Σειρά μέτρων που θα επιτρέψουν να απελευθερωθεί ηλεκτρικός «χώρος» από έργα ΑΠΕ τα οποία είτε βρίσκονται υπό ανάπτυξη είτε σε λειτουργία, επεξεργάζεται το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Στόχος του ΥΠΕΝ είναι να μην ανακοπεί το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον για «πράσινες» επενδύσεις, κάτι που μεταξύ άλλων θα διασφαλίσει ότι θα επιτευχθούν οι στόχοι οι οποίοι έχουν τεθεί για την εγκατεστημένη ισχύ «πράσινων» μονάδων ηλεκτροπαραγωγής έως το 2030.
Τυπικά, βέβαια, οι στόχοι για το 2030 έχουν ήδη επιτευχθεί, αν λάβει κανείς υπόψη του τόσο τους σταθμούς ΑΠΕ που βρίσκονται σε λειτουργία, όσο και τις μονάδες που «ωριμάζουν» αδειοδοτικά, έχοντας ήδη δεσμεύσει ηλεκτρικό «χώρο» στο δίκτυο ή το σύστημα μεταφοράς. Είναι ενδεικτικό ότι οι δύο αυτές κατηγορίες έργων αθροίζονται σε ένα χαρτοφυλάκιο συνολικής ισχύος 25.700 ΜW (χωρίς τα υπεράκτια αιολικά).
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια, στο τέλος της 10ετίας θα λειτουργεί ένα «πράσινο» χαρτοφυλάκιο συνολικής ισχύος 23.500 MW (και πάλι χωρίς τις offshore μονάδες). Ως συνέπεια, ο στόχος αυτός υπερκαλύπτεται από όσους σταθμούς παράγουν ήδη «πράσινη» ενέργεια, ή βρίσκονται στα σκαριά.
Ωστόσο, τίποτε δεν μπορεί να προεξοφλήσει πως όσες μονάδες βρίσκονται στα σκαριά -και οι οποίες αγγίζουν τα 14.700 MW- όντως θα γίνουν. Επομένως, αντί να παραπέμπεται για την επόμενη 10ετία η «ωρίμανση» νέων έργων (δίνοντας όρους σύνδεσης που θα ενεργοποιούνται μετά το 2030), έχει νόημα να συνεχίσουν να δρομολογούνται ακόμη περισσότερες μονάδες, με ορίζοντα ολοκλήρωσης μέσα στην τρέχουσα 10ετία.
Υπερκάλυψη της δυναμικότητας του 2030
Μάλιστα, η μία λύση που επεξεργάζεται το ΥΠΕΝ βασίζεται ακριβώς στο γεγονός ότι δεν πρόκειται να υλοποιηθούν όλες οι «πράσινες» μονάδες των 14.700 MW, που βρίσκονται αυτή τη στιγμή υπό ανάπτυξη. Έτσι, στόχος είναι να γίνει μία «ακτινογραφία» αυτών των έργων, ώστε να εκτιμηθεί ποιο περίπου ποσοστό από αυτά συγκεντρώνουν μικρές πιθανότητες να γίνουν.
Στόχος είναι ισόποσος ηλεκτρικός «χώρος» να παραχωρηθεί σε νέα έργα. Επομένως, αν π.χ. διαπιστωθεί πως σταθμοί περίπου 3.000 MW συγκεντρώνουν μικρές πιθανότητες να υλοποιηθούν, να θεωρηθεί πως αυτή η δυναμικότητα είναι ελεύθερη, ώστε να παραχωρηθεί σε καινούριες μονάδες που έχουν αιτηθεί τη δέσμευση δυναμικότητας στο σύστημα μεταφοράς ή στο δίκτυο.
Τυπικά, τα καινούρια αυτά έργα θα πλεονάζουν, δηλαδή το νέο portfolio των 3.000 MW δεν θα «χωρά» στο σύστημα. Ωστόσο, χάρις στην «ακτινογραφία» των σταθμών που ήδη δεσμεύουν «χώρο», η οποία θα προηγηθεί, στην πραγματικότητα απλώς θα αντικαταστήσουν μονάδες που δεν πρόκειται να υλοποιηθούν.
