«Φως στον ορίζοντα» για ένα από τα σημαντικά αγκάθια στις διαπραγματεύσεις Αθήνας – Λευκωσίας για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας-Κύπρου, φαίνεται πως προέκυψε στη σημερινή συνάντηση Χριστοδουλίδη – Μητσοτάκη.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Προεδρίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο κ. Χριστοδουλίδης επιβεβαίωσε στον Έλληνα πρωθυπουργό την πολιτική δέσμευση της Κυπριακής Δημοκρατίας για συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του έργου το συντομότερο δυνατόν, και αφού ολοκληρωθεί η μελέτη της δέουσας επιμέλειας και η σύσταση εταιρείας ειδικού σκοπού, για την οποία βρίσκονται σε εξέλιξη προχωρημένες διαβουλεύσεις και με τρίτα κράτη.
Όπως προστίθεται στην ανακοίνωση, οι δύο πολιτικοί ηγέτες επαναβεβαίωσαν το ενδιαφέρον και την πολιτική δέσμευση Κύπρου και Ελλάδας για υλοποίηση του υψηλής στρατηγικής και οικονομικής σημασίας έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης ανάμεσα στις δύο χώρες.
Μένει να φανεί αν η συγκεκριμένη δήλωση προθέσεων της Λευκωσίας μπορεί να μετουσιωθεί σε μία κοινά αποδεικτή φόρμουλα, που θα άρει το συγκεκριμένο σημείο διαφωνίας. Σύμφωνα πάντως με αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, επικρατεί συγκρατημένη αισιοδοξία ότι είναι πιθανό να βρεθεί συνολικά χρυσή τομή.
Όπως έχει γράψει το insider.gr, στην πρόσφατη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της Κυπριακής Δημοκρατίας, ένα από τα βαρύνουσας σημασίας θέματα που έφερε νέα εμπλοκή ήταν το γεγονός ότι το κυπριακό υπουργικό Συμβούλιο δεν κλείδωσε την «είσοδο» της Κυπριακής Δημοκρατίας στον φορέα υλοποίησης του πρότζεκτ, με την απόφαση να παραπέμπει την απόφαση σε δεύτερο χρόνο και υπό προϋποθέσεις. Το θέμα αυτό αποτελεί κόκκινη γραμμή για την ελληνική κυβέρνηση, με δεδομένο εξάλλου ότι είχε συμφωνηθεί να αποτελέσει αντιστάθμισμα στην ελληνική πρόταση για επιμερισμό κατά 50-50% του γεωπολιτικού κινδύνου.
Σημαντικό επίσης λόγο για την αντίδραση της Αθήνας παίζει το γεγονός η «είσοδος» της Λευκωσίας θα δείξει έμπρακτα την κυπριακή στήριξη στη διασύνδεση και στα οφέλη της για το ενεργειακό σύστημα του νησιού. Αντίθετα, όσο ο βασικός ωφελούμενος από το έργο παραμένει επιφυλακτικός για τις προοπτικές του, δίνεται «σήμα» αβεβαιότητας σε όποιον άλλο επενδυτή ενδιαφέρεται να εμπλακεί στο πρότζεκτ.
Υπενθυμίζεται ότι λίγες ώρες νωρίτερα, την αισιοδοξία ότι θα υπάρξουν θετικά νέα σύντομα για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου, είχε εκφράσει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, στην καθιερωμένη ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, κληθείς να σχολιάσει τι διημείφθη στη συνάντηση Μητσοτάκη – Χριστοδουλίδη για το θέμα.
Ο κ. Μαρινάκης τόνισε πως πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό έργο, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Κύπρο, για το οποίο η κυβέρνηση επιθυμεί την ευτυχή κατάληξη των συζητήσεων. Υπογράμμισε πως αντικείμενο των διαπραγματεύσεων των δύο χωρών αποτελεί αποκλειστικά το οικονομικό σκέλος του έργου. «Είμαστε αισιόδοξοι ότι θα υπάρξει θετική έκβαση», είχε προσθέσει.
Όπως είναι γνωστό, έτερο «αγκάθι» στην επίτευξη συμφωνίας -το οποίο μάλιστα προέκυψε για πρώτη φορά από την κυπριακή απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου- είναι η πρόβλεψη στην απόφαση για ανατροπή του επιμερισμού του κόστους της διασύνδεσης, στην περίπτωση που αυτό υπερβεί τον αρχικό προϋπολογισμό (1,9 δισ. ευρώ). Υπενθυμίζεται ότι ο επιμερισμός του κόστους ανάμεσα σε Ελλάδα και Κύπρο (Cross Border Cost Allocation) προβλέπει πως η ανάκτηση θα γίνει κατά 37% από την Ελλάδα και κατά 63% από την Κύπρο – η οποία υπολογίστηκε με βάση το όφελος στα δύο ενεργειακά συστήματα.
Σύμφωνα με την απόφαση, σε περίπτωση υπέρβασης του υπολογισμού, ο επιμερισμός του υπερβάλλοντος ποσού θα γίνει 50-50% ανάμεσα στις δύο χώρες. Στην πράξη, το νέο κυπριακό αίτημα ανατρέπει το πλαίσιο που έχει συνομολογηθεί ανάμεσα στις δύο χώρες και το οποίο βασίστηκε στο όφελος που θα έχουν τα ενεργειακά τους συστήματα (και επομένως οι καταναλωτές) από το έργο.
Την ίδια στιγμή, το κείμενο της απόφασης δείχνει πως έχουν μπει αστερίσκοι και στα σημεία σύγκλισης με τα συμφωνηθέντα ανάμεσα σε Αθήνα και Λευκωσία. Ενδεικτική περίπτωση αποτελεί η ανάκτηση εσόδου και από την Κύπρο κατά την περίοδο κατασκευής του έργου, καθώς στο κείμενο αναφέρεται πως το ποσό αυτό μπορεί να φτάσει «μέχρι τα 125 εκατ. ευρώ» και όχι ότι θα ανέλθει σε αυτό το ύψος.