Ακόμα ένας χειμώνας, ακόμα μία σεζόν αγροτικών κινητοποιήσεων βρίσκεται στο ζενίθ της πορείας της. Ωστόσο οι φετινές κινητοποιήσεις διαφέρουν από την τυπική εικόνα των τρακτέρ στη δεξιά λωρίδα των εθνικών οδών. Και αυτό γιατί οι αγρότες βιώνουν την «τέλεια καταιγίδα» της μετά-κορονοϊού εποχής, των πληθωριστικών πιέσεων, της εξωτερικής επιβολής τιμών και της σωρείας αποφάσεων της ευρωπαϊκής ηγεσίας που θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωση του κλάδου.
«Λάδι» στην πυρά των διαμαρτυριών αποτελούν οι αυξημένες τιμές ενέργειας, οι φθηνές εισαγωγές από χώρες εκτός Ε.Ε., τα συμπιεσμένα περιθώρια κέρδους λόγω των συνεχιζόμενων πληθωριστικών πιέσεων και η χαοτική γραφειοκρατία των Βρυξελλών που επιβάλλει περιορισμούς-«μέγγενη» στον παραγωγικό κύκλο των αγροτών.
Αυτό που επίσης διαφοροποιεί την τρέχουσα κάθοδο των τρακτέρ είναι ο καθολικός χαρακτήρας των κινητοποιήσεων, από το Βερολίνο ως το Βουκουρέστι, από την Θεσσαλονίκη ως την Τουλούζη και από την Βαρσοβία έως τις Βρυξέλλες, οι Ευρωπαίοι εκπρόσωποι του αγροτικού τομέα δημιούργησαν ένα κοινό μέτωπο διαμαρτυριών. Ούτε τα «Παιχνίδια χωρίς Σύνορα» του αείμνηστου Σαρλ Ντε Γκωλ ως μέσο επίτευξης της κοινωνικής σύμπνοιας στην πολύβουη Ευρώπη, δεν κατάφεραν τέτοιο βαθμό διευρωπαϊκής ομοψυχίας.
«Κόκκινο πανί» Βρυξέλλες και ΚΑΠ
«Κόκκινο πανί» για τους αγρότες αποτελεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς ολοένα και περισσότεροι Ευρωπαίοι αγρότες θεωρούν πως η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), ένα δαιδαλώδες σύστημα αγροτικών επιδοτήσεων και άλλων προγραμμάτων συνολικού ύψους 53,7 δισ. ευρώ ετησίως για την περίοδο 2023-2027, είναι πλέον δυσλειτουργικό. Σύμφωνα δε με ξένα δημοσιεύματα, για πρώτη φορά το 2023 οι προγραμματισμένες επιδοτήσεις δεν καταβλήθηκαν σε όλους τους δικαιούχους αγρότες στην Γαλλία λόγω καθυστερήσεων που σχετίζονται με τις τοπικές τράπεζες ή τους προμηθευτές τους.
Στην πίεση που βιώνουν οι Ευρωπαίοι αγρότες προστίθενται πολιτικές επιλογές των Βρυξελλών όπως η ευνοϊκή τελωνειακή μεταχείριση των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων από την Ουκρανία λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου του «σιτοβολώνα της Ευρώπης» με την Ρωσία.
Παρά τα 705 μέλη του Ευρωκοινοβουλίου και τους πολλαπλούς ευρωπαϊκούς θεσμούς, ένα είναι το πρόσωπο των ημερών, στο οποίο έχει επικεντρωθεί όλο το μένος των εξεγερμένων αγροτών: η Ούρσουλα Γερτρούδη φον ντερ Λάιεν, η απερχόμενη 13η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ένα αναμφισβήτητα αμφιλεγόμενο πρόσωπο, η άνοδος της οποίας στην κορυφαία θέση της ευρωπαϊκής πολιτικής δεν ήταν ούτε ομαλή ούτε δημοφιλής. Δεν είναι άλλωστε λίγες οι φωνές που θεωρούν πως οι Βρυξέλλες δεν αφουγκράζονται την κραυγή αγωνίας των πολιτών και στην προκειμένη περίπτωση των αγροτών. Και μάλιστα ενόψει των ευρωεκλογών της 6ης- 9ης Ιουνίου.
Αναπόφευκτη η ρήξη Βρυξελλών-αγροτών λόγω ρύπων
Η απάντηση της ίδιας της φον ντερ Λάιεν σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου απέναντι στις διαμαρτυρίες των αγροτών είναι «ο διάλογος», καθώς όπως τόνισε παρατηρείται «μεγάλος διχασμός και πόλωση» εντός των εταίρων σε θέματα που σχετίζονται με την αγροτική πολιτική. Και ίσως ο διάλογος να αποτελεί το μονοπάτι για την άμβλυνση των διαφορών μεταξύ των αντιτιθέμενων πλευρών, η πραγματικότητα όμως είναι πως η φον ντερ Λάιεν θα καταφέρει απλά να καθυστερήσει, αλλά όχι και να αποφύγει η Ε.Ε. τη ρήξη με τους αγρότες, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση του Politico. Αυτό αποτυπώνεται στο όραμα της για μία «πράσινη» Ευρώπη του 2040, όπου η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται εντός των επόμενων 16 ετών να έχει μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 90%, όπως ανακοινώθηκε στις 6 Φεβρουαρίου. Εν μέσω των κινητοποιήσεων των αγροτών, η Κομισιόν επέλεξε να μην υπάρχει στο κείμενο αναφορά για το πώς θα συμβάλλει ο αγροτικός τομέας, στον οποίο αναλογεί το 1/7 των συνολικών παραγόμενων ρύπων, για την επίτευξη του ως άνω στόχου.
