρεί μερίδιο αγοράς από την Tesla. Υπάρχει επίσης εγχώριος ανταγωνισμός για τα Starbucks.
Ο Μορτιέ τονίζει: "Η στροφή αυτή προέρχεται από τον ιδιωτικό τομέα. Δημιουργεί αποπληθωρισμό λόγω των χαμηλότερων τιμών - αλλά καλό αποπληθωρισμό. Το επόμενο βήμα είναι στη συνέχεια οι εξαγωγές προς τη Δύση".
Αν η πτώση των τιμών ερμηνεύεται συνήθως ως ένδειξη οικονομικής αδυναμίας, ακολουθώντας τη λογική του Μορτιέ τείνουν πλέον να οδηγούν σε φθηνότερη προσφορά, η οποία αφήνει στον πληθυσμό περισσότερη αγοραστική δύναμη. Και αυτό είναι πιο πιθανό να ενισχύσει την οικονομία.
Ελκυστικές μετοχές
Μέχρι στιγμής, οι κινεζικές μάρκες -όπως οι Anta και Ni Ling για τα αθλητικά είδη και η Luckin Coffee ως ανταγωνιστής της Starbucks- είναι ελάχιστα γνωστές στη Δύση. Αλλά είναι ήδη ευρέως διαδεδομένες στην εγχώρια αγορά.
Στην κατασκευή τσιπ, ο Moρτιέ λέει ότι η Κίνα δεν έχει προχωρήσει ακόμη τόσο πολύ όσο η Ταϊβάν, για παράδειγμα. Κοιτάζοντας μπροστά, ωστόσο, λέει: "Ελπίζουν να καλύψουν το χαμένο έδαφος σε τρία έως πέντε χρόνια". Οι ειδικοί της Amundi πιστεύουν ότι οι αγορές είναι θεμελιωδώς πολύ αρνητικές αυτή τη στιγμή. "Οι κινεζικές μετοχές αποτιμώνται μόνο στο μισό περίπου επίπεδο των συγκρίσιμων αμερικανικών μετοχών", λέει.
Η Amundi προτιμά τις καταναλωτικές μετοχές, την πληροφορική, τα ηλεκτρονικά αυτοκίνητα και τη βιοτεχνολογία μεταξύ των κινεζικών μετοχών. Ο Moρτιέ σχολιάζει επίσης τους πιο ριψοκίνδυνους τομείς: "Αποφεύγουμε τον τομέα των ακινήτων και τη βαριά βιομηχανία. Συνολικά, ένα άλλο πρόβλημα στην Κίνα είναι ότι αν οι εταιρείες γίνουν πολύ μεγάλες, μπορεί να έχουν πολιτική χροιά".
Τα ομόλογα δεν είναι προβληματικά κατά την άποψή του, αλλά "ούτε και πολύ ελκυστικά αυτή τη στιγμή". Και συνεχίζει: "Το δεκαετές κρατικό ομόλογο αποδίδει περίπου 2,5%. Θα μπορούσαν να υπάρξουν ενδιαφέρουσες αξίες στην περιοχή των υψηλών αποδόσεων, αλλά είναι δύσκολο να βρεθούν".
"Η επίθεση στην Ταϊβάν θα ήταν πιο δύσκολη"
Ο Mορτιέ είναι κάπως πιο χαλαρός από ορισμένους άλλους παρατηρητές όσον αφορά τις γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή. Δηλώνει: "Η Κίνα επιδιώκει την επανένωση με την Ταϊβάν. Προσπαθούν να ασκήσουν επιρροή εκεί". Αλλά ακούει επίσης από την Ταϊβάν όλο και περισσότερο "το αίτημα προς τη Δύση να μην ρίχνει λάδι στη φωτιά".
Ως εκ τούτου, θεωρεί μια επίθεση της Κίνας στην Ταϊβάν επικίνδυνη, αλλά όχι πολύ πιθανή. Αιτιολογεί: "Οι Κινέζοι γνωρίζουν ότι μια επίθεση στην Ταϊβάν θα ήταν πιο δύσκολη από ό,τι ήταν για τη Ρωσία με την Ουκρανία. Η χώρα είναι ένα ορεινό νησί και πιθανότατα θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις σε όλο τον κόσμο".
Επίσης, τώρα βιώνει το Χονγκ Κονγκ ως κάπως πιο χαλαρό από ό,τι τα προηγούμενα χρόνια. "Πολλά είναι τα ίδια όπως πριν από την ενοποίηση με την Κίνα - εκτός από το ότι οι άνθρωποι δεν μιλούν για πολιτική", λέει.
Η επίλυση του προβλήματος του χρέους είναι πιθανό να πάρει χρόνο
Ο Moρτιέ δεν είναι ο μόνος στην αισιοδοξία του, αν και άλλες φωνές ακούγονται συνήθως κάπως πιο επιφυλακτικές. Η νέα μελέτη της Schroders, για παράδειγμα, εντοπίζει σαφείς κινδύνους στην Κίνα και επισημαίνει τους παραλληλισμούς με την Ιαπωνία. Αλλά μια σημαντική σημείωση εκεί είναι ότι η "μεγάλη στροφή" προς την πτώση των τιμών προκλήθηκε κυρίως από το γεγονός ότι τα τρόφιμα έγιναν φθηνότερα παγκοσμίως, ιδίως από την κατάρρευση των τιμών του χοιρινού κρέατος, το οποίο τρώγεται πολύ στην Κίνα.
Αλλά αυτό ακριβώς σημαίνει επίσης ότι οι απαρχές του αποπληθωρισμού δεν χρειάζεται να είναι κακό σημάδι. Ως συμπέρασμα αναφέρει: "Αν και η ασθενέστερη εγχώρια ζήτηση στην Κίνα προκαλεί ανησυχίες, είναι απίθανο να είναι η αρχή μιας παρατεταμένης κοιλάδας".
Ο οικονομολόγος της Commerzbank, Τόμι Βου, πιστεύει ότι η επίλυση των μεγάλων προβλημάτων χρέους θα πάρει αρκετό χρόνο. Αλλά κρίνει επίσης ότι τα τελευταία οικονομικά στοιχεία φαίνονται λιγότερο άσχημα από εκείνα των προηγούμενων μηνών.
Ο οίκος αξιολόγησης Scope είναι σχετικά επιφυλακτικός: Ενώ βλέπει πιθανότητες ότι η κυβέρνηση στο Πεκίνο θα κρατήσει την ανάπτυξη υπό έλεγχο, προειδοποιεί: "Η πιθανότητα πολιτικών λαθών αυξάνεται".