Μέχρι τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου, υποψήφιοι ευρωβουλευτές απαντούν σε 6 βασικές ερωτήσεις του Γιάννη Παπαγεωργίου για την επόμενη μέρα της Ένωσης, τις οικονομικές της προοπτικές και τη θέση της Ελλάδας σε αυτή. Η Ελίζα Βόζεμπεργκ, υποψήφια με τη Νέα Δημοκρατία δίνει τις δικές της απαντήσεις.
Η κοινή αμυντική πολιτική, η πολιτική συνοχής και η νέα ΚΑΠ βασικές ελληνικές προτεραιότητες στο πλαίσιο της θητείας των νέων ευρωπαϊκών θεσμών, επισημαίνει.
Αναφερόμενη στην ανάγκη εύρεσης πόρων προκειμένου να χρηματοδοτηθούν -από τους net contributors- οι αυξημένες απαιτήσεις της Ένωσης, τονίζει: «Η πρώτη αντίδραση των χωρών που εισφέρουν περισσότερα από όσα εισπράττουν μπορεί να ήταν αρνητική, όμως το ίδιο είχε συμβεί και την περίοδο της πανδημίας, για να καταλήξουμε μετά από επίμονες διαπραγματεύσεις στη λύση του Ταμείου Ανάκαμψης και μάλιστα με κοινό δανεισμό για πρώτη φορά στο όνομα της ΕΕ». Στέκεται μάλιστα στον πρωταγωνιστικό ρόλο της Ελλάδας προς την κατεύθυνση αυτή αλλά και στην ευκαιρία δημιουργίας επιπλέον συμμαχιών για τη χώρα μας: «Και τότε και τώρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο και μάλιστα μπορεί να βρει συμμάχους όχι μόνο στις χώρες του Νότου, αλλά και στα κράτη μέλη που λόγω γειτνίασης με τη Ρωσία έχουν ως βασική προτεραιότητα την κοινή αμυντική πολιτική».
Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της ΕΕ που τα κράτη-μέλη θα κληθούν μέσα στα επόμενα χρόνια να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση για πρόσθετες πολλαπλές προκλήσεις. Τις ανάγκες για την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας, την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής κρίσης και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων που παράγονται εντός ΕΕ. Την ίδια ώρα, οι net contributors εμφανίζονται φειδωλοί σε ό,τι αφορά την ουσιαστική αύξηση του προϋπολογισμού της ΕΕ. Πώς θα προτείνατε να εξασφαλιστούν τα σημαντικά απαιτούμενα κονδύλια και ποιους συμμάχους θεωρείτε ότι θα βρουν οι προτάσεις σας εντός της Ένωσης;
Τα τελευταία χρόνια η Ευρώπη κλήθηκε να αντιμετωπίσει αλλεπάλληλες σοβαρές κρίσεις και να λειτουργήσει μέσα σε ένα εξαιρετικά δύσκολο και ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον. Μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση που ακολούθησε, ακόμη και η γερμανική οικονομία, που εύλογα χαρακτηρίζεται ως η ατμομηχανή της Ευρώπης, βρέθηκε αντιμέτωπη με το φάσμα της ύφεσης.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες τόσο η Γερμανία όσο και οι λοιποί net contributors, οι οποίοι ούτως ή άλλως εμφανίζονταν επιφυλακτικοί απέναντι στο ενδεχόμενο αύξησης του κοινοτικού προϋπολογισμού, έγιναν ακόμη πιο φειδωλοί.
Όμως οι μεγάλες προκλήσεις που αναφέρατε απαιτούν σημαντικά κονδύλια και συλλογική δράση. Επί παραδείγματι για το εμβληματικό ζήτημα της κοινής αμυντικής πολιτικής ο Έλληνας Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ήδη πρότεινε την έκδοση ευρωομολόγου για τη χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.
