Μέρος του συμβολικού πολιτικού κεφαλαίου της Άνγκελα Μέρκελ είναι ότι ηγήθηκε σε όλα τα χρόνια της παρουσίας της τις αποφάσεις της Ε.Ε. Σε όλη της την καριέρα ξεπέρασε τις 100 Συνόδους Κορυφής της Ε.Ε. με τη μεγαλύτερη να είναι αυτή που αφορούσε τη διαπραγμάτευση του προϋπολογισμού της Ε.Ε. (Ιούλιος 2020) η οποία ξεπέρασε τις 90 ώρες.
Σήμερα, η Σύνοδος Κορυφής που ξεκινά στη Σλοβενία, με σοβαρά θέματα στο επίκεντρο, δεν είναι μόνο ξεχωριστή, διότι θα είναι πραγματικά μια από τις τελευταίες με την ηγεσία της Άνγκελα Μέρκελ και πολλοί αναρωτιούνται ποιος καλύπτει το κενό που αφήνει η καγκελάριος μετά από 16 χρόνια. Από όλους τους υπαρκτούς διαδόχους, αυτή τη στιγμή ο Εμμανουέλ Μακρόν είναι ο πιο «δραστήριος», με μια σειρά κινήσεων θέλει να μπει από την αρχή πρώτος στην κούρσα για το τιμόνι της Ε.Ε.
Πολλά θέματα και τρεις μνηστήρες
Στους τρεισήμισι μήνες που έχουν περάσει από την τελευταία Σύνοδο Κορυφής στα τέλη Ιουνίου, έχουν συμβεί πολλά που εγείρουν ερωτήματα σχετικά με την εικόνα της Ε.Ε. και τη θέση της στον κόσμο.
Η καταστροφή στο Αφγανιστάν, οι κακές σχέσεις με την Κίνα και τέλος μεταξύ η συμφωνία AUKUS μεταξύ ΗΠΑ, Αυστραλίας και Μ. Βρετανίας, την οποία έμαθαν οι ηγέτες της Ε.Ε από τις εφημερίδες, είναι τα θέματα που έχει να συζητήσει η Ε.Ε. στη Σύνοδο και βασικά να απαντήσει στο υπαρξιακό ερώτημα «ποιος ο ρόλος της Ε.Ε. στη διεθνή σκηνή;».
Παράλληλα με τα βασικά προβλήματα ταυτότητας της Ε.Ε., ανοίγει στην πράξη το ερώτημα της διαδοχής της Μέρκελ στο τιμόνι της Ε.Ε. Στην αρχή, εκπρόσωποι των πλούσιων χωρών του Βορρά είχαν θέσει το ερώτημα αν πρέπει ο «φυσικός διάδοχος» να είναι κάποιος ψηλά στην «επετηρίδα». Μετά τη Μέρκελ οι «παλιοί» στην Ε.Ε. είναι ο Βίκτορ Ορμπάν από την Ουγγαρία και ο Μαρκ Ρούττε από την Ολλανδία. Ο «κύριος Όχι», όπως είναι γνωστός ο Ρούττε, με την εκκεντρική συμπεριφορά, έχει ήδη ζητήσει να αποπεμφθεί η Ουγγαρία από την Ε.Ε. και ο Ορμπάν εντάσσεται στους ιδεολογικά σκληροπυρηνικούς, οπότε σύντομα κανείς από τους δύο δεν μπορεί πραγματικά να κρατήσει το πηδάλιο της Ε.Ε. Συνυπολογίζοντας ότι δεν έχει λήξει η κουβέντα για το Σύμφωνο Σταθερότητας, οπότε κι οι εκπρόσωποι της «Ομάδας των 4» (Ολλανδία, Αυστρία, Δανία, Σουηδία) που θέλουν σκληρούς δημοσιονομικούς κανόνες δεν μπορούν να διεκδικήσουν την ηγεσία της Ε.Ε.
Οι τρεις που πραγματικά διεκδικούν την ηγεσία της Ε.Ε. είναι: ο Εμμανουέλ Μακρόν, ο Μάριο Ντράγκι και ο «επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας». Από τους τρεις, ο Μάριο Ντράγκι, ως πρώην Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και εγγυητής κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, είναι αυτός που έχει «βιογραφικό» κατάλληλο για αντικαταστάτης της Μέρκελ.
Ο Όλαφ Σολτς (ή όποιος αναδειχθεί στη θέση του καγκελάριου) αυτό που φέρνει στο τραπέζι είναι η πρώτη οικονομία της Ε.Ε. σε μέγεθος και προτεραιότητες. Άρα και τη σιγουριά που αποπνέει η θέση αυτή.
Ο φιλόδοξος κύριος Μακρόν
Στη μέση των δύο άλλων «μνηστήρων» βρίσκεται ο Εμμανουέλ Μακρόν. Δεν έχει "βιογραφικό", ούτε την πιο μεγάλη οικονομία. Τις ελλείψεις αυτές τις αντισταθμίζει με αρκετή φιλοδοξία.
