Με νέες απειλές Τραμπ ξεκίνησε η εβδομάδα, με τον Αμερικανό πρόεδρο να στοχεύει τώρα τις εισαγωγές στις ΗΠΑ αλουμινίου και χάλυβα, κίνηση στην οποία είχε προβεί και στην πρώτη θητεία, στέλνοντας ριπές προς όλες τις κατευθύνσεις. Το τοπίο παραμένει θολό καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος δεν έχει υπογράψει ακόμη το εκτελεστικό διάταγμα, παρότι ο Τραμπ είπε την Κυριακή ότι θα εισαγάγει νέους δασμούς 25% σε όλες τις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου πέρα από τους υπάρχοντες δασμούς στα μέταλλα, ρίχνοντας ξανά «λάδι» στην φωτιά ενός εμπορικού πολέμου.
Ο Τραμπ έχει ήδη ανακοινώσει, παρότι στη συνέχεια έκανε μία παύση ενός μηνός, γενικούς δασμούς 25% στις εισαγωγές από τον Καναδά και το Μεξικό και στη συνέχεια προχώρησε με νέους δασμούς 10% σε κινεζικά εισαγόμενα αγαθά. Το τελευταίο του σχέδιο είναι συνέχεια της πρώτης θητείας του, όταν οι εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου υποβλήθηκαν σε αυξήσεις δασμών μετά από χρόνια καταγγελιών από αμερικανικές εταιρείες και συνδικάτα.
Οι επενδυτές δεν είναι βέβαιοι εάν η όλη συζήτηση για τους δασμούς γίνεται ως μέσο διαπραγμάτευσης στα «χέρια» του Ντόναλντ Τραμπ για να επιτύχει παραχωρήσεις ή είναι τελικά μία πραγματικότητα που θα επιτείνει το διεθνή ανταγωνισμό και θα οδηγήσει σε έναν εμπορικό πόλεμο.
Οι αμερικανικές εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου αποτιμώνται σε σχεδόν 50 δισ. δολάρια, με βάση στοιχεία του 2024. Αν και η κίνηση στοχεύει στην ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής, εκτιμάται ότι θα έχει μεγάλες επιπτώσεις για την ευρύτερη αμερικανική οικονομία, σύμφωνα με το Bloomberg, καθώς οι ΗΠΑ στηρίζονται τα μέγιστα στις εισαγωγές για να καλύψουν μέρος της ζήτησης για τα μέταλλα σε τομείς όπως οι κατασκευές, η αυτοκινητοβιομηχανία, η συσκευασία ποτών και η παραγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού.
Οι εμπορικές τριβές στο διεθνή κλάδο χάλυβα και αλουμινίου αυξήθηκαν το περασμένο έτος εν μέσω της νέας γενικότερης πλημμύρας προϊόντων από την Κίνα. Αυτό οδήγησε σε εμπορικά μέτρα κατά των κινεζικών εισαγωγών από πολλές χώρες, όπως το Βιετνάμ, η Ινδία και η ΕΕ.
Το 2018, κατά την πρώτη του θητεία στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ επέβαλε δασμούς 25% στις εισαγωγές χάλυβα και 10% στις εισαγωγές αλουμινίου. Στόχος του ήταν να επανεκκινήσει την παραγωγή των ΗΠΑ, καθιστώντας ωστόσο το ξένο υλικό πιο ακριβό για τους Αμερικανούς αγοραστές. Τελικά, ορισμένοι μεγάλοι προμηθευτές, συμπεριλαμβανομένου του Καναδά, του Μεξικού και της ΕΕ, εξαιρέθηκαν.
Συνολικά το 2018, επλήγησαν εξαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από την ΕΕ αξίας περίπου 6,4 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τους FT. Οι Βρυξέλλες χρειάστηκαν τρεις μήνες για να απαντήσουν, αλλά στη συνέχεια επέβαλαν δασμούς σε εισαγωγές από τις ΗΠΑ αξίας περίπου 2,8 δισ. ευρώ, που περιελάμβαναν περίπου το ένα τρίτο χάλυβα και αλουμίνιο, το ένα τρίτο γεωργικά προϊόντα και το ένα τρίτο άλλα αγαθά.
Ποιοι πλήττονται
Οι καθαρές εισαγωγές των ΗΠΑ εκπροσωπούν πάνω από τα τέσσερα πέμπτα των αναγκών της χώρας σε αλουμίνιο και περίπου το 17% των αναγκών της σε χάλυβα, σύμφωνα με στοιχεία της Morgan Stanley.
