Ο στόχος του 2% της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) για τον πληθωρισμό είναι βασικός για την επίτευξη σταθερότητας των τιμών και απαραίτητος για τη διασφάλιση της οικονομικής ευημερίας, δήλωσε ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Νέας Υόρκης Τζον Γουίλιαμς.
Σύμφωνα με το Reuters, η υπεράσπιση του στόχου για τον πληθωρισμό έρχεται εν μέσω επίμονων εκκλήσεων από ορισμένες πλευρές προς τη Fed, να αναθεωρήσει τον τρόπο με τον οποίο καθοδηγεί, θέτει και επικοινωνεί την πολιτική της.
«Η θεωρία και η εμπειρία έχουν δείξει επίσης τη σημασία της διαφάνειας και της σαφούς επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού ενός σαφούς, μακροπρόθεσμου στόχου για τον πληθωρισμό και της λήψης κατάλληλων μέτρων για την υποστήριξη της επίτευξης αυτού του στόχου», δήλωσε ο Γουίλιαμς σε συνέδριο νομισματικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. «Αυτές είναι κρίσιμες κινήσεις για τη σταθεροποίηση των προσδοκιών για τον πληθωρισμό, οι οποίες, με τη σειρά τους, συμβάλλουν στη διατήρηση του στόχου για τον πληθωρισμό», πρόσθεσε.
Η Fed δίνει μάχη με τον υπερβολικά υψηλό πληθωρισμό για περισσότερα από δύο χρόνια, αυξάνοντας τα επιτόκια από σχεδόν μηδενικά τον Μάρτιο του 2022, κατά περισσότερες από πέντε πλήρεις ποσοστιαίες μονάδες, με έναν επιθετικό ρυθμό που δεν έχει παρατηρηθεί εδώ και 40 χρόνια.
Ενώ οι πιέσεις στις τιμές έχουν υποχωρήσει από την κορύφωσή τους στα μέσα του 2022, ο πληθωρισμός εξακολουθεί να τρέχει πάνω από τον στόχο του 2% της Fed, που για την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ από το 2012 αποτελεί τον «πυρήνα» της πολιτικής της.
Αργότερα μέσα στο έτος εικάζεται ότι η Fed θα σχεδιάσει μια ευρεία αναθεώρηση του πλαισίου της πολιτικής της, την ώρα που αρκετοί επικριτές της την προτρέπουν σε μεγάλες αλλαγές.
Ανάμεσά τους, ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Λόρενς Σάμερς στο ίδιο συνέδριο ανέφερε ότι η Fed πρέπει να ρίξει τον στόχο της για πληθωρισμό 2%.
Η τήρησή του, προέβλεψε, θα ανάγκαζε την οικονομία των ΗΠΑ σε μια «αρκετά σοβαρή ύφεση» τα επόμενα χρόνια. Ο Σάμερς έβαλε στο στόχαστρο και άλλους βασικούς άξονες της επικοινωνίας της Fed, συμπεριλαμβανομένου αυτού που αποκάλεσε τακτική «κακοφωνία» των απόψεων πολιτικής, καθώς τα μέλη του διοικητικού της εκθέτουν τις σκέψεις τους σε ομιλίες και σε δημόσιες εκδηλώσεις.