Η συνειδητή παράλειψη, βάσει του Politico, αναδεικνύει την πρόσφατη στρατηγική της Κομισιόν να αποφεύγει με κάθε τρόπο την όξυνση των πνευμάτων με τους αγρότες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει περιορίσει ή ακόμα και αποσύρει περιβαλλοντικά μέτρα, ενώ έχει αισθητά βελτιώσει τη ρητορική της υπέρ των αγροτών. Το ζήτημα του πως θα επιτευχθούν οι φιλόδοξοι στόχοι του νέου σχεδίου αποτελεί «καυτή πατάτα» που θα κληροδοτήσει η φον ντερ Λάιεν στο διάδοχό της.
Η κολοτούμπα της Ούρσουλα
Αξιοσημείωτο είναι πως την ίδια μέρα που ανακοινώθηκε το όραμα να καταστεί η Ευρώπη η πρώτη ήπειρος μηδενικών ρύπων, η πρόεδρος της Κομισιόν προανήγγειλε, μεταξύ άλλων, την απόσυρση του μέτρου για τη μείωση κατά 50% της χρήσης φυτοφαρμάκων, καθώς και την ελαστικοποίηση των κανόνων για την αγρανάπαυση. Ουσιαστικά πρόκειται για εξαιρετική κολοτούμπα στο θέμα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), υπό την πίεση του Λαϊκού Κόμματος που «βλέπει» τους ψηφοφόρους του να παίρνουν τον Ιούνιο τα κουβαδάκια τους και να πηγαίνουν σε άλλη παραλία, κατά πολύ δεξιότερα του πολιτικού του ορίζοντα.
Η εντολή της φον ντερ Λάιεν για ανάποδα ολοταχώς σε ό,τι αφορά το «πρασίνισμα» της ΚΑΠ (μέσω μείωσης της χρήσης φυτοφαρμάκων κλπ.) ήταν αναμενόμενη, καθώς η εν λόγω στρατηγική όπως είχε σχεδιαστεί θα μείωνε την παραγωγικότητα και μαζί το αγροτικό εισόδημα κατά 10%-30%, σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις. Φυσικά υπάρχουν τρόποι να αποφευχθεί τυχόν αρνητική επίπτωση στα έσοδα των αγροτών, αλλά για να επιτευχθεί η Ε.Ε. θα πρέπει να επανασχεδιάσει τη στρατηγική της και να αναζητήσει βιώσιμες εναλλακτικές όπως το να γίνει αντικατάσταση των χημικών φυτοφαρμάκων με σκευάσματα φιλικά προς το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία.
Ουσιαστικά η Κομισιόν με τη στάση της επαλήθευσε τα λεγόμενα των αγροτών που την κατηγορούν πως αρκέστηκε στο να κάνει αυτό που κάνει άριστα: τη στοχοθέτηση και ύστερα να αφήσει τις δυνάμεις της αγοράς να αναλάβουν το πως. Θα μπορούσε να είχε αναλάβει να οργανώσει την κινητοποίηση ανθρωπίνων πόρων και κεφαλαίων για επενδύσεις που θα ενίσχυαν την παραγωγικότητα της αγροτικής οικονομίας με φιλικούς στο περιβάλλον τρόπους. Όμως φευ, ζητά επί της ουσίας από τους αγρότες να επωμιστούν το πραγματικό κόστος της οικολογικής μετάβασης, οδηγώντας νομοτελειακά σε σμίκρυνση της αγοράς με τη συγκέντρωση της παραγωγής σε λιγότερα χέρια. Ενδεικτικό είναι πως η Γαλλία, ένας από τους αγροτικούς «πυλώνες» της Ευρώπης έχασε το 20% από τις φάρμες της, περίπου 101.000 σε καθαρά μεγέθη, μέσα σε μία δεκαετία από το 2010 έως το 2020, σύμφωνα με την france24.
Το ψηφιδωτό που σχηματίζεται είναι πως οι πολιτικοί ταγοί και οι ειδικοί σε θέματα περιβαλλοντικής πολιτικής στις Βρυξέλλες και το Στρασβούργο μοιάζουν να μην συνειδητοποιούν πως οι αγρότες βιώνουν στο «πετσί» τους την περιβαλλοντική κρίση, καθώς αποτελεί πλέον τη δυστοπική καθημερινότητα τους. Ο αγροτικός τομέας είναι ο πρώτος που πλήττεται από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, με παρατεταμένες ξηρασίες και ακραία καιρικά φαινόμενα (όπως η κακοκαιρία Ντάνιελ) που επιδρούν οικονομικά, ποσοτικά και ποιοτικά στον μακρύ κύκλο παραγωγής.
Σε ό,τι αφορά την κατάσταση στην Ελλάδα, η κυβέρνηση κρατά χαμηλούς τόνους, διαμηνύει ότι δεν υπάρχουν τα δημοσιονομικά περιθώρια για να ικανοποιηθούν τα αγροτικά αιτήματα, αν και δεν αποκλείει διευκολύνσεις για παράδειγμα στον τρόπο που θα δοθεί η επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο και σε αιτήματα που έχουν ως προς τις παράνομες ελληνοποιήσεις προϊόντων. Από την πλευρά των αγροτών, στην προ ολίγων ημερών συνέλευση τους στη Νίκαια της Λάρισας, στην οποία συμμετείχαν αγρότες από 55 μπλόκα και 70 ομοσπονδίες, αποφασίστηκε η κάθοδος των τρακτέρ στην Αθήνα την ερχόμενη εβδομάδα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, θα συναντηθεί την Τρίτη 13/02, με εκπροσώπους των αγροτών στο Μέγαρο Μαξίμου. Όπως άλλωστε δήλωσε σε τηλεοπτική συνέντευξη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης «ανοικτοί δρόμοι σημαίνει ανοικτός διάλογος».