Οι διαβουλεύσεις που ξεκίνησαν μήνες πριν όπως έγραφε το insider για να σπάσει ο περίφημος «κουμπαράς» διαθεσίμων των 15,7 δισ. ευρώ που δημιουργήθηκε υποχρεωτικά από δόσεις μνημονιακών δανείων τελεσφόρησαν και η ημερομηνία κλειδί σύμφωνα με πληροφορίες ορίστηκε: είναι η 15η Σεπτεμβρίου όταν οι αρμόδιες ελληνικές αρχές θα υποβάλλουν στους θεσμούς της ΕΕ (EWG και ESM) ένα 3πλό αίτημα που θα βελτιώσει πιο πολύ το προφίλ του χρέους.
Οι κινήσεις γίνονται τότε γιατί η διαδικασία αυτή προβλέπεται 4 φορές τον χρόνο μαζί με την αντίστοιχη πληρωμή των δόσεων. Θα οδηγήσει σε ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας στις 15 Δεκεμβρίου. Είναι οι εξής:
1.Θα γίνει αίτημα στο EWG για πρόωρη αποπληρωμή των ακριβών διακρατικών δανείων του 1ου μνημονίου.
2. Θα γίνει παράλληλο αίτημα στον ESM να δεχθούν τα κράτη μέλη αυτή την πληρωμή (γιατί είναι επίσημοι δανειστές)
Οι 2 αυτές πρώτες κινήσεις έχουν γίνει άλλες 2 φορές, μία ετησίως το 2022 και το 2023. Και πάλι με αίτημα τον Σεπτέμβριο και με ολοκλήρωση στις 15/12 . Η διαφορά είναι πως αυτή τη φορά θα γίνει ένα «ενισχυμένο» αίτημα αποπληρωμής, πιο νωρίς, δόσεων ακριβών δανείων 3 ετών. Υπάρχει και μία άλλη διαφορά που σχετίζεται με την 3η κίνηση.
3. Θα γίνει – για πρώτη φορά – αίτημα ένα μέρος του ποσού αυτού (τα 5 δισ. ευρώ από τα 8 δισ. ευρώ) να προέλθει όχι από τα «ελεύθερα» διαθέσιμα αλλά από τα 15,7 δισ. ευρώ του «κουμπαρά» που είναι τόσα χρόνια δεσμευμένα.
Την κίνηση την επιβεβαίωσε χθες ο Πρωθυπουργός, μιλώντας στο Bloomberg. Μίλησε για πρόωρη αποπληρωμή δανείων ύψους 8 δισ. ευρώ ποσού που αντιστοιχεί σε δόσεις τριών ετών και από το οποίο τα 5 δισ. ευρώ θα προέλθουν από τον «κουμπαρά».
Ο κουμπαράς
Μεγάλο «ατού» στις εκδόσεις ομολόγων όλο το προηγούμενο διάστημα ήταν το πολύ υψηλό απόθεμα διαθεσίμων (στα 35 δισ. ευρώ περίπου), στα οποία περιλαμβάνονται και 15,7 δισ. ευρώ «μαξιλάρι» που δημιουργήθηκε από εκταμιεύσεις δανείων του 3ου μνημονίου και είναι «δεσμευμένο» για την εξυπηρέτηση του χρέους. Η πρώτη αρχή για την αξιοποίησή του έγινε… γραπτώς στην τελευταία έκθεση των θεσμών για την μεταπρογραμματική εποπτεία: «Η Ελλάδα μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτό το ποσό και για άλλους σκοπούς, μετά από έγκριση των διοικητικών οργάνων του ESM» αναφέρεται. Ανάλογη αναφορά μένει να φανεί πως θα αποτυπώνεται στο νέο πόρισμα που θα ανακοινωθεί στις 19 Ιουνίου, αλλά πλέον σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία έχει δρομολογηθεί.
Από τα 15,7 δισ. ευρώ φέτος θα γίνει αίτημα αποδέσμευσης των 5 δισ. ευρώ. Η διαδικασία αυτή είχε προαναγγελθεί πως θα είναι σταδιακή και θα συνεχιστεί τα επόμενα έτη πιθανόν με ανάλογο ρυθμό σε όρους αξίας σύμφωνα με πληροφορίες, ο οποίος όμως θα εξαρτηθεί και από τα διεθνή και εγχώρια δεδομένα.
Η αποπληρωμή του δανείου και ο «άσος»
Το 2023 η Ελλάδα αποπλήρωσε πρόωρα τη 2πλή δόσης 5,29 δισ. ευρώ διακρατικών δανείων (GLF) τα οποία οφείλονται σε χώρες της ευρωζώνης στο πλαίσιο του πρώτου μνημονίου. Ήταν δάνεια λήξης 2024 και 2025 και είχε δρομολογηθεί από τον ΟΔΔΗΧ από την προηγούμενη άνοιξη. Πλέον, στο επίκεντρο είναι η 3ετία 2026-2028. Όταν οι κινήσεις ολοκληρωθούν στις 25 Δεκεμβρίου θα απομείνει υπόλοιπο δανείων 31,6 δισ. ευρώ βελτιώνοντας το προφίλ του ελληνικού χρέους αφού πρόκειται για ακριβά δάνεια.
Μεγάλο ατού του ελληνικού χρέους είναι η αξία των διαθεσίμων του ελληνικού Δημοσίου που έχουν αυξηθεί σημαντικά και μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2024 ( από τα 33,624 στα 35,663 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου). Το ποσό αυτό δεν βοηθά μονό στο αίτημα να απελευθερωθεί ο εν λόγω «κουμπαράς» των 15,7 δισ. που περιλαμβάνεται ως υποσύνολο αλλά και σε έναν άλλο δείκτη, του καθαρού χρέους που επίσης βελτιώνεται.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΔΔΗΧ στο τέλος Μαρτίου το συνολικό χρέος περιορίστηκε οριακά σε αξία από τα 356,695 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου στα 356,050 δις ευρώ στο τέλος Μαρτίου. Το καθαρό χρέος που «αφαιρεί» το ύψος των διαθεσίμων (και για να είναι δίκαιο μετρά και τη μεταβολή των ληξιπρόθεσμών οφειλών) περιορίστηκε ακόμη πιο πολύ: από τα 323,071 δισ. στο τέλος Δεκεμβρίου στα 320,387 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου. Και θα είχε πάει καλύτερα αν οι εκκρεμείς ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις προς τρίτους και οι επιστροφές φόρων δεν είχαν αυξηθεί την ίδια περίοδο από τα 2,801 δισ. ευρώ στα 3,301 δισ. ευρώ. Ο λόγος για ένα μέγεθος το οποίο φαίνεται πως έχει αρχίσει να «μετράει» όλο και πιο πολύ στις αγορές δείχνοντας την πτωτική τάση και τη θετική δυναμική που αναπτύσσεται.