Σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά από την εμφάνιση της πανδημίας του κορονοϊού και δύο χρόνια από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, δύο κρίσεις που άλλαξαν σε μεγάλο βαθμό τη γεωπολιτική και οικονομική πραγματικότητα, η ελληνική οικονομία φαίνεται πως φτάνει σε έναν νέο σημείο ισορροπίας με τα εξής χαρακτηριστικά: Πρώτον, το κόστος της ενέργειας εξομαλύνεται. Δεύτερον, η εισαγόμενη ακρίβεια σε προϊόντα και πρώτες ύλες παραμένει. Τρίτον, οι ξένες άμεσες επενδύσεις είναι ένας τομέας που θέλει συνεχώς προσοχή.
Αυτό τουλάχιστον δείχνουν τα στοιχεία τρεχουσών συναλλαγών της Τράπεζας της Ελλάδας για το 2023, με βάση τα οποία οι εισαγωγές καυσίμων υποχώρησαν κατά 9,7 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2022, ένα ποσό που αντιστοιχεί σε περίπου 4,5% του ΑΕΠ της χώρας μας. Η τεράστια μείωση των εισαγωγών καυσίμων έρχεται μετά από το 2022 που η αξία τους εκτινάχθηκε στα 30,8 δισ. ευρώ από τα 16 δισ. ευρώ που ήταν το 2021, μια αύξηση που οφείλεται κατά βάση στην εκτόξευση των τιμών του φυσικού αερίου και άλλων ενεργειακών προϊόντων. Το 2023 το ποσό που έδωσε η χώρα μας για εισαγωγές καυσίμων «ξεφούσκωσε» σημαντικά στα 21,1 δισ. ευρώ, πιο κοντά στην προ της ενεργειακής κρίσης εποχή.
- Διαβάστε ακόμα - Εμπόριο: Τα προβλήματα των μικρομεσαίων - Βίαιες ανισότητες στα καταστήματα τροφίμων, πίεση στην ένδυση-υπόδηση
Τα νέα αυτά είναι ιδιαίτερα θετικά για τα δημοσιονομικά της χώρας, ειδικά από την στιγμή που οι εξαγωγές καυσίμων μειώθηκαν με χαμηλότερο βαθμό από τις εισαγωγές και συγκεκριμένα κατά 19% έναντι 31,4%. Αυτό σημαίνει πως μειώνονται από την μια οι ανάγκες για μέτρα στήριξης που είχαμε το 2022 και το 2023, όπως για παράδειγμα το fuel pass ενώ ενισχύεται το ΑΕΠ της χώρας.
Η εισαγόμενη ακρίβεια
Από την άλλη, η ακρίβεια παραμένει σε υψηλά επίπεδα με τις εισαγωγές άλλων εισαγόμενων αγαθών, είτε τελικών προϊόντων είτε πρώτων υλών, να παρουσιάζουν πολύ μικρότερη πτώση σε αξία το 2023 σε σχέση με το 2022. Το κύμα ανατιμήσεων που προκλήθηκε από την ενεργειακή κρίση συνέχισε σχεδόν ανυποχώρητο και το 2023 που η χώρα μας με έφτασε να πληρώνει σε εισαγωγές περί τα 60,4 δισ. ευρώ από τα 62 δισ. του 2022 και τα «μόλις» 49,8 δισ. ευρώ το 2021.
Οι «φουσκωμένες» εισαγωγές επιβαρύνουν άμεσα και έμμεσα τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και αυτό συμβαίνει παρά την όποια ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας, που μπορεί να αυξάνει και την ανάγκη εισαγωγών. Μια επιβάρυνση, η οποία μάλιστα επιβαρύνεται και με επιπλέον φόρους μέχρι να φτάσει στον τελικό καταναλωτή.
Οι ξένες άμεσες επενδύσεις
Την ίδια στιγμή τα προσωρινά στοιχεία της ΤτΕ δείχνουν υποχώρηση των ξένων άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα το 2023. Ειδικότερα, οι εισροές ξένων άμεσων επενδύσεων στη χώρα μας για το σύνολο της περσινή χρονιάς έφτασαν τα περίπου 4,48 δισ. ευρώ καταγράφοντας πτώση της τάξης του 40% σε σχέση με το 2022 που οι ξένες άμεσες επενδύσεις «χτύπησαν» ρεκόρ 20ετίας.