Σε επί τα βελτίω αναθεώρηση της εκτίμησής της για τη αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας τη φετινή χρονιά προχώρησε η UniCredit, στο 2,3% από 1,9% προηγουμένως, στη βάση του ισχυρότερου carry - over, ενώ διατηρεί σταθερή την εκτίμηση για το 2025 στο 1,7%.
Όπως αναφέρει η Tullia Bucco, οικονομολόγος του οίκου αρμόδια για τη Νότια Ευρώπη, για άλλη μια φορά, η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας εξέπληξε θετικά στο δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, σημειώνοντας άνοδο 1,1% σε τριμηνιαία βάση (μετά από 0,8% σε τριμηνιαία βάση προηγουμένως), λόγω της επιτάχυνσης της βιομηχανικής δραστηριότητας εν μέσω μιας υγιούς εγχώριας και παγκόσμιας ζήτησης. Η αύξηση της βιομηχανικής δραστηριότητας μεταφράστηκε σε ισχυρή συσσώρευση αποθεμάτων και σημαντική αύξηση των εισαγωγών, από τις οποίες εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η βιομηχανική παραγωγή. Η καθαρή επίδραση στην αύξηση του ΑΕΠ ήταν ιδιαιτέρως θετική.
Οι έρευνες για το επιχειρηματικό κλίμα δείχνουν μια πιθανή επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ, καθώς η μειωμένη ζήτηση για ελληνικά προϊόντα μεταποίησης εξελίσσεται σε χαμηλότερα επίπεδα παραγωγής. Η ανάπτυξη των υπηρεσιών πιθανότατα επίσης επιβραδύνθηκε, αν και πιθανότατα συνέχισε να παραμένει σε αξιοπρεπή επίπεδα χάρη στην ανθεκτικότητα στους τομείς που σχετίζονται με τον τουρισμό.
Ως εκ τούτου, η UniCredit αναμένει μια ήπια πορεία στο τρίτο τρίμηνο ακολουθούμενη από μια μέτρια εκ νέου επιτάχυνση στο τέταρτο τρίμηνο. Η υγιής ανάπτυξη της εγχώριας ζήτησης θα αντισταθμίσει εν μέρει την αρνητική συμβολή των καθαρών εξαγωγών, καθώς η εξασθένηση της παγκόσμιας ζήτησης επιβαρύνει τις εξαγωγές αγαθών, ενώ η αύξηση των εισαγωγών παραμένει ανθεκτική.
Οι πάγιες επενδύσεις αναμένεται να υποστηριχθούν περαιτέρω από την ώθηση από τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης και τις εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων, ενώ η ιδιωτική κατανάλωση θα επωφεληθεί από την υγιή αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, καθώς ο πληθωρισμός αναμένεται να επιβραδυνθεί περισσότερο από την ονομαστική αύξηση του εισοδήματος εργασίας.
Ο ιταλικός οίκος βλέπει επιβράδυνση του πληθωρισμού τους επόμενους μήνες (στο 2,6% φέτος και στο 1,8% το 2025) λόγω της εξομάλυνσης των τιμών ενέργειας, των τροφίμων και των βιομηχανικών προϊόντων. Η συγκρατημένη παγκόσμια ζήτηση είναι πιθανό να δυσκολέψει τη βιομηχανία να μετακυλίσει την αύξηση των τιμών των ενδιάμεσων αγαθών και των προμηθειών αποστολής στους πελάτες. Ο δομικός πληθωρισμός προβλέπεται να υποχωρήσει πιο σταδιακά λόγω του επίμονου πληθωρισμού στο σκέλος των υπηρεσιών.
Ο προϋπολογισμός του 2025 αναμένεται να στοχεύσει σε ευρεία σταθεροποίηση του πρωτογενούς πλεονάσματος κοντά στα επίπεδα του 2%, επιβεβαιώνοντας την προθυμία της κυβέρνησης να εμμείνει σε μια γενικά ουδέτερη δημοσιονομική στάση το επόμενο έτος. Στο πλαίσιο της αυξανόμενης εισοδηματικής ανισότητας και της φτώχειας στην Ελλάδα από την κρίση της πανδημίας, η κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη να εκμεταλλευτεί την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην ενίσχυση του πρωτογενούς πλεονάσματος για να υιοθετήσει πιο αναδιανεμητικές δημοσιονομικές πολιτικές. Για τον σκοπό αυτό, ανακοίνωσε πρόσφατα ένα επιπλέον πακέτο μέτρων ύψους 1 δισ. ευρώ (0,5% του ΑΕΠ) με στόχο την ανακούφιση των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα και τη στήριξη της ανάπτυξης της απασχόλησης, σημειώνει η UniCredit.
Όπως επισημαίνει η Bucco, αν και αυτό το πακέτο κινδυνεύει να αυξήσει το πρωτογενές έλλειμμα εάν η αύξηση του ΑΕΠ αποδειχθεί ασθενέστερη από την προβλεπόμενη για το επόμενο έτος, αναμένει ότι η κυβέρνηση θα λάβει διορθωτικά μέτρα για να αποφύγει οποιαδήποτε σημαντική διολίσθηση στα δημοσιονομικά ισοζύγια, εάν χρειαστεί. Ο συνδυασμός ενός μεγάλου πρωτογενούς πλεονάσματος και των σημαντικών επιπτώσεων «snowball effect» αναμένεται να οδηγήσουν σε περαιτέρω σημαντική μείωση του δείκτη δημόσιου χρέους (εξαιρουμένων των αναβαλλόμενων τόκων για τα δάνεια του EFSF) στο 153,1% και στο 146,8% του ΑΕΠ το 2024 και το 2025, αντίστοιχα.