Η πρώτη αντίδραση των χωρών που εισφέρουν περισσότερα από όσα εισπράττουν μπορεί να ήταν αρνητική, όμως το ίδιο είχε συμβεί και την περίοδο της πανδημίας, για να καταλήξουμε μετά από επίμονες διαπραγματεύσεις στη λύση του Ταμείου Ανάκαμψης και μάλιστα με κοινό δανεισμό για πρώτη φορά στο όνομα της ΕΕ.
Και τότε και τώρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο και μάλιστα μπορεί να βρει συμμάχους όχι μόνο στις χώρες του Νότου, αλλά και στα κράτη μέλη που λόγω γειτνίασης με τη Ρωσία έχουν ως βασική προτεραιότητα την κοινή αμυντική πολιτική.
Περίπου το 80% των δημοσίων επενδύσεων της χώρας προέρχονται από την πολιτική συνοχής. Ήδη έχει ξεκινήσει ο διάλογος αναμόρφωσής της για την περίοδο 2028-2034. Ποιες βασικές αλλαγές θα επιδιώκατε και σε συνεργασία με ποιους; Θεωρείτε ότι η παρακαταθήκη της λειτουργίας του Ταμείου Ανάκαμψης που ολοκληρώνεται το 2026 μπορεί να φανεί χρήσιμη στη συζήτηση αυτή; Και πώς θα βλέπετε την εξέλιξή του μετά το 2026;
Οι μεγάλες προκλήσεις της επόμενης μέρας για την Ευρώπη απαιτούν κοινή δράση στη βάση των θεμελιωδών αρχών της συνεργασίας και της αλληλεγγύης.
Γι’ αυτό μετά τη θετική παρακαταθήκη του Ταμείου Ανάκαμψης, πιστεύω ότι η Ευρώπη θα πρέπει να εξασφαλίσει στα κράτη μέλη την απαραίτητη χρηματοοικονομική στήριξη με ένα νέο αντίστοιχο πακέτο χρηματοδοτήσεων. Είναι ο καλύτερος τρόπος στήριξης των δημόσιων πολιτικών για την περίοδο μετά το 2026. Πολιτικές όπως επί παραδείγματι η πράσινη μετάβαση μόνο μέσω αυτής της οδού θα καταστεί δυνατό να υλοποιηθούν αποτελεσματικά.
Ωστόσο η σχετική διαπραγμάτευση δεν θα είναι εύκολη, δοθέντος ότι ένα μπλοκ χωρών με προεξάρχουσες Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία, Δανία και Σουηδία, εμφανίζονται απρόθυμες να στηρίξουν μία πολιτική αλληλεγγύης αντίστοιχη με αυτήν του Ταμείου Ανάκαμψης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ για την Ελλάδα το 80% των δημοσίων επενδύσεων προέρχεται από την πολιτική συνοχής, το αντίστοιχο ποσοστό για τις ανωτέρω χώρες είναι μόλις 20%.
Με αυτά τα δεδομένα το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του Ιουνίου αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα, καθώς οι νέοι πολιτικοί συσχετισμοί που θα διαμορφωθούν στο Ευρωκοινοβούλιο θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στο πως θα εξελιχθεί η πολιτική συνοχής, μέσω της οποίας κατανέμονται οι κοινοτικοί πόροι.
Η Ελλάδα έχει κατορθώσει τα τελευταία χρόνια με βασικό εργαλείο την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της. Είναι προφανές ότι η ελληνική κυβέρνηση και η νέα ελληνική αντιπροσωπεία στο Ευρωκοινοβούλιο θα δώσουν αγώνα για να διατηρηθεί ο προϋπολογισμός της πολιτικής συνοχής για την περίοδο 2028-2034, γιατί σε αντίθετη περίπτωση θα βρεθούμε αντιμέτωποι με σοβαρή απώλεια πόρων στο νέο ΕΣΠΑ.
Σε κάθε περίπτωση η τελική μάχη θα δοθεί το 2025 όταν κατατεθεί η πρόταση για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ, που θα καθορίσει και τον προϋπολογισμό της περιόδου 2028-2034.
