Την δέσμευση και την προσήλωση του ιδίου και της FOMC για επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο του 2% της Fed, εξέφρασε για πολλοστή φορά ο Τζερόμ Πάουελ στην καθιερωμένη Συνέντευξη Τύπου μετά την διήμερη συνεδρίαση για την νομισματική πολιτική και το 4ο διαδοχικό pause, τονίζοντας πως τα ισχυρά στοιχεία για αποκλιμάκωση των πιέσεων στις τιμές τους τελευταίους έξι μήνες, δεν είναι αρκετά, για μειώσεις επιτοκίων. Αν και φαίνεται πως τα επιτόκια έχουν φτάσει στο... ζενίθ τους, οι περικοπές θα υλοποιηθούν πιθανότατα το 2024, αλλά μάλλον... θα αργήσουν και σχεδόν σίγουρα δεν θα αρχίσουν από τον Μάρτιο, όπως αποκάλυψε με έντονη επιφυλακτικότητα ο επικεφαλής της Fed, πυροδοτώντας sell off στην Wall Street.
«Με βάση τη σημερινή συνάντηση, θα σας έλεγα ότι δεν νομίζω ότι είναι πιθανό η επιτροπή να φτάσει να έχει τη σιγουριά μέχρι τη συνεδρίαση του Μαρτίου ότι ο εν λόγω μήνας θα είναι η κατάλληλη στιγμή για μείωση επιτοκίων. Αλλά αυτό μένει να φανεί», δήλωσε ο πρόεδρος της Fed και τόνισε πως η οικονομία έχει σημειώσει ικανοποιητική πρόοδο, με τον πληθωρισμό να έχει υποχωρήσει. Προειδοποίησε ότι ο δρόμος που απομένει παραμένει αβέβαιος και ταυτόχρονα κατέδειξε τη σημασία που έχει μια ισχυρή αγορά εργασίας για την οικονομία και τις επόμενες κινήσεις της νομισματικής πολιτικής. «Ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλός, η συνεχιζόμενη πρόοδος για τη καταπολέμησή του δεν είναι εξασφαλισμένη και η πορεία προς τα εμπρός είναι αβέβαιη», επεσήμανε χαρακτηριστικά.
Ακολούθως, υπογράμμισε πως τα τελευταία δύο χρόνια η νομισματική πολιτική έχει γίνει πολύ πιο συσταλτική με τα επιτόκια να βρίσκονται σε περιοριστικό επίπεδο, ενώ υποστήριξε ότι τα ρίσκα για την επίτευξη των στόχων της πλήρους απασχόλησης και της σταθερότητας των τιμών αρχίζουν να είναι πιο ισορροπημένα.
Επίσης, εξήγησε ότι η ζήτηση εργασίας συνεχίζει να υπερβαίνει την προσφορά, η αγορά εργασίας παραμένει «σφιχτή» και η απασχόληση ισχυρή, ενώ αναγνώρισε πως έχουν γίνει σημαντικά βήματα στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού ωστόσο παραμένει μακριά από τον στόχο που έχει θέσει η Fed.
Mάλιστα, διεμήνυσε πως χρειάζονται ακόμη περισσότερα οικονομικά στοιχεία και δεδομένα για να πειστούν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πως είναι καιρός να λάβει χώρα ένα «ψαλίδισμα» στο κόστος διανεισμού, αν και ισχυρίστηκε ότι πιθανότατα έχουν ολοκληρωθεί όλες οι αυξήσεις που χρειάζονταν στον τρέχοντα κύκλο σύσφιξης, χωρίς βέβαια να υπάρξουν περικοπές στον άμεσο ορίζοντα, ειδικά στη συνεδρίαση του Μαρτίου.
«Πιστεύουμε ότι το επιτόκιο πολιτικής μας είναι πιθανόν στο αποκορύφωμά του για αυτόν τον κύκλο σύσφιξης και ότι εάν η οικονομία εξελιχθεί ευρέως όπως αναμένουμε, πιθανότατα θα είναι χρήσιμο να αρχίσουμε να χαλαρώσουμε την νομισματική πολιτική κάποια στιγμή φέτος. Οι οικονομικές προοπτικές είναι αβέβαιες και παραμένουμε ιδιαίτερα προσεκτικοί στους κινδύνους πληθωρισμού. Είμαστε διατεθειμένοι να διατηρήσουμε το τρέχον εύρος των επιτοκίων για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, εάν είναι απαραίτητο» αποσαφήνισε.
