Ευρωπαϊκές τράπεζες: Crash test για την ρευστότητα των επιχειρήσεων - Πιέσεις σε κέρδη, ρευστότητα

Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Ευρωπαϊκές τράπεζες: Crash test για την ρευστότητα των επιχειρήσεων - Πιέσεις σε κέρδη, ρευστότητα
Χαμηλότερους ρυθμούς κερδοφορίας αναμένεται να δείξουν τα αποτελέσματα πρώτου τριμήνου των ευρωπαϊκών τραπεζών. Οι βασικοί παράγοντες ανησυχίας. Πώς προδιαγράφονται οι συνθήκες ρευστότητας.

Τις αντοχές του χρηματοπιστωτικού συστήματος, των επιχειρήσεων αλλά και της οικονομίας γενικότερα θα δοκιμάσουν τα αποτελέσματα πρώτου τριμήνου πολλών ευρωπαϊκών τραπεζών αυτή την εβδομάδα. Οι επενδυτές θα έχουν μία πιο σαφή εικόνα για το εάν τα υψηλά επιτόκια εξακολουθούν να τροφοδοτούν τα κέρδη των ευρωπαϊκών τραπεζών ή εάν το μακρόχρονο ράλι των μετοχών τους αρχίζει να ξεθωριάζει.

Ήδη, τα πρώτα αποτελέσματα της φινλανδικής Nordea και της ισπανικής Bankinter την προηγούμενη εβδομάδα έδειξαν ότι ο ρυθμός αύξησης των κερδών καλά κρατεί, παρά τις προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ στη συνεδρίαση του Ιουνίου.

Ωστόσο, αναλυτές εμφανίζονται επιφυλακτικοί ότι τα συρρικνούμενα περιθώρια κέρδους και η χαμηλή ζήτηση για δάνεια αποτελούν σημείο ανησυχίας, παρά το γεγονός ότι οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών καταγράφουν κέρδη 15% από τις αρχές του έτους έως σήμερα, ξεπερνώντας τα αντίστοιχα κέρδη των αμερικανικών τραπεζών με τις χαμηλότερες αποτιμήσεις τους να σημαίνουν ότι υπάρχουν περαιτέρω περιθώρια ανόδου.

Οι BNP Paribas, Deutsche Bank και Barclays θα ανακοινώσουν αποτελέσματα την Πέμπτη, ενώ θα ακολουθήσουν στα τέλη Απριλίου οι ισπανικές BBVA και Santander και την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου η γαλλική Societe Generale και η ελβετική UBS. Μετά από πολλά χρόνια χαμηλών επιτοκίων, η αύξηση του κόστους δανεισμού αποτέλεσε «game changer» για τα κέρδη των τραπεζών στην Ευρώπη, με τις μετοχές τους να έχουν εκτιναχθεί στα ύψη ως αποτέλεσμα της καταβολής μερισμάτων και επαναγοράς ιδίων μετοχών.

Χαμηλότεροι ρυθμοί κερδοφορίας

Ο ρυθμός κερδοφορίας των τραπεζών προβλέπεται να συγκρατηθεί τα επόμενα τρίμηνα, σύμφωνα με εκτιμήσεις της JPMorgan.

Η Deutsche Bank αναμένεται να παρουσιάσει κέρδη ύψους 1,2 δισ.ευρώ για 15ο διαδοχικό τρίμηνο από 1,16 δισ.ευρώ του 2023, χάρη στα υψηλά έσοδα από την επενδυτική τραπεζική της, ενώ η BNP Paribas αναμένεται να έχει καλύτερο πρώτο τρίμηνο σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2023, σύμφωνα με αναλυτές της UBS, οι οποίοι εκτιμούν πως η αναδίπλωση των προσδοκιών για μία σειρά επιτοκιακών μειώσεων φέτος θα μπορούσε να προσφέρει ένα απρόσμενο στήριγμα. Όσο για τις Santander και BBVA, προβλέπεται να παρουσιάσουν υψηλότερα καθαρά κέρδη.

Ωστόσο, οι χαμηλότερες επιδόσεις της ευρωπαϊκής οικονομίας έναντι της αμερικανικής και η πιθανότητα οι επιτοκιακές μειώσεις από την ΕΚΤ να προηγηθούν των αντίστοιχων στις ΗΠΑ ενδεχομένως να επιβαρύνουν την κερδοφορία των τραπεζών. Την προηγούμενη εβδομάδα, η αντιπρόεδρος της ισπανικής κεντρικής τράπεζας, Μαργαρίτα Ντελγκάντο, είπε ότι η αύξηση των καθαρών εντόκων εσόδων των τραπεζών δεν πρέπει να θεωρείται βιώσιμη.

Άλλωστε τα υψηλότερα επιτόκια για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε συνδυασμό με την εξασθενημένη οικονομία θα μπορούσαν να επιδεινώσουν τα προβλήματα στην αγορά εμπορικών ακινήτων, ένας κλάδος που βρίσκεται στο μέσον μίας μεγάλης και παρατεταμένης διόρθωσης και έχει να δώσει ακόμη πολύ «πόνο» στις μεγάλες ευρωπαϊκές και αμερικανικές τράπεζες.

«Εάν τα επιτόκια παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα για μεγάλο διάστημα και η οικονομία παραμείνει στάσιμη, τότε είναι πολύ πιθανόν να συσσωρευθούν ζημίες στα δανειακά χαρτοφυλάκια στην αγορά εμπορικών ακινήτων», αναφέρει ο Όλιβερ Γουίμαν της εταιρείας συμβούλων Edelman. Δεν είναι γνωστή ακόμη η λεπτομερής έκθεση των ευρωπαϊκών τραπεζών στην αγορά εμπορικών ακινήτων και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, για την οποία πολλοί αναλυτές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τη συσσώρευση επισφαλών δανείων.

