Τη διψήφια μείωση των εξαγωγών που κατέγραψε η ΕΛΣΤΑΤ ήρθαν να επιβεβαιώσουν τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας για το ισοζύγιο πληρωμών του Ιανουαρίου. Η επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου αντισταθμίστηκε εν μέρει από την αύξηση του ισοζυγίου υπηρεσιών λόγω της αύξησης των τουριστικών εισπράξεων, αλλά κυρίως από τα έσοδα που λαμβάνει κάθε Ιανουάριο η ΤτΕ από το Ευρωσύστημα, που φέτος ήταν ιδιαίτερα αυξημένα λόγω των υψηλών επιτοκίων.
Τα εκτάκτως αυτά «φουσκωμένα» έσοδα, που λογίζονται μια φορά κάθε χρόνο, εκτόξευσαν το πλεόνασμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2023 με αποτέλεσμα να καταγραφεί πλεόνασμα 1,7 δισ. ευρώ στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, έναντι ελλείμματος τον αντίστοιχο μήνα της προηγούμενης χρονιάς.
Υποχωρούν οι εξαγωγές
Το ισοζύγιο αγαθών επιδεινώθηκε τον Ιανουάριο καθώς η μείωση των εξαγωγών ήταν σημαντικά μεγαλύτερη από τη μείωση των εισαγωγών, τόσο σε τρέχουσες όσο και σε σταθερές τιμές. Μάλιστα εξαιρουμένων των καυσίμων οι εξαγωγές μειώθηκαν σημαντικά, ενώ αντίθετα οι εισαγωγές αυξήθηκαν.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, σε τρέχουσες τιμές, οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 10,4% (‑7,9% σε σταθερές τιμές) τον Ιανουάριο και οι εισαγωγές κατά 3,4% (αύξηση 1,6% σε σταθερές τιμές). Την ίδια στιγμή, οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα παρουσίασαν μείωση κατά 8,4% (‑9,5% σε σταθερές τιμές), ενώ οι αντίστοιχες εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 1,1% (1,9% σε σταθερές τιμές).
Τα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΤτΕ αντικατοπτρίζουν την μείωση των εξαγωγών που καταγράφεται τους τελευταίους μήνες, λόγω της μείωσης των τιμών κυρίως στα ενεργειακά προϊόντα, της επιδείνωσhς των συνθηκών στις διεθνείς αγορές που προκαλούν οι γεωπολιτικές εντάσεις αλλά και την επιβράδυνση της ανάπτυξης σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες που είναι και βασικοί προορισμοί για τα ελληνικά προϊόντα.
Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία των εξαγωγών τον Ιανουάριο σύμφωνα με τα οποία η συνολική τους αξία διαμορφώθηκε στα 4 δισ. ευρώ από 4,51 δισ. ευρώ που ήταν τον Ιανουάριο του 2023, μειωμένες κατά 11,2%. Τον ίδιο μήνα υποχώρηση 6,3% κατέγραψαν και οι εισαγωγές που διαμορφώθηκαν στα 6,55 δισ. ευρώ από 6,99 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2023.
Η μικρότερη υποχώρηση των εισαγωγών έναντι των εξαγωγών, που είναι έτσι και αλλιώς λιγότερες από τις εισαγωγές διευρύνει περαιτέρω το εμπορικό έλλειμμα στο ισοζύγιο αγαθών.
Ενισχυμένες οι αφίξεις και οι τουριστικές εισπράξεις
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών αυξήθηκε τον Ιανουάριο του 2024. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στη βελτίωση όλων των επιμέρους ισοζυγίων, και ιδίως του ισοζυγίου λοιπών υπηρεσιών. Σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 16,0% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 27,1%, αν και ο Ιανουάριος είναι παραδοσιακά αδύναμος μήνας για τον ελληνικό τουρισμό και μετράει ελάχιστο στη συνολική πορεία του έτους.
Ισοζύγια εισοδημάτων
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων περιορίστηκε σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2023, αντανακλώντας τη μείωση των καθαρών εισπράξεων από λοιπά πρωτογενή εισοδήματα, η οποία αντισταθμίστηκε περίπου κατά το ήμισυ από την καταγραφή καθαρών εισπράξεων, έναντι καθαρών πληρωμών, από τόκους, μερίσματα και κέρδη. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων διευρύνθηκε σημαντικά έναντι του Ιανουαρίου του 2023, ως «αποτέλεσμα της αύξησης των καθαρών εισπράξεων στους λοιπούς, εκτός της γενικής κυβέρνησης, τομείς της οικονομίας, η οποία συνδέεται με την εισροή από την αναδιανομή του νομισματικού εισοδήματος του Ευρωσυστήματος προς την Τράπεζα της Ελλάδος».
