Στο θέμα του κόστους σύνδεσης αλλά και περικοπών ΑΠΕ αναφέρθηκε ο Αντιπρόεδρος του ΑΔΜΗΕ Ι. Μάργαρης κατά την τοποθέτηση του στο 5ο POWER & GAS FORUM που διοργάνωσε το energypress.
Ο κ. Μάργαρης αναφέρθηκε στο παράδειγμα ενός λογαριασμού ρεύματος 206 ευρώ, εκ των οποίων το κόστος των δικτύων του ΑΔΜΗΕ που πληρώνει ο καταναλωτής είναι 6 ευρώ, οι συνολικά ρυθμιζόμενες χρεώσεις (ΥΚΩ, ΕΤΜΕΑΡ) είναι 50 ευρώ και το κόστος προμήθειας της ενέργειας είναι 110 ευρώ.
«Το κόστος των δικτύων είναι αμελητέο σε σχέση με το κόστος προμήθειας της ενέργειας. Ο μόνος τρόπος για να μειώσουμε το κόστος προμήθειας είναι να αναπτύξουμε δίκτυα τα οποία άλλωστε απαιτούνται στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αναφορικά με τις περικοπές ο Αντιπρόεδρος του ΑΔΜΗΕ τόνισε ότι είναι ένα θέμα που συζητιέται εδώ και δύο χρόνια και ακόμη υπάρχει σύγχυση. «Πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι περικοπές δεν γίνονται λόγω κορεσμού δικτύων, τόσο στην παρούσα φάση, όσο και για τα επόμενα δύο με τρία χρόνια», είπε. «Αυτή την στιγμή δεν υπάρχει στην Ελλάδα ρυθμιστικό πλαίσιο περικοπών. Θα πρέπει να υπάρξουν κανόνες, με στόχο να έχουν γνώση και οι επενδυτές».
Όσον αφορά το θέμα των αποζημιώσεων ο κ. Μάργαρης σημείωσε ότι έχει ήδη δεσμευτεί χώρος 28-30 GW από έργα ΑΠΕ σε λειτουργία, έργα με προσφορές σύνδεσης και τα υπεράκτια αιολικά, οπότε πρέπει να καθοριστεί ο τρόπος και ο φορέας αποζημίωσης εφόσον υπάρχει η βούληση για περαιτέρω ωρίμανση νέων έργων ΑΠΕ. Μάλιστα όπως εξήγησε, για να μην βρεθεί ο διαχειριστής σε κίνδυνο πτώχευσης, πρέπει να τεθούν ρυθμίσεις σήμερα, προσθέτοντας ότι ο ΔΕΔΔΗΕ έχει ξεκινήσει προσπάθεια να ελεγχθούν τα έργα του.
«Ο ΑΔΜΗΕ δεν πρέπει και δεν μπορεί να είναι φορέας αποζημίωσης αναλαμβάνοντας κίνδυνο ακόμη και πτώχευσης στο μέλλον. Μέχρι να ωριμάσουν λύσεις αποθήκευσης υδρογόνου κοκ. πρέπει να ρυθμιστεί το ζήτημα των αποζημιώσεων», ανέφερε.
Όσον αφορά την αύξηση επενδύσεων ΑΠΕ στη χώρα μας, ο κ. Μάργαρης τόνισε ότι η διείσδυση σε έργα ΑΠΕ στην Ελλάδα είναι 50%, με την χώρα να βρίσκεται, μέσα σε δύο-τρία χρόνια μπροστά ακόμα και από πιο ώριμες στον κλάδο αγορές όπως η Ισπανία, η Γερμανία και η Ιταλία.
Σε 3 χρόνια θα έχουμε πετύχει τους στόχους του 2030 και η όποια συζήτηση γίνεται θα πρέπει να βασίζεται πάνω σε αυτή την επιτυχία», τόνισε.