Το 2024 θα παραμείνει ιδιαίτερα δύσκολο για όλους τους παίκτες σε όλες τις αγορές real estate, αναφέρει ο πρόεδρος της γερμανικής ένωσης τραπεζών VDP, Γκέρο Μπέργκμαν. Η κρίση στην αγορά ακινήτων πυροδοτήθηκε τόσο από τις επιτοκιακές αυξήσεις που έπληξαν κυρίως την αγορά εμπορικών ακινήτων, καθώς η υποτονική ανάπτυξη και η τηλεργασία περιόρισαν τη ζήτηση για γραφεία το 2023.

Αντίστοιχα, οι τιμές στην αγορά εμπορικών ακινήτων μειώθηκαν 12,1% στο τέταρτο τρίμηνο του 2023 συγκριτικά με το 2022. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο όγκος δανείων στην αγορά real estate από τις γερμανικές τράπεζες που ειδικεύονται στο συγκεκριμένο τομέα, παρουσίασε σημαντική μείωση: το 2023, οι γερμανικές Pfandbriefbanks χορήγησαν δάνεια αξίας 110 δισ.ευρώ συγκριτικά με τα αντίστοιχα των 160 δισ.ευρώ του 2022.

Ακόμη και εάν η ΕΚΤ αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια από τον Ιούνιο, η γερμανική ένωση τραπεζών δεν βλέπει να σταματά η ελεύθερη πτώση των τιμών στην αγορά εμπορικών ακινήτων πριν από τέλος του έτους, το νωρίτερο. Η αξία των συγκροτημάτων γραφείων προβλέπεται να υποχωρήσει περαιτέρω κατά 5% έως 10% φέτος, ενώ στον τομέα λιανεμπορίου και στέγης οι τιμές εκτιμάται ότι θα υποχωρήσουν 7,5% και 5% αντίστοιχα.

Χρηματοδότηση και συνθήκες ρευστότητας

Το 2024 θα λειτουργήσει ως crash test για την χρηματοδότηση και τις συνθήκες ρευστότητας των ευρωπαϊκών τραπεζών, εξέλιξη που ενδεχομένως να δυσκολέψει την ικανότητα κάποιων τραπεζών να στηρίξουν την οικονομία. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα κληθούν να διαχειριστούν τις επιπτώσεις από τις κινήσεις των κεντρικών τραπεζών να αποσύρουν υπερβάλλουσα ρευστότητα από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και να συρρικνώσουν τους ισολογισμούς τους.

Στην Ευρωζώνη, οι κινήσεις αυτές συνοψίζονται κυρίως στις στοχευμένες πράξεις μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO ΙΙΙ) και στο παθητικό QT. Σύμφωνα με αναλυτές της S&P Global, αυτού του είδους οι κινήσεις μπορεί να έχουν ασύμμετρες επιπτώσεις στα ευρωπαϊκά τραπεζικά συστήματα και μέσα σε αυτό το περιβάλλον της πιο περιορισμένης ρευστότητας, είναι πολύ πιθανόν οι τράπεζες να ανταγωνιστούν αναμεταξύ τους για την προσέλκυση της φθηνότερης πηγής χρηματοδότησης που είναι οι καταθέσεις. Αυτός ο ανταγωνισμός ωστόσο θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης για τις τράπεζες, ορισμένες εκ των οποίων θα το απορροφήσουν είτε μέσω μείωσης των περιθωρίων κέρδους τους είτε θα το μετακυλίσουν στους πελάτες τους οποίους δανείζουν.

Στο πρώτο τρίμηνο, η ζήτηση δανείων από επιχειρήσεις συνέχισε να μειώνεται σημαντικά σε αντίθεση με τις προσδοκίες για σταθεροποίηση. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στα υψηλότερα επιτόκια και στη μείωση των σταθερών επενδύσεων, γεγονός που αποτυπώνεται στη ζήτηση για μακροπρόθεσμο δανεισμό, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΚΤ, με την τάση αυτή να αναμένεται να συνεχιστεί και στο δεύτερο τρίμηνο. Επίσης, παρά το γεγονός ότι χαλάρωσαν οι προδιαγραφές για χορηγήσεις στεγαστικών δανείων σε νοικοκυριά για την αγορά κατοικίας, κάτι που συνέβη για πρώτη φορά από το τέταρτο τρίμηνο του 2021, η ζήτηση ήταν αρκετά μικρότερη απ΄ ό,τι περίμεναν οι τράπεζες, τάση που επίσης προβλέπεται ότι θα συνεχιστεί.

Αναμφισβήτητα, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα ολοένα και πιο δύσκολο περιβάλλον, εξαιτίας του επίμονα υψηλού πληθωρισμού και του υψηλότερου κόστους δανεισμού. Αυτό σημαίνει ότι ορισμένες επιχειρήσεις από διάφορους κλάδους θα χρειαστεί να διακόψουν ή να αναβάλουν επενδυτικά προγράμματα επειδή δεν μπορούν να σηκώσουν το κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους τους, γεγονός που με τη σειρά του έχει αντίκτυπο στις κεφαλαιουχικές επενδύσεις και στις προσλήψεις.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Στροφή στο «no landing» σενάριο από Société Générale

Μέτσολα: Ώρα να εμβαθύνουμε την ενιαία αγορά - Το πολυτιμότερο πλεονέκτημα της ΕΕ

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider