Κοιτώντας το ΑΕΠ, από το υψηλό των 354 δισ. δολαρίων του 2008, στο χαμηλό των 192 δισ. δολαρίων του 2016, η πανδημία του 2020 (189 δισ. δολάρια, τέταρτη χειρότερη επίδοση στην μετά EUR εποχή) δείχνει να ξεπερνιέται ικανοποιητικά. Οι αγορές δεν μας συγκρίνουν με την επίδοση των 212 δισ. δολαρίων του 2018, αλλά με τα 205 δισ. δολάρια του 2019 και βλέπουν ότι φτάσαμε από τους πρώτους στα προ Covid επίπεδα.
Η Ελλάδα μακροοικονομικά έχει σταματήσει να είναι ένα special case. Η τελευταία μας κρουστική (pricing της μετάλλαξης όμικρον και της ταχύτερης μείωσης του QE από τη FED) απόκριση, είτε δούμε το Ελληνικό Χρηματιστήριο είτε τα yields των κρατικών ομολόγων, είναι άριστη και απολύτως αντίστοιχη με τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο. Η αγορά μας είναι μία καλή περίπτωση αγοράς μηδενικού currency risk, με υψηλότερες μερισματικές αποδόσεις από τις ευρωπαϊκές, που υπολείπεται των μέσων ευρωπαϊκών αποτιμήσεων.
Παρακάτω φαίνεται η τρέχουσα βαθμολογία των κρατικών μας ομολόγων, το default του Μαρτίου του 2012, η τελευταία αχρείαστη υποβάθμιση του 2015, και η υψηλότερη βαθμολογία που είχαμε ποτέ το 2003 όταν καταγράφαμε απότομη αύξηση του ΑΕΠ.
Πόσο επιθετικά μπορεί να αυξηθεί το ΑΕΠ μας τα επόμενα χρόνια, και ποια είναι η πορεία του country risk;
O Economist (Νοεμ21) αναμένει ανάπτυξη 5% το 2022, η Εuropean Commission (Νοεμ21) αναμένει 5,2%, το IMF (Οκτ21) 4,6%, ο OECD (Δεκ21) 4.8%.
Η έκθεση Πισσαρίδη (Νοεμ 20) χωρίς να υπολογίζει το EU Recovery Fund μιλούσε για δυνατότητα ετήσιας ανάπτυξης 3,5% σε βάθος δεκαετίας, δεδομένου ότι θα λαμβάνονταν μέτρα. Το ΕU Recovery Fund 2021-2026 προσθέτει στην Ελλάδα 30 δισ. ευρώ εγκεκριμένη χρηματοδότηση (17,8 δισ. ευρώ επιχορηγήσεις και 12,7 δισ. ευρώ δάνεια) και μπορεί να κινητοποιήσει επιπλέον 30 δισ. ευρώ ιδιωτικά κεφάλαια, ήτοι συν 10 δισ. ευρώ το χρόνο για τα επόμενα 5 χρόνια.
Στην Ν. Χρυσοχοϊδης Χρηματιστηριακή, εκτός από την καταγραφή των παραπάνω προβλέψεων, που συνηγορούν σε ένα αξιοζήλευτο κατ' ελάχιστο +4% AEΠ, στρέφουμε την προσοχή μας στο υψηλό ποσοστό ανεργίας 13% που αναδεικνύει πόσο μακριά βρισκόμαστε από τον δυνητικό μας ρυθμό ανάπτυξής. Οι συνθήκες για επιθετική αύξηση του ΑΕΠ είναι παρούσες. Τα μόνα βαρίδια, παραμένουν οι δημοσιονομικές μας δεσμεύσεις από τις οποίες όμως εξαιρούμαστε και για το 2022, και το γεγονός ότι δεν έχουμε πετύχει τα επιθυμητά ποσοστά εμβολιασμού. Το τελευταίο είναι ιδιαιτέρως σημαντικό καθώς ανταγωνιστικοί τουριστικοί προορισμοί δεν είναι μόνο η Κροατία (55% πληθυσμού εμβολιασμένος) και η Τουρκία, αλλά και η Μάλτα, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Γαλλία, η Ιταλία που έχουν πετύχει κάλυψη άνω του 80%.