Η Ελλάδα έχει θέσει ως στόχο τα επόμενα χρόνια τη σύγκλιση με τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών δεικτών σε σημαντικούς τομείς της οικονομίας της. Το ίδιο και σε ό,τι αφορά τους δείκτες κοινωνικών ανισοτήτων. Με δεδομένα τα χαρακτηριστικά της οικονομίας αλλά και τη γεωγραφική της θέση της χώρας, υπάρχουν ρεαλιστικές πρωτοβουλίες που θα προτείνατε να αναληφθούν εντός των ευρωπαϊκών θεσμών οι οποίες θα ενίσχυαν τη θωράκιση της;
Η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα που έχασε το 25% του ΑΕΠ της στα δύσκολα χρόνια της κρίσης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αποκλίνει σημαντικά από τον ευρωπαικό μέσο όρο σε όλους τους βασικούς δείκτες, όπως η αγοραστική δύναμη, το μισθολογικό επίπεδο και οι κοινωνικές ανισότητες.
Η αρνητική αυτή τάση άρχισε να αντιστρέφεται μετά το 2019 με την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης αγορών και επενδυτών προς την ελληνική οικονομία, που πέτυχε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όμως η απόσταση που είχε δημιουργηθεί ήταν μεγάλη και έχουμε ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουμε.
Με αυτά τα δεδομένα οι πρωτοβουλίες που θα αναλάβουμε το επόμενο διάστημα θα είναι με στόχο τη διατήρηση του προϋπολογισμού της πολιτικής συνοχής στα ίδια επίπεδα για να μην έχουμε απώλεια πόρων στο νέο ΕΣΠΑ, τη δημιουργία ενός χρηματοδοτικού μηχανισμού αντίστοιχου με το Ταμείο Ανάκαμψης, μετά το 2026 και τη χαλάρωση των όρων του δημοσιονομικού πλαισίου σταθερότητας, προκειμένου να μείνει το απαραίτητο δημοσιονομικό περιθώριο για δράσεις με κοινωνικό πρόσημο.
Μία από τις σημαντικότερες συζητήσεις που έχει ξεκινήσει εντός ΕΕ είναι η ανάγκη εμβάθυνσής της. Αυτό ενέχει και την παράμετρο παραχώρησης δικαιωμάτων από τα κράτη-μέλη στον τρόπο που λαμβάνονται οι αποφάσεις. Πώς αντιλαμβάνεστε τη συζήτηση αυτή; Θα μπορούσε η Ελλάδα να στηρίξει σε συγκεκριμένες περιπτώσεις την άρση την αναγκαιότητας ομοφωνίας και υπό ποιες προϋποθέσεις;
Η Ελλάδα λόγω γεωγραφικής θέσης είναι μία χώρα πρώτης υποδοχής προσφύγων και μεταναστών, με πολύ δύσκολους γείτονες, που προσπαθεί να ανακάμψει μετά από μία σοβαρή οικονομική κρίση.
Υπό αυτές τις συνθήκες η πατρίδα μας έχει ανάγκη την πολυεπίπεδη ομπρέλα προστασίας που της προσφέρει η ΕΕ και επιθυμεί την εμβάθυνση και την πολιτική ολοκλήρωση της Ενωμένης Ευρώπης.
Με αφορμή την σχεδιαζόμενη περαιτέρω διεύρυνση της ΕΕ έχει ξεκινήσει μία συζήτηση σχετικά με την αναγκαιότητα ομοφωνίας, για την άρση της οποίας όμως απαιτείται τροποποίηση των Ιδρυτικών Συνθηκών της ΕΕ.
Είναι αυτονόητο ότι η Ελλάδα σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να στηρίξει μία τροποποίηση ή να παραχωρήσει δικαιώματα, που θα έθιγαν τα εθνικά μας συμφέροντα.
