Ένα χαρακτηριστικό της παραγωγικής δομής που αφορά όλους γενικά τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή ολόκληρο τον παραγωγικό ιστό της χώρας, είναι ο κατακερματισμός του παραγωγικού ιστού, η αδυναμία συνεργασίας μεταξύ των επιχειρήσεων και το δυσμενές καινοτομικό περιβάλλον. Αυτό αποτελεί σημαντικό πρόβλημα τόσο για την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, όσο και για τις εξαγωγές, την απασχόληση και το ΑΕΠ.
Το μικρό μέγεθος επιχειρήσεων χαρακτηρίζει την ελληνική οικονομία στο σύνολό της, σε όλους τους τομείς, στη μεταποίηση, στις υπηρεσίες, στον τουρισμό, αλλά και στον πρωτογενή τομέα. Η Ελλάδα ευρίσκεται στην κορυφή της Ευρώπης στην αυτοαπασχόληση, μάλιστα με διαφορά (29,5%) έναντι της Ιταλίας που ακολουθεί (21,5%) και κατά πολύ σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (14%). Το 90% σχεδόν των ελληνικών επιχειρήσεων, σε όλους τους κλάδους, μεταποίηση, υπηρεσίες, τουρισμό και πρωτογενή τομέα, σύμφωνα με στοιχεία του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ απασχολεί μέχρι 10 εργαζομένους (βλέπε Οικονομικό επιμελητήριο, σελ 51). Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) αποτελούν το 99,9% του συνόλου των επιχειρήσεων και εξ αυτών το 96,9% είναι πολύ μικρές, με περίπου 40% και 75% της παραγωγικότητας του μέσου όρου των αντίστοιχων ευρωπαϊκών (παραγωγικότητα ανά εργαζόμενο) αντίστοιχα (μικές και μεσαίες).
Υπάρχουν διάφορες ερμηνείες του φαινομένου και θα ήταν σκόπιμο να γίνουν ενδελεχείς μελέτες για την αντιμετώπισή του. Η παρούσα κρίση πιθανότατα θα οδηγήσει σε αύξηση του βαθμού συγκέντρωσης αφού μεγάλος αριθμός παραγωγικών μονάδων ευρίσκεται στα όρια της επιβίωσης. Πέραν αυτού, οι αλλαγές λόγω της πανδημίας περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τάσεις ενίσχυσης του προστατευτισμού, αλλαγές στην εφοδιαστική αλυσίδα με αντιστροφή του outsourcing, αύξηση της ρευστότητας στην οικονομία λόγω χαλαρής νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, αποστροφή στην ανάληψη ρίσκου, αλλαγές στις καταναλωτικές προτιμήσεις, ραγδαίες αλλαγές στο εργασιακό περιβάλλον, ενίσχυση του κράτους έναντι του ιδιωτικού τομέα. Οι αλλαγές αυτές διαμορφώνουν ένα νέο επιχειρηματικό περιβάλλον. Ανεξάρτητα από το τι θα κάνει το κράτος με εμπροσθοβαρή μέτρα για την επαναφορά στην κανονικότητα και την παραγωγική ανασυγκρότηση, χρειάζονται εγρήγορση και ενέργειες από πλευράς των συλλογικών οργάνων του ιδιωτικού τομέα, όπως τα Επιμελητήρια.
Όμως, ανεξάρτητα της πανδημίας, οι ΜμΕ θα συνεχίσουν να αποτελούν τον κορμό της ελληνικής οικονομίας. Επομένως, για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα του παραγωγικού ιστού και παράλληλα η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας απαιτούνται ενέργειες σε δύο κατευθύνσεις: (α) Ενεργητική πολιτική που θα οδηγήσει σε μεγέθυνση μέσω συγχωνεύσεων ώστε να αποκτήσουν κάποιες μονάδες ανταγωνιστικό διεθνώς μέγεθος. (β) Πολιτική ενίσχυσης της συνεργασίας και της τεχνολογικής αναβάθμισης των ΜμΕ σε ολόκληρο το εύρος της αλυσίδας αξίας ώστε να βελτιωθεί η παραγωγικότητα (supply chain innovation).
Είναι γεγονός ότι η αύξηση των επενδύσεων και η προώθηση της τεχνολογικής αναβάθμισης είναι μονόδρομος για τον ενίσχυση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας του παραγωγικού ιστού. Μόνο μεγάλες παραγωγικές μονάδες, τεχνολογικά και οργανωτικά σύγχρονες, μπορούν να ανταγωνισθούν στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον και να δημιουργήσουν σύγχρονες δομές, με πλήρη συμμόρφωση ταυτόχρονα στη φορολογική, εργατική και περιβαλλοντική νομοθεσία. Εναλλακτικά, οι ΜμΕ μπορούν να συνεργασθούν ή/και να συσπειρωθούν γύρω από μεγαλύτερες, οι οποίες θα τους παρέχουν υπηρεσίες, τεχνική υποστήριξη και πρόσβαση σε δίκτυα διανομής, όταν το μέγεθος αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα (satellite system) στα δίκτυα αυτά. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς αναπτυξιακή στρaτηγική, κρατική υποστήριξη, σύνδεση με ερευνητικά ιδρύματα και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Αν δεν ληφθούν τα μέτρα αυτά, ο παραγωγικός ιστός θα φθίνει και θα αντικαθίσταται σταδιακά από εισαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών, με συνεπακόλουθες συνέπειες την αποβιομηχάνιση της εθνικής οικονομίας, τη στασιμότητα του ΑΕΠ και την μείωση της απασχόλησης.