Να σημειώσουμε ότι οι παραπάνω προβλέψεις για ανάπτυξη άνω του 4% εμπεριέχουν τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα (αναμένεται ομαλοποίηση εντός του 1Η22), τον αυξημένο πληθωρισμό, που από τον Αύγουστο τρέχει πάνω από 2%, και το αυξημένο ενεργειακό κόστος. Δεν περιλαμβάνουν όμως κάποιο νέο lockdown. Το βασικό σενάριο είναι ότι ο πληθυσμός θα έχει εμβολιαστεί απέναντι στις νέες μεταλλάξεις του ιού.
Εκτός του καλού ρυθμού ανάπτυξης, και το country risk θα μπορούσε να βαίνει μειούμενο. Οι γεωπολιτικές απαντήσεις της Ελλάδος κατά την παρελθούσα πενταετία είναι πειστικές. Τόσο η σύσφιξη των σχέσεων με τις ΗΠΑ, όσο και οι διακρατικές συμφωνίες για το Μεσογειακό χώρο (Γαλλία, Αίγυπτος και Ισραήλ) αλλά και η ωρίμανση των συνθηκών αλλαγής διακυβέρνησης στην Τουρκία τον Ιούνιο του 2023 (πληθωρισμός στο 21%, τουρκική λίρα σε ελεύθερη πτώση, καθοριστικές καταγεγραμμένες ήττες του κόμματος του Eρντογάν σε όλους τους μεγάλους δήμους), αποφορτίζουν το γεωπολιτικό μας ρίσκο και περιορίζουν τις πιθανότητες θερμού επεισοδίου.
Παρομοίως, οι επερχόμενες ελληνικές εκλογές (είτε γίνουν πρόωρα το 2022, είτε το 2023) αποτελούν μεν ένα στοιχείο αβεβαιότητας αλλά όχι στο βαθμό που συνέβαινε στο πρόσφατο παρελθόν. Το διακύβευμα δεν είναι η αλλαγή πολιτικής, αλλά η βέλτιστη εκτέλεση του μακροοικονομικού πλάνου. Άλλωστε, οι περισσότερες Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στηρίζονται σε συνεργασίες κοινοβουλευτικών ομάδων, ως αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων πριν και μετά τις εκλογές. Είναι καιρός και οι Έλληνες επενδυτές, να αφομοιώσουν αυτή την πραγματικότητα, τα funds το κάνουν ήδη. Τέλος, τον Μάιο του 2022, τα βλέμματα θα είναι στραμμένα στις γαλλικές προεδρικές εκλογές τις οποίες αντιμετωπίζουμε ως ενδεχόμενο καταλύτη για risk-on τοποθετήσεις που θα ευνοήσουν και τους ελληνικούς τίτλους.
Συμπέρασμα
Το 2022 υπόσχεται σοβαρά περιθώρια ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία επιτεύξιμα από την πραγματοποίηση των επενδύσεων που υπόσχεται το Recovery Fund, τη μείωση της ανεργίας και το κλείσιμο της ψαλίδα δυνητικής και καταγραφόμενης ανάπτυξης. Το ύψος του ΑΕΠ την ερχόμενη διετία, αλλά και η ενδεχόμενη ή μη αναβάθμιση των κρατικών ομολόγων (άλλωστε με τις αποφάσεις τις Πέμπτης, τα ομόλογά μας έγιναν επιλέξιμα έως και το τέλος του 2024) δεν πρέπει να αποτελούν τους μοναδικούς γνώμονες για τους επενδυτές. Όσο η χώρα μας παραμένει για τη διεθνή κοινότητα ένα ενδιαφέρον play για τον τουρισμό, την ενεργεία, την πληροφορική και τις υποδομές, τόσο επιτακτικότερη γίνεται η ανάγκη συνειδητοποίησης εκ μέρους των Ελλήνων επενδυτών ότι η Ελληνική Κεφαλαιαγορά αποτελεί ένα άριστο growth case στις αρχές του ανοδικού του κύκλου.