Η Ελλάδα σε απόλυτους αριθμούς διαθέτει περιορισμένη κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, εκλέγει 21 από τους 720 ευρωβουλευτές. Η χώρα δεν έχει συνεπώς την πολυτέλεια να εκλεγούν και βρεθούν στις Βρυξέλλες ευρωβουλευτές με περιορισμένη γνώση των λειτουργιών των ευρωπαϊκών θεσμών. Κατά την άποψή σας, οι 21 αποτελούν περισσότερο «Εθνική Ομάδα» ή μέλη των ευρωομάδων τους; Αν εκλεγείτε πώς βλέπετε το ρόλο σας στο πλαίσιο αυτό;
Οι ευρωβουλευτές εκπροσωπούμε πρωτίστως την πατρίδα μας και εκλεγόμαστε για να υπηρετήσουμε τα εθνικά μας συμφέροντα. Η ελληνική αντιπροσωπεία στο Ευρωπαικό Κοινοβούλιο, παρά τις πολιτικές διαφωνίες που ήταν φυσικό να υπάρχουν, λειτουργούσε πάντοτε ως “Εθνική Ελλάδος”.
Όμως ο κανόνας αυτός ανατράπηκε εδώ και τρία περίπου χρόνια από συναδέλφους του ΣΥΡΙΖΑ, που επέλεξαν να κάνουν εξαγωγή της αντιπολίτευσης στις Βρυξέλλες, δυσφημώντας την Ελλάδα, σε μια σκόπιμη και μεθοδευμένη προσπάθεια να πλήξουν την κυβέρνηση της ΝΔ και προσωπικά τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
Πλην όμως απέτυχαν, γιατί με κυβέρνηση τη ΝΔ και Πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη το διεθνές κύρος της πατρίδας μας έχει αναβαθμιστεί και από ουραγοί της ΕΕ έχουμε γίνει βασικοί συνδιαμορφωτές των ευρωπαϊκών εξελίξεων.
Σε ό,τι με αφορά, κατά τη διάρκεια της θητείας μου κινήθηκα πάντοτε με γνώμονα το εθνικό συμφέρον και το ίδιο σκοπεύω να πράξω, εάν οι πολίτες με τιμήσουν εκ νέου με την ψήφο τους.
Τέλος, μπορείτε να μου ιεραρχήσετε τις τρεις βασικές ελληνικές προτεραιότητες για την επόμενη θητεία των ευρωπαϊκών θεσμών; Σε ποια από αυτές θεωρείτε ότι μπορείτε να προσφέρετε περισσότερο και πώς;
Όλες ανεξαιρέτως οι μεγάλες προκλήσεις της επόμενης πενταετίας αφορούν άμεσα την πατρίδα μας. Εάν ξεχώριζα τρεις, αυτές θα ήταν η κοινή αμυντική πολιτική, η πολιτική συνοχής και η νέα ΚΑΠ.
Η κοινή αμυντική πολιτική είναι τομέας μείζονος σημασίας για την πατρίδα μας λόγω γεωγραφικής θέσης, δύσκολων γειτόνων και αυξημένων γεωπολιτικών εντάσεων. Από την πολιτική συνοχής και τις λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν για χρηματοδοτικά προγράμματα στήριξης, θα εξαρτηθούν οι αναπτυξιακές προοπτικές της εθνικής μας οικονομίας. Η νέα κοινή αγροτική πολιτική είναι φλέγον ζήτημα για τον πρωτογενή τομέα στην Ελλάδα και θα επηρεάσει άμεσα τις ζωές των αγροτών μας.
Σε ό,τι με αφορά, στην προηγούμενη θητεία μου άσκησα τα καθήκοντά μου με συνέπεια ως αντιπρόεδρος της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων και μέλος στις Επιτροπές Μεταφορών και Τουρισμού, Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και Σχέσεων ΕΕ/Τουρκίας.
Εάν οι πολίτες ανανεώσουν την εμπιστοσύνη τους στο πρόσωπό μου, είμαι έτοιμη να αγωνιστώ με όλες μου τις δυνάμεις για να υπηρετήσω τα εθνικά μας συμφέροντα στις επιτροπές που θα κρίνει η παράταξή μου ότι θα πρέπει να συμμετέχω.