Ο Καναδάς θα μπορούσε να υποστεί το μεγαλύτερο πλήγμα από τους δασμούς ως ο κορυφαίος προμηθευτής και των δύο μετάλλων στον νότιο γείτονά του. Αντιπροσωπεύει το 58% των εισαγωγών αλουμινίου στις ΗΠΑ με βάση τον όγκο, ενώ ακολουθούν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα με 6% και η Κίνα με 4%, σύμφωνα με στοιχεία της αμερικανικής κυβέρνησης. Για τον χάλυβα, ο Καναδάς είναι και πάλι ο μεγαλύτερος προμηθευτής με 23%, ακολουθούμενος από τη Βραζιλία με 16%, το Μεξικό με 12% και τη Νότια Κορέα με 10%.
Η Γερμανία εξήγαγε πέρυσι στις ΗΠΑ χάλυβα αξίας 2,7 δισ. ευρώ, ωστόσο η επιβολή δασμών θα μπορούσε να δώσει το καίριο πλήγμα στη γερμανική χαλυβουργία που ήδη αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει το The Spectator. Σημαντικό πλήγμα θα επέφερε και στη βρετανική βιομηχανία, σύμφωνα με τoν Guardian.
H UK Steel προειδοποίησε ότι η επιβολή δασμών των ΗΠΑ στο βρετανικό χάλυβα θα ήταν η «χαριστική βολή» για τη βιομηχανία. «Οι ΗΠΑ είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά μας μετά την ΕΕ. Σε μία περίοδο που συρρικνώνεται η ζήτηση και το κόστος είναι υψηλός, η αύξηση του προστατευτισμού παγκοσμίως, ειδικά στις ΗΠΑ, θα πλήξει τις εξαγωγές μας και ταυτόχρονα τη συμβολή της βιομηχανίας χάλυβα, άνω των 400 εκατ. στερλινών, στο βρετανικό εμπορικό ισοζύγιο», δήλωσε στη βρετανική εφημερίδα ο γενικός διευθυντής της UK Steel, Γκάρεθ Στέις.
Ωστόσο, δεν είναι σαφές πώς θα σχετίζονται οι νέοι δασμοί για το χάλυβα και το αλουμίνιο με τα εμπορικά μέτρα που ήδη ισχύουν. Για παράδειγμα, δεν είναι γνωστό εάν οι νέοι δασμοί στα μέταλλα θα προστεθούν στους υπόλοιπους δασμούς, δηλαδή στο νέο γενικό δασμό 10% σε όλα τα κινεζικά προϊόντα και στον παλαιότερο δασμό 25% που ισχύει για τον κινεζικό χάλυβα.
Οι ανησυχίες της ΕΚΤ και η στάση Κομισιόν
Στην εμπορική πολιτική των ΗΠΑ αναφέρθηκε ο Αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουί ντε Γκίντος, προειδοποιώντας για μεγάλες τριβές στην παγκόσμια οικονομία, μιλώντας στην ισπανική τηλεόραση TVE. Η Ευρωζώνη απειλείται με δασμούς από την κυβέρνηση Τραμπ που θα μπορούσαν να καταστρέψουν τις ελπίδες για μέτρια οικονομική ανάπτυξη το 2025, υπογράμμισε.
Ο ντε Γκίντος είπε ότι εκτός από τους γεωπολιτικούς κινδύνους, η πολιτική της νέας αμερικανικής κυβέρνησης δημιουργεί μια κατάσταση τεράστιας αβεβαιότητας. Προειδοποίησε δε, ότι η εφαρμογή των δασμολογικών εισφορών θα δημιουργήσει μία κρίση προσφοράς που θα επηρεάσει θεμελιωδώς την παγκόσμια ανάπτυξη. Αναφορικά με τις συνέπειες για τον πληθωρισμό, θεωρεί ότι είναι πολύ λιγότερο σαφείς, λόγω του πλήγματος στην παραγωγή.
Για το λόγο αυτό και υπογράμμισε τη σημασία αποφυγής ενός εμπορικού πολέμου και την ανάγκη διαπραγμάτευσης, δεδομένου ότι ένας εμπορικός πόλεμος οδηγεί αμέσως σε πτώση της οικονομικής δραστηριότητας και καταλήγει σε μια κατάσταση στην οποία είναι όλοι χαμένοι.
Από την πλευρά της, η Κομισιόν αναμένει διασαφηνίσεις, επισημαίνοντας ότι δεν έχει λάβει επίσημη ενημέρωση ή εξηγήσεις από την Ουάσιγκτον σχετικά με τους δασμούς Τραμπ σε αλουμίνιο και χάλυβα. «Η ΕΕ δεν βλέπει καμία δικαιολογία για την επιβολή δασμών στις εξαγωγές της. Θα αντιδράσουμε για να προστατεύσουμε τα συμφέροντα σε επιχειρήσεις και καταναλωτές από αδικαιολόγητα μέτρα», αναφέρει στην ανακοίνωσή της.