Αυξημένες οι Ξένες Επενδύσεις
Τον Ιανουάριο του 2024, στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων, στις απαιτήσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού καταγράφηκαν ροές ύψους 243,4 εκατ. ευρώ και στις υποχρεώσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, που αντιστοιχούν σε άμεσες επενδύσεις μη κατοίκων στην Ελλάδα, ροές ύψους 375,6 εκατ. ευρώ, χωρίς αξιοσημείωτες συναλλαγές. Τον Ιανουάριο του 2023 οι άμεσες επενδύσεις μη κατοίκων στην Ελλάδα είχαν διαμορφωθεί στα 284,5 εκατ. ευρώ. Καταγράφεται δηλαδή μια αύξηση 32% που μένει να φανεί το αν θα συνεχιστεί και τους υπόλοιπου μήνες του έτους.
Στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, η αύξηση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού αντανακλά κυρίως την αύξηση κατά 301,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεών τους σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού και, σε μικρότερο βαθμό, την αύξηση κατά 130,1 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε μετοχές επιχειρήσεων μη κατοίκων. Η αύξηση των υποχρεώσεών τους οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην άνοδο κατά 2,0 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ελληνικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια.
Στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων, καταγράφηκε μείωση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, λόγω της στατιστικής προσαρμογής που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 2,0 δισεκ. ευρώ) και της μείωσης κατά 1,6 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό. Η μείωση των υποχρεώσεών τους αντανακλά κυρίως τη μείωση κατά 5,3 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα (περιλαμβάνεται και ο λογαριασμός TARGET) και, σε μικρότερο βαθμό, τη στατιστική προσαρμογή που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 2,0 δισεκ. ευρώ).
Ισοζύγιο Κεφαλαίων
Τον Ιανουάριο του 2024, το ισοζύγιο κεφαλαίων κατέγραψε έλλειμμα, έναντι πλεονάσματος τον αντίστοιχο μήνα του 2023, και διαμορφώθηκε σε 166,9 εκατ. ευρώ, αντανακλώντας κυρίως τη μείωση κατά 1,2 δισεκ. ευρώ των καθαρών εισπράξεων στον τομέα της γενικής κυβέρνησης. Από την ΤτΕ, σημειώνεται ότι τον Ιανουάριο του 2023 είχε πραγματοποιηθεί η εκταμίευση της δεύτερης δόσης από το Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility – RRF), η οποία καταγράφηκε στα ισοζύγια δευτερογενών εισοδημάτων και κεφαλαίων.
Το «a» της Moody’s
To ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι ένα στοιχείο που παρακολουθούν από κοντά και οι οίκοι αξιολόγησης. Οι αναλυτές της Moody’s κατά την πρόσφατη εξέταση της ελληνικής οικονομίας από τον Οίκο, αξιολόγησαν τον κίνδυνο εξωτερικής ευπάθειας με «a». Πριν από την πανδημία, η Ελλάδα κατάφερε να μειώσει ουσιαστικά το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της, από περίπου 15% του ΑΕΠ που αποτελούσε το υψηλό κατά το 2008, σε μόλις 1,5% του ΑΕΠ το 2019. Ωστόσο, η πτώση του τουρισμού ως αποτέλεσμα της πανδημίας του κορονοϊού οδήγησε σε απότομη διεύρυνση του ελλείμματος κοντά στο 7% του ΑΕΠ το 2020 και το 2021. Οι υψηλές τιμές ενέργειας, σε συνδυασμό με την ισχυρή κατανάλωση και τις επενδύσεις οδήγησαν σε περαιτέρω διεύρυνση, στο 10,3% το 2022, αλλά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έχει βελτιωθεί σημαντικά σε έλλειμμα 6,4% του ΑΕΠ το 2023, λόγω των χαμηλότερων εισαγωγών ενέργειας και των ισχυρών τουριστικών εσόδων.
Τα καλά νέα
Η αύξηση των εξαγωγών αλλά και των ξένων επενδύσεων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας αλλά και από την βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Αυτό εξάλλου σημειώνει και πρόσφατη ανάλυση της Eurobank που αναφέρει πως η περαιτέρω βελτίωσή του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών εξαρτάται από τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, τις επενδύσεις σε εξωστρεφείς κλάδους και την εθνική αποταµίευση.
Υπό το πλαίσιο αυτό ενισχυτικά λειτουργεί το άλμα της χώρας μας σε κατατάξεις όπως αυτή του Economist Intelligence Unit. Ο Economist επισημαίνει ότι η βελτίωση στον δείκτη επιχειρηματικού περιβάλλοντος σε μία χώρα οδηγεί σε αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, των συνολικών επενδύσεων και των Ξένων Άμεσων Επενδύσεων για τα επόμενα 4 χρόνια.