Ο Εμμανουέλ Μακρόν θα προσπαθήσει αρχικά να πείσει τους ομότιμούς του στη Σύνοδο Κορυφής ότι η κρίση που προκάλεσε η συμφωνία AUKUS θα μπορούσε να αναδειχθεί σε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να «ξεκουνηθεί» η Ε.Ε. και να διαδραματίσει στρατηγικό ρόλο στον Ινδο-Ειρηνικό. Η φιλοδοξία του Γάλλου Προέδρου είναι να παρουσιάσει αφενός ως επείγουσα τη στρατηγική του για ευρωπαϊκή «στρατηγική αυτονομία» στον τομέα της άμυνας κι αφετέρου να αποδείξει -κυρίως στους ανατολικοευρωπαίους και στις χώρες της Βαλτικής- ότι οποιαδήποτε τέτοια κίνηση δεν αμφισβητεί ούτε τη συμμαχία με τις ΗΠΑ, ούτε τον ρόλο του ΝΑΤΟ.
Μάλιστα αυτή η φιλόδοξη κίνηση του Μακρόν έχει εγείρει πολλές αντιδράσεις που έχουν κι ελληνικό ενδιαφέρον. Το αμυντικό σύμφωνο μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδας, το οποίο μόλις υπογράφηκε, θεωρείται από πολλούς ως απόδειξη της γαλλικής «ισχυρογνωμοσύνης» και προσπάθειας πολιτικής πίεσης στο ευρωπαϊκό κέντρο. Ειδικά στη Γερμανία, πολλοί φοβούνται ότι αυτή η ανοιχτή υποστήριξη της Αθήνας από την ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη της Ε.Ε,, θα μπορούσε να δυσκολέψει την Ένωση να εξομαλύνει τις σχέσεις της με την Τουρκία.
Η δεύτερη φιλόδοξη κίνηση του Εμμανουέλ Μακρόν είναι να πιέσει την Ε.Ε. ώστε να αλλάξει πολιτική και να μειώσει την ενεργειακή της εξάρτηση από ξένες χώρες (δηλαδή τη Ρωσία) καθώς οι τιμές του φυσικού αερίου αυξάνονται σε όλη την ήπειρο. ‘Ήδη από την αρχή του έτους η τιμή του φυσικού αερίου για τον προηγούμενο μήνα στον ολλανδικό κόμβο TTF, ευρωπαϊκό σημείο αναφοράς, αυξήθηκε σχεδόν 400%.. Έτσι, ήδη από τη Δευτέρα, ο Γάλλος υπουργός οικονομικών, Μπρούνο Λε Μερ, διαμόρφωσε τη θέση της Γαλλίας στη Σύνοδο ως εξής: «Είναι ζωτικής σημασίας να διαφοροποιήσουμε τον ενεργειακό εφοδιασμό και να μειώσουμε την ευρωπαϊκή εξάρτηση από τις χώρες εξαγωγής φυσικού αερίου όσο το δυνατόν γρηγορότερα».
Η πραγματική πρόταση του Μακρόν είναι το «γαλλικό μοντέλο παραγωγής ενέργειας», δηλαδή η αυξημένη χρήση πυρηνικής ενέργειας στο συνολικό ενεργειακό μείγμα. Η πρόταση αυτή βέβαια προσκρούει στην ανοιχτή συζήτηση στην Ε.Ε. για την ενεργειακή μετάβαση.
Το κοινό πρόβλημα – Η έλλειψη ευρωκεντρικής στρατηγικής
Οι φιλόδοξες κινήσεις του Εμμανουέλ Μακρόν μπορεί όντως να τον φέρουν πιο κοντά στο τιμόνι της Ε.Ε. από τους δύο «μνηστήρες» Ντράγκι και Σόλτς. Το σημαντικό είναι ότι και οι τρεις υποψήφιοι έχουν ένα κοινό πρόβλημα. Ότι καμία από τις στρατηγικές που προκρίνουν δεν είναι ευρωκεντρική. Ο Ντράγκι προκρίνει μια οικονομική στρατηγική που θα βελτιώσει τη θέση της Ιταλίας, καθώς η αναπροσαρμογή του συμφώνου σταθερότητας θα διευκολύνει τη χώρα που πήρε τη μερίδα του λέοντος από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Από την άλλη η γερμανική στρατηγική αρχίζει και τελειώνει στα στρατηγικά συμφέροντα της Γερμανίας. Έξω από τις «γερμανικές σφαίρες επιρροής», δημιουργούνται προβλήματα που η Ένωση δεν μπορεί να λύσει εύκολα, όπως για παράδειγμα η αυξημένη ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία που προέκυψε από την ανάγκη να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες της γερμανικής βιομηχανίας.
Τέλος, ο Μακρόν δείχνει και αυτός ότι πατάει πάνω στην παράδοση του Σαρλ Ντε Γκωλ: το συμφέρον της Ευρώπης ταυτίζεται με την ανάπτυξη της Γαλλίας. Η λήξη της Συνόδου Κορυφής θα δείξει αν πάμε προς κάποια κατεύθυνση από τις τρεις ή θα συνεχιστεί η αναζήτηση για αυτόν που θα κρατήσει το τιμόνι της Ε.Ε. Το σίγουρο είναι ότι η θέση της Άνγκελα Μέρκελ δεν θα «χηρέψει» για πολύ.