Κίνητρα εξοικονόμησης «χώρου» σε ώριμα έργα
Τη «δεξαμενή» των μονάδων 14.700 MW, που έχουν κατακυρώσει ηλεκτρικό «χώρο», έχει στο κάδρο και η δεύτερη λύση που προωθεί το ΥΠΕΝ. Αυτή τη φορά, στόχος είναι να παρασχεθεί κίνητρο στους ιδιοκτήτες τους, ώστε να συναινέσουν είτε σε αυξημένο «κόφτη» στην έγχυση της παραγωγής τους στο δίκτυο, είτε στην προσθήκη μπαταριών στα υποψήφια έργα τους.
Το κίνητρο θα δοθεί μέσω της λειτουργικής ενίσχυσης, δηλαδή με τη «φόρμουλα» της παροχής εγγυημένου εσόδου για την παραγωγή τους. Στην πράξη, αυτό θα γίνει με τη διεξαγωγή διαγωνισμών, στην πρώτη κατηγορία από τους οποίους θα διεκδικήσουν «ταρίφα» μονάδες με όρους σύνδεσης που θα υπόκεινται σε ενισχυμένο περιορισμό στη μέγιστη παραγωγή τους.
Σε τεχνικούς όρους, το πλαφόν στη μέγιστη παραγωγή ονομάζεται περιορισμός έγχυσης, ενώ σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα καθοριστεί στο 50%. Οι περιορισμοί έγχυσης επιτρέπουν την εξοικονόμηση ηλεκτρικού «χώρου», καθώς ένα έργα δεν δεσμεύει πλέον δυναμικότητα στο σύστημα (ή στο δίκτυο) όση η ονομαστική ισχύς του.
Η δεύτερη κατηγορία δημοπρασιών θα αφορά έργα με όρους σύνδεσης που θα προσθέσουν μπαταρίες behind the meter («πίσω από τον μετρητή»). Οι αρχικές εκτιμήσεις είναι πως με αυτό τον τρόπο θα αποκτήσουν μονάδα αποθήκευσης ώριμα έργα περί τα 2.000 MW, αν και το μέγεθος του χαρτοφυλακίου θα καθοριστεί με ακρίβεια, μέσω μελέτης που έχει παραγγείλει για αυτό τον σκοπό το ΥΠΕΝ.
Η προσθήκη μπαταρίας, και πάλι, μειώνει τον ηλεκτρικό «χώρο» που καταλαμβάνει ένα έργο. Έτσι, αν π.χ. προσθέσουν μονάδα αποθήκευσης σταθμοί 2.000 MW, τότε θα δεσμεύσουν στο σύστημα (ή στο δίκτυο) δυναμικότητα περί τα 1.000 MW.
«Ψαλίδι» και σε σταθμούς που λειτουργούν
Η λύση του πλαφόν στη μέγιστη παραγωγή, δηλαδή των περιορισμών έγχυσης, πρόκειται όμως να εφαρμοστεί και σε έργα που βρίσκονται σε λειτουργία. Και πάλι στόχος είναι η απελευθέρωση ηλεκτρικού «χώρου», ώστε τα έργα αυτά να μην δεσμεύουν πλέον δυναμικότητα όσο η ισχύς παραγωγής τους.
Η επιβολή περιορισμών έγχυσης θα γίνεται σε εθελοντική βάση – με δεδομένο ότι δεν υπάρχει τέτοιος όρος στις συμβάσεις σύνδεσης των έργων. Ωστόσο, το δέλεαρ θα είναι η παράταση της διάρκειας που τα έργα θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν εγγυημένα έσοδα για την πώληση της παραγωγής τους. Έτσι, με την επέκταση των συμβάσεων λειτουργικής ενίσχυσης, οι μονάδες θα αποζημιώνονται για τον «κόφτη» στην παραγωγή.