Συνήθως, η συζήτηση για τις ανώτατες σπουδές, επικεντρώνεται στις εισαγωγικές εξετάσεις, τους αιώνιους φοιτητές, ή το άσυλο και τις καταλήψεις. Κάθε τόσο, μιλάμε για την ανάγκη σύνδεσης της επιστημονικής έρευνας με τις επιχειρήσεις. Όλα είναι πολύ σημαντικά και εντελώς απαραίτητα για τον εκσυγχρονισμό της ανώτατης εκπαίδευσης και τη μεγιστοποίηση της συνεισφοράς της στην οικονομική και κοινωνική ευημερία. Το βάρος επίσης πέφτει συχνά στις ακαδημαϊκές γνώσεις ενώ ο αυτοσκοπός του πτυχίου συχνά θεωρείται πως θα έπρεπε να αποτελεί και το εχέγγυο για μια επιτυχημένη επαγγελματική σταδιοδρομία.
Όμως, η μετάβαση από το ακαδημαϊκό περιβάλλον στο επαγγελματικό δεν είναι μια στιγμιαία εξέλιξη αλλά μια σταδιακή διαδικασία μετάβασης από τον έναν κόσμο στον άλλον. Η όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη σύνδεση των δύο αυτών κόσμων είναι σημαντικό να ξεκινάει από νωρίς. Κλειδί σε αυτή την κατεύθυνση είναι η πρακτική άσκηση των φοιτητών, δηλαδή η εκπαίδευση στην πράξη, σε πραγματικό επιχειρηματικό και εργασιακό περιβάλλον. Επιτρέπει στους φοιτητές να διερευνήσουν συγκεκριμένα επαγγελματικά ενδιαφέροντα, να δουν την πρακτική εφαρμογή των γνώσεών τους, αλλά και να αποκτήσουν οριζόντιες και επαγγελματικές δεξιότητες που θα τους χρησιμεύσουν στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία. Στις επιχειρήσεις, επιτρέπει να αξιοποιήσουν νέες γνώσεις, δεξιότητες και καινοτόμες ιδέες, αλλά και να δημιουργήσουν μία δεξαμενή ανθρώπινου δυναμικού μέσα από την οποία μπορούν να αντλούν ικανά μελλοντικά στελέχη, αλλά και να αναβαθμίσουν την εταιρική τους εικόνα και τη φήμη τους ως εργοδότες (employer brand) στους μελλοντικούς εργαζόμενους.
Στην Ελλάδα, δυστυχώς, η πρακτική άσκηση δεν είναι αρκετά διαδεδομένη: Είναι κυρίως προαιρετική και μικρής διάρκειας, δηλαδή 1-2 μηνών όταν θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον τριών, και ιδανικά έξι μηνών. Παράλληλα, δεν έχει ευελιξία ως προς το χρόνο και τρόπο εφαρμογής, εξαρτάται από το ΕΣΠΑ για τη χρηματοδότησή της με αποτέλεσμα να είναι συχνά ad hoc, ενώ διέπεται από διοικητικό πλαίσιο που είναι ασταθές και γραφειοκρατικό. Η πανεπιστημιοποίηση των ΤΕΙ θα την επιβαρύνει ακόμα περισσότερο καθώς στα ΤΕΙ τουλάχιστον ήταν υποχρεωτική και πιο οργανικά ενταγμένη στο πρόγραμμα σπουδών. Αποθαρρύνεται έτσι η συμμετοχή φοιτητών και επιχειρήσεων και υπονομεύεται η αποτελεσματικότητά της.
Είναι όμως πάρα πολύ σημαντική για την απασχόληση των νέων και τον παραγωγικό μετασχηματισμό. Και αυτό γιατί, παρά τη μεγάλη ανεργία, πάρα πολλές επιχειρήσεις αδυνατούν να καλύψουν κενές θέσεις εργασίας και συγκεκριμένες ανάγκες γιατί δεν βρίσκουν τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες που χρειάζονται.
Μια αμφίδρομη γέφυρα μεταξύ πανεπιστημίων και επιχειρήσεων είναι όμως, η βασική υποδομή που θα ενισχύσει και τις δύο πλευρές, και θα διευκολύνει την πρόσβαση των φοιτητών σε καλές θέσεις εργασίας.
Ο ΣΕΒ αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να στηρίξει έμπρακτα την αναβάθμιση του θεσμού της πρακτικής άσκησης, ξεκινώντας με τη δημιουργία ενός πλαισίου και ενός δικτύου διαλόγου και συνεργασίας Πανεπιστημίων και επιχειρήσεων (δείτε εδώ το Special Report). Και οι δύο πλευρές συμφωνούν πως με τη συμβολή των επιχειρήσεων, η πρακτική άσκηση πρέπει να αποτελέσει σημαντικό συστατικό στοιχείο της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Κρίσιμα ζητούμενα σε αυτή την κατεύθυνση είναι η διασφάλιση ευελιξίας (στον τόπο, χρόνο, διάρκεια, κλπ. της πρακτικής άσκησης), η προώθησή του σε όλους τους κύκλους σπουδών, η εξάμηνη συνολικά διάρκειά της, κατά προτίμηση στο τελευταίο εξάμηνο σπουδών, αλλά και η απλοποίηση και ενοποίηση των διαδικασιών με οργανωμένους διαύλους επικοινωνίας μεταξύ επιχειρήσεων, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και φοιτητών. Παράλληλα, πρέπει να διασφαλιστεί και η σταθερή χρηματοδότηση με διεύρυνση των πηγών χρηματοδότησης και από τις επιχειρήσεις.
Η εκπαίδευση, απασχόληση και ομαλή ένταξη των νέων στην αγορά εργασίας δεν αφορά μόνο τα πανεπιστήμια, ούτε μόνο τις επιχειρήσεις ή την Πολιτεία. Αντίθετα, μια συνολική προσέγγιση, με δομημένη και συστηματική συνεργασία πανεπιστημίων και επιχειρήσεων, αμοιβαία αναγνώριση και κατανόηση των εκατέρωθεν αναγκών, και συμφωνημένες αρχές ποιότητας μας αφορά όλους. Γιατί, χωρίς αυτά, ο παραγωγικός μετασχηματισμός θα μείνει στα χαρτιά, χωρίς το ανθρώπινο δυναμικό που μπορεί να τον υπηρετήσει.