«Η επιβολή δασμών θα ήταν παράνομη και οικονομικά αντιπαραγωγική, ιδίως δεδομένων των βαθιά ολοκληρωμένων αλυσίδων παραγωγής που δημιούργησαν η ΕΕ και οι ΗΠΑ μέσω του διατλαντικού εμπορίου και των επενδύσεων. Οι δασμοί είναι ουσιαστικά φόροι. Επιβάλλοντας δασμούς, οι ΗΠΑ θα φορολογήσουν τους πολίτες τους, θα αυξήσουν το κόστος για τις επιχειρήσεις και θα τροφοδοτήσουν τον πληθωρισμό. Επιπλέον, οι δασμοί ενισχύουν την οικονομική αβεβαιότητα και διαταράσσουν την αποτελεσματικότητα και την ολοκλήρωση των παγκόσμιων αγορών», προσθέτει η ανακοίνωση.
Θα επιτύχουν οι δασμοί το στόχο τους;
Όταν η πρώτη κυβέρνηση του Τραμπ επέβαλε δασμούς στον χάλυβα και το αλουμίνιο, ο στόχος ήταν να γίνουν οι ΗΠΑ πιο αυτάρκεις σε αυτά τα μέταλλα. Αλλά το 2024, η παραγωγή της βιομηχανίας χάλυβα των ΗΠΑ ήταν 1% χαμηλότερη από ό,τι ήταν το 2017, πριν από τον πρώτο γύρο των δασμών Τραμπ και η βιομηχανία αλουμινίου παρήγαγε σχεδόν 10% λιγότερο, σύμφωνα με το Bloomberg.
Το αυξανόμενο κόστος - ειδικά για την εργασία και την ενέργεια - υπήρξε σημαντικός παράγοντας στη μακροπρόθεσμη αποδυνάμωση αυτών των βιομηχανιών. Ο Καναδάς διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην προμήθεια αλουμινίου στις ΗΠΑ, επειδή τα εργοστάσιά του συχνά χρησιμοποιούν φθηνή υδροηλεκτρική ενέργεια.
Ενώ οι δασμοί μπορούν να υποστηρίξουν τη διευρυμένη εγχώρια παραγωγή, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι πληθωρισμός που εν τέλει θα βλάψει τους καταναλωτές. Και ένας κλάδος που θα πληγεί σοβαρά είναι αυτός του αυτοκινήτου και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, σε μία περίοδο που η ζήτηση για νέα οχήματα είναι εξαθενημένη, ειδικά στην Ευρώπη. Υπενθυμίζεται ότι αυτοκινητοβιομηχανίες, όπως η General Motors και η Ford, αναγκάστηκαν να υποβαθμίσουν τις προβλέψεις τους για τα κέρδη τους ή να χάσουν τις προσδοκίες των αναλυτών το 2018 λόγω της αβεβαιότητας των δασμών καθώς και του αυξανόμενου κόστους πρώτων υλών από τους δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα στις ΗΠΑ.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Columbia Threadneedle, Στίβεν Μπελ, προειδοποίησε, σε δηλώσεις του στο Reuters για έναν πιθανό εμπορικό πόλεμο που θα μπορούσε να ανατρέψει την καθιερωμένη παγκόσμια τάξη. Οι κινήσεις αυτές Τραμπ θα μπορούσαν επίσης να εντείνουν τις προσπάθειες της Κίνας, της Βραζιλίας, της Ρωσίας και του Ιράν να αποδυναμώσουν την εξάρτηση των αναδυόμενων χωρών από το αμερικανικό νόμισμα για το εμπόριο, υπονομεύοντας την παγκόσμια ηγεμονία του.
Ο οικονομολόγος της Citigroup, Νάθαν Στις, είναι μεταξύ αυτών που επανεκτιμούν την άποψή τους για την οικονομία Τραμπ μετά τις πρώτες εβδομάδες του στην εξουσία. «Ο τόνος του Τραμπ για τους δασμούς ήταν κάπως πιο επιθετικός και δυναμικός από ό,τι περίμενα. Υπάρχει ένα σενάριο στο οποίο θα εξαπολύσει έντονα χτυπήματα το 2025 και στη συνέχεια το 2026 θα προσπαθήσει να επιτύχει ισορροπίες», δηλώνει στο Bloomberg, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι δασμοί λειτουργούν περισσότερο ως διαπραγματευτικό μέσο.
Ο Μόρις Όμπστφιλντ, που υπηρέτησε ως επικεφαλής οικονομολόγος στο ΔΝΤ για τρία έτη έως το 2018, προειδοποίησε, μιλώντας επίσης στο Bloomberg, ότι ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους είναι ότι οι επιχειρήσεις μπορεί να παγώσουν τις επενδύσεις έως ότου «καθίσει η σκόνη των δασμών», όπως συνέβη και στην πρώτη θητεία του. Ο δείκτης που παρακολουθεί την αβεβαιότητα στις εμπορικές πολιτικές των ΗΠΑ βρίσκεται σήμερα σε επίπεδα πολύ υψηλότερα από αυτά στην πρώτη θητεία Τραμπ.