Τοp picks για το 2022
Βλέπουμε πολύ θετικά τον Τιτάν ως mispriced/contrarian play. Η αγορά τιμωρεί τον Τιτάν επειδή είναι ρυπογόνος και βλέπει τα δικαιώματα ρύπων να έχουν φτάσει τα $80. Ο Τιτάν όμως ουδέποτε αναγκάστηκε να αγοράσει δικαιώματα ρύπων. Όσο τα δωρεάν δικαιώματα καλύπτουν την ετήσια παραγωγή του και όσο εξελίσσει την παραγωγή του σε λιγότερο ρυπογόνες μεθόδους (ήδη το 50% της αμερικανικής παραγωγής είναι πράσινο) πιθανώς να βγει στρατηγικά κερδισμένος έναντι του ανταγωνισμού. Με τις αυξήσεις που πραγματοποίησε στις τιμές του, αναμένουμε να καταγράψει εντυπωσιακά αποτελέσματα (το 4Q21 ανακοινώνεται στις 17/3/22).
Ο ΟΠΑΠ αποτελεί μία καλή περίπτωση εταιρείας με δυνατό ισολογισμό, αποδεδειγμένο business model και ξεκάθαρη κατεύθυνση για άνω του €1,00 ετήσιο μέρισμα τα επόμενα χρόνια. Ο τζίρος του 2022 αναμένεται να ενισχυθεί επιπλέον από το Παγκόσμιο Κύπελο Ποδοσφαίρου που θα πραγματοποιηθεί για πρώτη φορά το μήνα Δεκέμβριο στη Ντόχα. Η αγορά πιθανώς να καθυστερεί την ορθή αποτίμηση της μετοχής λόγω της απαγόρευσης πρόσβασης στα πρακτορεία για τους ανεμβολίαστους καταναλωτές.
Η CocaColla HBC αποτελεί πάγια επενδυτική μας επιλογή. Αναπτύσσεται σε νέες αγορές (Bambi-Σερβία το 2019, εξαγορά Coca Colla Αιγύπτου το 2022) και κάθε χρόνο διαφοροποιεί το προϊοντικό της χαρτοφυλάκιο (Energy και CostaCoffee το 2020, ) αξιοποιώντας τις ελεύθερες ταμειακές ροές της. Φέτος θα ωφεληθεί επίσης από το Παγκόσμιο Κύπελο.
Ο ΟΤΕ συμπληρώνει την τετράδα των value επιλογών μας, καθώς συνδυάζει εξαιρετικό ισολογισμό και δέσμευση να επιστρέφει ολόκληρο το free cash flow στους μετόχους του.
Η Τέρνα Ενεργειακή και ο Μυτιληναίος αποτελούν τις επιλογές μας στον κλάδο της ενέργειας. Η Tέρνα Ενεργειακή, ως pure ESG play, κατάφερε σύντομα να ξεπεράσει την απώλεια των πάρκων στο Τέξας της Αμερικής και συνεχίζει το επενδυτικό της πρόγραμμα. Ο Μυτιληναίος συνδυάζει την πρωτοκαθεδρία στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο, με πλάνο για ανάπτυξη στις ΑΠΕ και ισχυρή θέση στον κλάδο της Μεταλλουργίας.
Στον τεχνολογικό κλάδο, η EpsilonNet έχοντας υπερβεί κάθε αισιόδοξη εκτίμηση για το ύψος των εσόδων του 2021 (50 εκατ. ευρώ) , εξακολουθεί να προσφέρει περιθώρια ανόδου. Η Profile επιδεικνύει ισχυρή ρευστότητα και δείχνει ικανή για διπλασιασμό των μεγεθών της εντός της πενταετίας.
Τέλος, βλέπουμε πολύ θετικά τη Μοτοδυναμική και τον Παπουτσάνη ως plays που θα ωφεληθούν από την ανάπτυξη της τουριστικής κίνησης. Η Μοτοδυναμική, εκτός από το core business (αντιπροσωπεία Yamaha, Porshe, μηχανών θαλάσσης) έχει αναλάβει από το 2018 την εταιρία μίσθωσης αυτοκινήτων Sixt με δίκτυο σε όλα τα Ελληνικά αεροδρόμια. Δεν περιμένουμε την επανάληψη των πολύ υψηλών κερδών του 3Q20, απότοκο της έλλειψης διαθέσιμου στόλου και της εκτόξευση των τιμών, αλλά αναμένουμε πολύ σοβαρή ανάπτυξη. Ο Παπουτσάνης ολοκληρώνοντας το επενδυτικό του πρόγραμμα, είναι σωστά τοποθετημένος ώστε να επωφεληθεί από την ανάκαμψη του ξενοδοχειακού κλάδου που αποτελούσε πριν την πανδημία το 1/3 των εσόδων του.