Μεγάλες αλλαγές στον κλάδο του λιανικού εμπορίου καταγράφονται τα τελευταία χρόνια, καθώς το νέο περιβάλλον που έχουν δημιουργήσει οι αλλεπάλληλες κρίσεις των τελευταίων ετών, με επίκεντρο την πανδημική και εν συνεχεία την πληθωριστική, αποτελεί πρόσφορο έδαφος για τη δημιουργία νέων καταναλωτικών τάσεων που μπορούν να ανατρέψουν άρδην αγοραστικές συνήθειες που ίσχυαν για χρόνια.
Όπως ανέφερε την Τετάρτη σε διαδικτυακή συνέντευξη Τύπου της ΕΣΕΕ ο συντονιστής του Τμήματος Οικονομικής Ανάπτυξης του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ, Μανόλης Μανιούδης, ο εγχώριος κλάδος του λιανεμπορίου – ένας από τους κλάδους που χαρακτηρίζεται από μεγάλη ετερογένεια – βρίσκεται σε τροχιά ευρύτερων μετασχηματισμών το τελευταίο διάστημα.
Μια ξεκάθαρη τάση που έγινε ορατή ειδικά μετά την πανδημία είναι η μεγέθυνση του ψηφιακού καναλιού, καθώς ολοένα και περισσότεροι καταναλωτές στρέφονται στις ηλεκτρονικές αγορές, ακολουθώντας τις επιταγές της σύγχρονης εποχής, με επίκεντρο τη μετάβαση του κλάδου στην ψηφιακή εποχή. «Πλέον περισσότεροι από έξι στους δέκα καταναλωτές που χρησιμοποιούν το διαδίκτυο προχωρούν και σε online αγορές, γεγονός που ωφελεί κυρίως τις μεγάλες επιχειρήσεις», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Μανιούδης. Ωστόσο, όπως παραδέχθηκε, εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλο έλλειμμα ψηφιοποίησης στον κλάδο και αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα και συντονισμένα.
Παράλληλα, μια νέα τάση που κερδίζει συνεχώς έδαφος τα τελευταία χρόνια είναι η αγορά των μεταχειρισμένων ειδών. Ένδυση, υπόδηση, έπιπλα και φυσικά κάθε είδους gadget έχουν την τιμητική τους στην second hand αγορά και αποτελούν έναν ταχέως αναπτυσσόμενο καταναλωτικό πόλο που προτιμούν όχι μόνο οι νεότερες ηλικίες, αλλά και οι μεγαλύτεροι. «Τα μεταχειρισμένα είδη γνωρίζουν μεγάλη αύξηση και αυτή συνιστά μια ακόμη αλλαγή που έχει συντελεστεί στον κλάδο τα τελευταία χρόνια», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Μανιούδης. Τα νούμερα, δε, μιλούν από μόνα τους. Με αύξηση πωλήσεων 7,7%, τα μεταχειρισμένα είδη βρίσκονται μεταξύ των επιμέρους κατηγοριών του λιανικού εμπορίου, εκτός καυσίμων, τροφίμων και οχημάτων, που το 2024 παρουσίασαν, σε σχέση με το 2023, τις καλύτερες επιδόσεις βελτίωσης του τζίρου τους, σε όρους ποσοστιαίων μεταβολών.
Την ίδια στιγμή, ο τομέας των ηλεκτρικών οικιακών συσκευών καταγράφει σταθερά μείωση τζίρου τα τελευταία χρόνια, με τον κ. Μανιούδη να επισημαίνει πως «γίνεται ολοένα και πιο ορατή η αποστροφή των καταναλωτών στην επένδυση σε σταθερά καταναλωτικά αγαθά». Είναι ενδεικτικό άλλωστε ότι με μείωση πωλήσεων 7,5%, οι ηλεκτρικές οικιακές συσκευές βρίσκεται στην πρώτη θέση μεταξύ των επιμέρους κατηγοριών του λιανικού εμπορίου, εκτός καυσίμων, τροφίμων και οχημάτων, που το 2024, σε σχέση με το 2023, παρουσίασαν τις χειρότερες επιδόσεις του τζίρου τους. Ακολουθούν τα είδη ήχου και εικόνας με μείωση πωλήσεων κατά 7,1%.
Τέλος, σύμφωνα με τον κ. Μανιούδη, τα τελευταία χρόνια έχει συντελεστεί και μια ακόμη αλλαγή, η οποία αφορά κυρίως στην αγοραστική συμπεριφορά των καταναλωτών, η οποία έως έναν βαθμό συνδέεται και με την άνοδο του ηλεκτρονικού εμπορίου. Καθώς πλέον το καταναλωτικό κοινό έχει ολοένα και περισσότερα κανάλια στη διάθεσή του για την πραγματοποίηση των αγορών του, τόσο περισσότερο αλλάζει το αγοραστικό του status. «Πλέον οι περισσότεροι καταναλωτές δεν είναι πια τόσο πιστοί, καθώς μετακινούνται από ένα brand στο άλλο, από τη μια επωνυμία στην άλλη, προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες τους», ανέφερε ο κ. Μανιούδης.
Συμπερασματικά, εξήγησε πως ο κλάδος του λιανικού εμπορίου βρίσκεται σε φάση συνεχούς κίνησης, ενώ ο μετασχηματισμός που υφίσταται αναμένεται να αποκτήσει ευρύτερα και πιο δομικά χαρακτηριστικά τα επόμενα χρόνια.
Υπενθυμίζεται εδώ, ότι το 2024 ο τζίρος στο σύνολο των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου διαμορφώθηκε σε 71,6 δισ. ευρώ, ενισχυμένος κατά 2,4% σε σχέση με το 2023. Οι επιχειρήσεις χωρίς τα τρόφιμα, τα καύσιμα και τα οχήματα πραγματοποίησαν τζίρο ύψους 26 δισ. ευρώ, ενισχυμένο κατά 1,8% σε ετήσια βάση, ενώ την ίδια περίοδο ο ρυθμός πληθωρισμού ήταν υψηλότερος 2,7%.
Ο κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου που τηρούν διπλογραφικά βιβλία ανήλθε σε 45,3 δισ. ευρώ, αυξημένος κατά 5,1% συγκριτικά με το 2023,ενώ για αυτήν την κατηγορία επιχειρήσεων χωρίς τρόφιμα, καύσιμα και οχήματα ο τζίρος ανήλθε σε 12,8 δισ. ευρώ. Ο κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων που τηρούν απλογραφικά βιβλία ανήλθε σε 26,31 δισ. ευρώ, μειωμένος κατά 1,8% συγκριτικά με το 2023, ενώ για αυτήν την κατηγορία επιχειρήσεων χωρίς τρόφιμα, καύσιμα και οχήματα ο τζίρος ανήλθε σε 13,2 δισ. ευρώ.