Με τις ερωτήσεις για τον χρόνο έναρξη της νομισματικής χαλάρωσης να είναι επανειλημμένες, παρέμεινε επιφυλακτικός διευκρινίζοντας πως ενδεχομένως να ξεκινήσει «σε κάποιο σημείο φέτος» η αποκλιμάκωση των επιτοκίων, όμως χωρίς να είναι σαφές το πότε, δεδομένου πως «η επίτευξη των στόχων μας δεν είναι ακόμη σίγουρη». «Δεν είμαστε ακόμη στο στάδιο αυτό και δεν υπήρχε καν πρόταση για περικοπή των επιτοκίων» αποκάλυψε αναφορικά με τη συνεδρίαση της FOMC στην αυγή του νέου έτους. Σε κάθε περίπτωση «δεν πρόκειται να βιαστούμε» ξεκαθάρισε.
«Η οικονομία εξέπληξε όσους έκαναν προβλέψεις με πολλούς τρόπους από την εποχή της πανδημίας, οπότε η συνεχιζόμενη πρόοδος προς τον στόχο του 2% δεν μπορεί να θεωρείται βέβαιη. Οι οικονομικές προοπτικές είναι αβέβαιες και παραμένουμε σε εγρήγορση για τα πληθωριστικά ρίσκα. Οπότε είμαστε έτοιμοι να κρατήσουμε το τωρινό εύρος των επιτοκίων για higher for longer, εάν κριθεί απαραίτητο» παρατήρησε μεταξύ άλλων.
Η Συνέντευξη Τύπου του Τζερόμ Πάουελ
Καμία βιασύνη για μείωση επιτοκίων
Υπενθυμίζεται πως λίγο νωρίτερα, η Fed διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκιά της, στο τρέχον εύρος του 5,25% – 5,5%, που αποτελεί και υψηλό 23 ετών, προχωρώντας στην τέταρτη διαδοχική παύση, ενώ κατέστησε σαφές ότι δεν είναι έτοιμη να αρχίσει τις μειώσεις, όπως αποτυπώνεται στην ανακοίνωση που εκδόθηκε από μετά το πέρας της διήμερης συνεδρίασης της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς (FOMC).
Παράλληλα, σε ένα θετικό δείγμα, μετριάζεται σχετικά η επιθετική ρητορική, καθώς από το ανακοινωθέν, η παρατεταμένη αναφορά για πιθανές περαιτέρω αυξήσεις στο κόστος δανεισμού, υπάρχουν στο τραπέζι αλλά τα «ρίσκα είναι πιο ισορροπημένα» ενώ επαναλαμβάνεται η ανάγκη για επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο του 2%, με ανάληψη άμεσης δράσης εάν υπάρξει νέα αναζωπύρωση, με την FOMC να παραμείνει σε εγρήγορση με βάση τη ροή των στοιχείων.
Ειδικότερα, ξεκαθαρίζεται σε όλους τους τόνους ότι δεν υπάρχουν ακόμη σχέδια για μείωση των επιτοκίων, καθώς ο πληθωρισμός εξακολουθεί να υπερβαίνει το όριο που έχει τεθεί από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. «Η Επιτροπή κρίνει ότι τα ρίσκα για την επίτευξη των στόχων για την απασχόληση και τον πληθωρισμό κινούνται προς μια πιο ισορροπημένη κατάσταση» τονίζεται στην ανακοίνωση, ενώ συμπληρώνεται πως «κατά την εξέταση προσαρμογών στο επίπεδο των επιτοκίων, η Επιτροπή θα αξιολογήσει προσεκτικά τα εισερχόμενα οικονομικά στοιχεία, την εξέλιξη του outlook και την "διελκυστίνδα" των ρίσκων», προειδοποιώντας όμως πως οι οικονομικές προοπτικές παραμένουν αβέβαιες, όπως και τα ρίσκα που μπορεί να πυροδοτήσουν εκ νέου τον πληθωρισμό.
Μάλιστα, σε μια ένδειξη ότι οι αξιωματούχοι δεν βιάζονται να μειώσουν τα επιτόκια, η FOMC διαμηνύει ακόμα ότι «δεν αναμένει ότι θα είναι κατάλληλο να μειώσει το εύρος των επιτοκίων έως ότου έχει αναπτύξει αρκετή εμπιστοσύνη πως ο πληθωρισμός κινείται σταθερά προς την κατεύθυνση του 2%», κάτι που αποτελεί και την φράση - κλειδί για τα επόμενα βήματα άσκησης της νομισματικής πολιτικής. Η απόφαση ήταν ομόφωνη, ενώ η κεντρική τράπεζα επανέλαβε επίσης την πρόθεση της να συνεχίσει να μειώνει τον ισολογισμό κατά 95 δισ. δολάρια τον μήνα. Οι αξιωματούχοι τροποποίησαν επίσης την εκτίμησή τους για την κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας μετά τα καλύτερα των αναμενομένων στοιχεία για το ΑΕΠ το τέταρτο τρίμηνο, υποστηρίζοντας ότι oι ΗΠΑ αναπτύσσονται με σταθερό ρυθμό.