Η νέα βιομηχανική πολιτική της Eυρωπαϊκής Ένωσης έχει στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της ευημερίας με μια νέα στρατηγική για τις ΜμΕ (α) ενθαρρύνοντας την καινοτομία με νέα χρηματοδότηση και δημιουργία κόμβων ψηφιακής καινοτομίας στο πλαίσιο της ψηφιακής μετάβασης και της μετάβασης στη βιωσιμότητα, (β) μειώνοντας τη γραφειοκρατία με εξάλειψη φραγμών εντός της ενιαίας αγοράς και άνοιγμα της πρόσβασης σε χρηματοδότηση και (γ) βελτιώνοντας την πρόσβαση σε χρηματοδότηση με σύσταση ταμείου εισαγωγής στο χρηματιστήριο για τις ΜμΕ (με επενδύσεις που θα διοχετεύονται μέσω ενός νέου ιδιωτικού-δημόσιου ταμείου) και με την πρωτοβουλία ESCALAR (ενός μηχανισμού για την ενίσχυση του μεγέθους των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου και την προσέλκυση περισσότερων ιδιωτικών επενδύσεων).
Η Έκθεση Πισσαρίδη προτείνει τη δημιουργία πλέγματος κινήτρων για εξαγορές και συγχωνεύσεις για να αυξηθεί το μέγεθος των επιχειρήσεων και να βελτιωθεί η πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση και διεθνή δίκτυα διανομής. Ο στόχος είναι η σύγκλιση του μέσου μεγέθους προς εκείνο της ΕΕ ώστε να δοθεί η δυνατότητα αύξησης της απασχόλησης, της εξειδίκευσης και τελικά της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων και υπηρεσιών στη διεθνή αλλά και την ελληνική αγορά.
Η πρόταση βαίνει προς υλοποίηση με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης. Το σχέδιο είναι οι επιχειρήσεις που είναι μεν βιώσιμες αλλά αδυνατούν να έχουν πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση να συγχωνευτούν ή να εξαγοραστούν από άλλες υγιέστερες, οι οποίες θα υποβάλουν επιχειρηματικό σχέδιο για την ανάπτυξη του νέου σχήματος στο Υπουργείο Οικονομικών. Η υλοποίηση του σχεδίου θα ενισχυθεί κατά 50% από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης με μηδενικό επιτόκιο και ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής. Προβλέπεται, επίσης, παρόμοια χρηματοδότηση από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης για τη συνεργασία ομοειδών επιχειρήσεων σε διάφορες φάσεις της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Οι συνεργαζόμενες επιχειρήσεις θα πρέπει να παρουσιάσουν επιχειρηματικό σχέδιο που εξασφαλίζει τραπεζική χρηματοδότηση και υψηλή παραγωγικότητα.
Όμως τα μέτρα αυτά δεν είναι αρκετά. Χρειάζονται «οριζόντιες» μεταρρυθμίσεις κρίσιμες για άρση των εμποδίων και δημιουργία συνθηκών ανάπτυξης σε όλους τους κλάδους της οικονομίας. Οι μεγαλύτερες ευκαιρίες ανάπτυξης παρουσιάζονται σε εξωστρεφείς κλάδους που μπορούν να ωφεληθούν τα μέγιστα από την αύξηση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Για το σκοπό αυτό στο σχέδιο του Ταμείου Ανάκαμψης για την μεγέθυνση των επιχειρήσεων προβλεπεται και συμπληρωματικό πακέτο φορολογικών και ασφαλιστικών κινήτρων αν η νέα επιχείρηση που θα δημιουργηθεί μπορεί να εγγυηθεί και να παρουσιάσει αύξηση της απασχόλησης. Η προσπάθεια για μετασχηματισμό των επιχειρήσεων σχεδιάζεται να ενισχυεί με ένα πακέτο διοικητικών κινήτρων. Προβλέπεται σχέδιο επιτάχυνσης των διαδικασιών για την ταχύτερη έκδοση των αδειών και των εγκρίσεων από δημόσιους φορείς και μικρότερη γραφειοκρατία στην αδειοδοτική διαδικασία.
Τέλος, ο ρόλος της τεχνολογίας είναι καταλύτης μετασχηματισμού για τις επιχειρήσεις, την οικονομία, αλλά και την κοινωνία. Η ψηφιακή στρατηγική της κυβέρνησης θα πρέπει να ενισχύσει την καινοτομία και τον τεχνολογικό μετασχηματισμό των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των ΜμΕ που δεν μπορούν να έχουν ερευνητικά τμήματα, στο τρίπτυχο «επιχειρήσεις, ερευνητικά κέντρα, κράτος», με το γνωστό μοντέλο της «τριπλής έλικας». Σε όλες τις τεχνολογικά προηγμένες χώρες έχει καθιερωθεί η συνεργασία των επιχειρήσεων με τα Πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα, τα οποία είναι φορείς εξειδικευμένων γνώσεων και τεχνολογιών, με το κράτος να αποτελεί τον καταλύτη της συνεργασίας.
Συμπερασματικά, ο κατακερματισμός της παραγωγικής δομής και η αδυναμία των επιχειρήσεων να αποκτήσουν κρίσιμη μάζα ή να προχωρήσουν σε συνεργασίες, συμπράξεις και συγχωνεύσεις, παραμένει ως κύρια αιτία της έλλειψης ανταγωνι-στικότητας της ελληνικής οικονομίας και η ανάγκη μεγέθυνσης των ελληνικών επιχειρήσεων (scale up) είναι σημαντική πρόκληση για την ελληνική οικονομική πολιτική. Αν και η μεγέθυνση των επιχειρήσεων είναι αναγκαία, οι ΜμΕ θα παραμείνουν ο βασικός κορμός της ελληνικής οικονομίας. Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητο να προωθηθεί ο τεχνολογικός μετασχηματισμός του παραγωγικού ιστού και ιδίως των ΜμΕ με το μοντέλο της «τριπλής έλικας».