Η δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας να ξεπεράσει τις αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τις επενδύσεις και τη θετική πολλαπλασιαστική επίδραση αυτών στην ανάπτυξη. Είναι πολύ ειπωμένη η πολύχρονη επενδυτική υστέρηση της ελληνικής οικονομίας. Στο Διάγραμμα 1 βλέπουμε ότι σε σταθερές τιμές ο ακαθάριστός σχηματισμός κεφαλαίου της ελληνικής οικονομίας μετά τη κορύφωση το 2007 είχε έντονη πτωτική πορεία και έχει εγκλωβιστεί σε πολύ χαμηλή πτήση από το 2010 και έπειτα.
Πηγή: Ελληνική Στατιστική Αρχή, σταθερές τιμές.
Συχνά αναφέρεται ότι αυτή η χαμηλή πτήση στον ακαθάριστό σχηματισμό κεφαλαίου προκαλεί το λεγόμενο ελληνικό επενδυτικό κενό, σε σύγκριση με την ΕΕ όπου σωρευτικά ο ακαθάριστός σχηματισμός κεφαλαίου ήταν υψηλότερος πλέον των 100 δισ. ευρώ για τη δεκαετία 2010-2020. Με απλούς υπολογισμούς βάση ιστορικών δεδομένων, που ενδεχόμενος έχουν σημαντική μεταβλητότητα αλλά έχουν χρησιμότητα, ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας πλέον του 4% συμβαδίζει με επενδύσεις πλέον του 20% του ΑΕΠ. To 2019, ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου της ελληνικής οικονομίας ήταν 10,14% ως ποσοστό του ΑΕΠ, σημαντικά υπολειπόμενος του ποσοστού της ΕΕ και της ευρωζώνης, 22,21% και 22,4% του ΑΕΠ αντίστοιχα. Το 2020, έτος της πανδημίας, ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου καταγράφηκε στο 4,9% του ΑΕΠ, ο οποίος αν και υψηλότερος των προβλέψεων για το έτος δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αναδεικνύει ότι η ανάκαμψη των επενδύσεων αποτελεί ηράκλειο άθλο.
Μπροστά σε αυτή την πρόκληση για την ελληνική οικονομία έχουμε βέλη στη φαρέτρα μας. Συγκεκριμένα, το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για τα έτη 2021-2026 έχει προϋπολογισμό 31 δισ. ευρώ και βασική φιλοδοξία να ανατρέψει το επενδυτικό κενό. Η συνολική εισροή κονδυλίων από την ΕΕ αναμένεται της τάξης των 57 δισ. ευρώ (κοντά στα 31 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και 26 δισ. ευρώ από πόρους που κινητοποιούνται).
Ζητούμενο είναι τόσο η αύξηση των επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά, ας μου επιτραπεί η έκφραση, και η αύξηση των ‘έξυπνων’ επενδύσεων. Και εννοώ ως ‘έξυπνη’ επένδυση εκείνη με το μεγαλύτερο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και σε διάρκεια (έτη). Αυτό βέβαια δεν αναιρεί την αναγκαιότητα της πλήρης απορρόφησης των κοινοτικών πόρων του Σχεδίου Ανάκαμψης καθώς και των υπόλοιπων κοινοτικών πόρων (βλέπε των συγχρηματοδοτούμενων από την ΕΕ επιχειρησιακών προγραμμάτων), και την ισχυρή επενδυτική επίδοση και μετά το 2026.
Ωστόσο, έχει κάποια σημασία να γνωρίζουμε ανά επένδυση ή έστω ανά επενδυτική κατηγορία ποια είναι η πολλαπλασιαστική τους επίπτωση στο ρυθμό ανάπτυξης. Μια ιστορική αναδρομή, βλέπε Διάγραμμα 2 επενδύσεις ανά κατηγορία, δείχνει ότι η αιχμή του δόρατος των ελληνικών επενδύσεων ήταν οι επενδύσεις στις κατοικίες τη δεκαετία του 2000, ενώ όταν αυτές έπεσαν στην δεκαετία του 2010 δημιουργήθηκε το επενδυτικό κενό. Εύλογο είναι κάποιος να ισχυριστεί ότι αυτός είναι ο δρόμος ανάκαμψης, επενδύσεις σε κατοικίες. Αναμφισβήτητα οι επενδύσεις στις κατοικίες συμβάλουν στο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας και συνεπώς και οι δράσεις του Σχεδίου Ανακάμψεις περί εξ ορθολογισμού, ψηφιοποίησης και εκσυγχρονισμού της αγοράς κατοικίας.
Διάγραμμα 2: Επενδύσεις ανά κατηγορία.
Είναι όμως οι επενδύσεις σε κατοικίες και συνεπώς, κυρίως, οι επενδύσεις των νοικοκυριών ‘έξυπνες’;
Είναι δύσκολο ερώτημα να απαντηθεί και ας μην θεωρηθεί εδώ ότι ο υπογράφων κομίζει γλαύκα εις Αθήνας. Ωστόσο, για όση αξία έχει, σε προγενέστερη έρευνα μου με βάση στατιστικές εκτιμήσεις ‘έξυπνες’ επενδύσεις είναι οι επενδύσεις σε υποδομές (π.χ. αεροδρόμια, λιμάνια, αυτοκινητόδρομοι, δίκτια ενέργειας και τηλεπικοινωνιών) καθώς και οι επενδύσεις με βασικό συστατικό την καινοτομία και την έρευνα, ειδικότερα όσον αφορά την ψηφιοποίηση και τη πράσινη μετάβαση της οικονομίας. Οι επενδύσεις σε κατοικίες αν και έχουν θετική πολλαπλασιαστική επίδραση στην οικονομία αυτή υπολείπεται σε μέγεθος και χρονική διάρκεια των επενδύσεων σε υποδομές και καινοτομία. Ίσως, οι επενδύσεις σε υποδομές και καινοτομία είναι ‘έξυπνες’ επενδύσεις.
Τέλος, καθοριστικός παράγοντας υλοποίησης των ‘έξυπνων’ επενδύσεων είναι η ‘έξυπνη’ επιχειρηματική δράση. Η στήριξή προς την επιχειρηματική δράση δεν είναι ζητούμενο, είναι αυτονόητη. Το Σχέδιο Ανάκαμψης έχει προϋπολογίσει σημαντικούς πόρους, 13 δισ. ευρώ για χρηματοδότηση της επιχειρηματικής δράσης. Παράλληλα, διαμορφώνεται ένα περιβάλλον που ευνοεί την επιχειρηματικότητα όπου η συμβολή των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μέσω της πιστωτικής επέκτασης και διαχείρισης των κόκκινων δανείων είναι καίρια, καθώς επίσης και η μείωση της επιχειρηματικής φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης, η απλοποίηση των διαδικασιών της ίδρυσης και λειτουργίας επιχειρήσεων, ο εκσυγχρονισμός και ψηφιακός μετασχηματισμός της δημόσιας διοίκησης, ο εκσυγχρονισμός της αγοράς ενέργειας, και η αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού των επιχειρήσεων με εφαρμογή ενεργών πολιτικών στην αγορά εργασίας και τη σύνδεση αυτής με τη δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευσης.
Βέβαια, οι ‘έξυπνες’ επενδύσεις συνάδουν με τις ‘έξυπνες’ επιχειρηματικές δράσεις. Ίσως στο επιχειρηματικό δυναμικό μας υπήρχε, και κάπως εξακολουθεί να υπάρχει, μια υστέρηση. Ζητούμενο είναι να κλίσει και αυτό το κενό.