Η Ιταλία, η Γαλλία και η Ισπανία πρέπει να κάνουν περισσότερα για να αντιμετωπίσουν τα αυξανόμενα επίπεδα χρέους και ελλείμματος τους, δήλωσε η επικεφαλής του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα σε ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης, επισημαίνοντας την «πολύ μέτρια» ευρωπαϊκή ανάπτυξη στην μετά Covid εποχή.
«Αυτές οι τρεις χώρες είδαν τους δείκτες χρέους προς το ΑΕΠ τους να αυξάνονται σημαντικά», ανέφερε σε συνέντευξή της σε πολλές εφημερίδες, σύμφωνα με την ιταλική Corriere della Sera.
«Η δημοσιονομική τους απόκριση στην πανδημία του Covid ήταν κατάλληλα πολύ ισχυρή, αλλά οδήγησε σε αύξηση των επιπέδων χρέους και ελλείμματος. Έτσι τώρα πρέπει πραγματικά να ανασκουμπωθούν και να προχωρήσουν σε δημοσιονομικές προσαρμογές», ανέφερε η επικεφαλής του Ταμείου.
Για την Ιταλία ειδικότερα τόνισε ότι, «το πρόβλημα επιδεινώνεται από την επιβράδυνση της ανάπτυξης, ως αποτέλεσμα της απόσυρσης των μέτρων στήριξης της». «Ο προϋπολογισμός για την Ιταλία πρέπει να ενισχυθεί: Η δημοσιονομική προσαρμογή που κάνει η Ιταλία δεν πρόκειται να λειτουργήσει αρκετά γρήγορα ώστε να μειώσει τα ελλείμματα και τα επίπεδα χρέους», πρόσθεσε η κ. Γκεοργκίεβα.
Για τη Γαλλία ανέφερε ότι είναι «σε καλύτερη θέση επειδή η ανάπτυξη είναι πιο ευνοϊκή για τη δημοσιονομική προσαρμογή», ωστόσο πρόσθεσε ότι «το 2024 πρέπει να είναι σημείο στροφής για τη Γαλλία όσον αφορά τη σύσφιξη».
Η Ισπανία, η οποία «ωφελήθηκε από μια μεγάλη ανάκαμψη των υπηρεσιών και του τουρισμού» προβλέπει μια προσαρμογή 0,3%, την οποία το ΔΝΤ θεωρεί αποδεκτή εφόσον «δεν ανανεώσει τα μέτρα στήριξης που αναμένεται να λήξουν στο τέλος αυτού του έτους», ανέφερε η επικεφαλής του Ταμείου.
Ανησυχίες για την Ευρώπη
Συνολικά, η κ. Γκεοργκίεβα επεσήμανε τις ανησυχίες για την οικονομική ανάκαμψη στην Ευρώπη.
«Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, που έχουν ανακάμψει στην προ πανδημίας τάση τους, η Ευρωζώνη εξακολουθεί να είναι 2% κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα της και η ανάπτυξη είναι πολύ μέτρια», είπε, αναφέροντας τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις δημογραφικές προκλήσεις ως τους κύριους παράγοντες.
Ερωτηθείσα για τον πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, η κ. Γκεοργκίεβα είπε ότι ο παγκόσμιος οικονομικός αντίκτυπος ήταν ελάχιστος μέχρι στιγμής, αλλά αυτό θα μπορούσε να αλλάξει εάν η σύγκρουση παραταθεί ή ενταθεί.
«Από άποψη οικονομίας, ο πιο σημαντικός αντίκτυπος βρίσκεται στο επίκεντρο της σύγκρουσης. Στη Γάζα, όπου η καταστροφή είναι τεράστια», είπε. Τέλος, η κ. Γκεοργκίεβα πρόσθεσε ότι η ανάπτυξη στο Ισραήλ αναπόφευκτα θα επηρεαστεί.