Τις πρώτες εβδομάδες του πολέμου Ρωσίας - Ουκρανίας στις πρώτες γραμμές των μετώπων, μπορούσε κανείς να ακούσει κραυγές στα ουκρανικά και στα ρωσικά, ανακατεμένες με κάποιες τοπικές διαλέκτους της Μπουριάτ ή της Τσετσενίας. Σήμερα, σύμφωνα με το Politico, στρατεύματα και από τις δύο πλευρές των συγκρούσεων επικοινωνούν στα Ισπανικά, στα Σέρβικα, στα Κορεάτικα, στη γλώσσα των Σομαλών ή στα Χίντι.
Οι ξένες γλώσσες που μιλιούνται στα λασπωμένα χαρακώματα είναι μόνο ένα σημάδι πώς η σύγκρουση λαμβάνει μια ολοένα και πιο διεθνή διάσταση. «Η τελευταία φορά που είδαμε κάτι τέτοιο πιθανότατα θα ήταν η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν», είπε ο διακεκριμένος ιστορικός του Ψυχρού Πολέμου Σεργκέι Ράντσενκο.
Αυτό που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2022 ως ο μεγαλύτερος ευρωπαϊκός χερσαίος πόλεμος που έχει γίνει από την εποχή του Β' Παγκοσμίου, τώρα ανταγωνίζεται για τον τίτλο της μεγαλύτερης παγκόσμιας σύγκρουσης από τον Ψυχρό Πόλεμο, με δεκάδες χώρες να εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα.
Η παγκόσμια διάσταση του πολέμου
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, όταν η Μόσχα εξαπέλυσε την ευρείας κλίμακα επίθεσή της στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, το Κρεμλίνο και οι προπαγανδιστές του πίστευαν πως ο πόλεμος θα τελείωνε σε λίγες μέρες και πως η Δύση θα απαντούσε καταδικάζοντας τη στάση της Ουκρανίας. Όμως αυτό δεν έγινε και οι Ουκρανοί πολέμησαν με νύχια και με δόντια τα ρωσικά στρατεύματα.
Με την πάροδο του χρόνου, και καθώς τα στρατεύματα και των δύο πλευρών άρχισαν να ταλαιπωρούνται από την πείνα και την κούραση, η διεθνής διάσταση που άρχισε να παίρνει ο πόλεμος έγινε ακόμα πιο ορατή και πιο σημαντική και για τις δύο χώρες. Σήμερα, και οι δύο χώρες βασίζονται σε εξωτερική βοήθεια: η Ουκρανία, για να συνεχίσει να στέκεται όρθια και η Ρωσία για να διατηρήσει την κυριαρχία της τόσο στο έδαφος όσο και στον αέρα, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τις επιπτώσεις του πολέμου στον ίδιο της τον πληθυσμό.
Την ίδια ώρα, καθώς και οι δύο χώρες επιδιώκουν περισσότερους πόρους, η μεν Ουκρανία λέει ότι αγωνίζεται για τη «δημοκρατία», η δε Ρωσία λέει ότι σταυροφορεί ενάντια σε αυτό που αποκαλεί αμερικανική ηγεμονία αλλά και ενάντια στη «συλλογική Δύση». Αυτές οι ιδεολογικές αξιώσεις ήταν αρκετές για να λάβει ιρανικά drones Shahed όπως επίσης βαλλιστικούς πυραύλους, εκατομμύρια οβίδες και χιλιάδες στρατεύματα από τη Βόρεια Κορέα.
Το μεγαλύτερο σωσίβιο όμως της Μόσχας είναι η Κίνα, η οποία έχει διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στη στήριξη της ρωσικής οικονομίας από τις δυτικές κυρώσεις παρέχοντας μια αγορά για το πετρέλαιο και τα λιπάσματά της, καθώς επίσης και πρόσβαση στην πολύ αναγκαία τεχνολογικά εργαλεία.
Δυτική βοήθεια στο Κίεβο
Αλλά και οι αντίπαλοι της Ρωσίας δεν έχουν μείνει στάσιμοι.
Ο Βολοντίμρ Ζελένσκι έχει λάβει βοήθεια αξίας άνω των 220 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Παράλληλα, οι χώρες του ΝΑΤΟ έχουν παραδώσει όλο και πιο ισχυρά όπλα: από οβίδες πυροβολικού στην αρχή του πολέμου, έως μαχητικά F-16 αεριωθούμενα αεροπλάνα και πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς ATACMS.
Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση προώθησε τις προσπάθειες της Ουκρανίας, της Μολδαβίας και της Γεωργίας να ενταχθούν στο μπλοκ.
Ωστόσο, είναι ξεκάθαρο ότι χωρίς τη βοήθεια της Δύσης, ο πόλεμος δεν θα είχε επιβιώσει από τον πρώτο του χρόνο και θα είχε τελειώσει με μια «συντριπτική ήττα» για την Ουκρανία, λέει ο Αλεξάντερ Γκαμπούεφ, διευθυντής του Carnegie Russia Eurasia Center.
Αλλά και η Δύση επιλέγει μια πιο προσεκτική στρατηγική αποφεύγοντας την κλιμάκωση. Προς μεγάλη απογοήτευση του Κίεβου, οι παραδόσεις όπλων έγιναν σε συγκεκριμένες φάσεις και με κανόνες.
Για σχεδόν τρία χρόνια, οι ηγέτες στις ΗΠΑ και την Ευρώπη κώφευαν στις ολοένα και πιο απελπισμένες εκκλήσεις του Κιέβου για άδεια χρήσης όπλων μεγάλης εμβέλειας για να χτυπήσουν στόχους εντός της Ρωσίας.
Από την άλλη πλευρά, παρά τις συχνές απειλές από τη Μόσχα ότι θα μπορούσε να χτυπήσει μια δυτική πόλη, η επιλογή αυτή δεν είναι στα σχέδια του Πούτιν.
Η Κίνα, επίσης, έχει σεβαστεί ορισμένες από τις κόκκινες γραμμές της Δύσης, διασφαλίζοντας ότι δεν παραβιάζει τουλάχιστον άμεσα τις δυτικές κυρώσεις και, προς το παρόν, δεν παρέχει στη Ρωσία κανένα φονικό όπλο.
Ωστόσο, το πρόβλημα με τις διεθνοποιημένες συγκρούσεις -όπως ανακαλύπτει η Ουκρανία- είναι ότι οι εξωτερικοί υποστηρικτές μπορεί να είναι δύστροποι και η δέσμευσή τους μόνο τόσο βαθιά όσο η επόμενη εκλογική εκστρατεία.
Προς το τέλος του 2024, η όρεξη για μια ουκρανική νίκη έχει μειωθεί στην Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες.
«Ήταν ξεκάθαρο από την αρχή ότι αν η Ουκρανία δεν κέρδιζε αρκετά γρήγορα, η Αμερική θα εγκατέλειπε», είπε η Νίνα Χρουστσόβα, καθηγήτρια διεθνών υποθέσεων στο New School στη Νέα Υόρκη και δισέγγονη του Σοβιετικού ηγέτη Νικήτα Χρουστσόφ.
«Όλα αυτά φάνηκαν από την αρχή ως χολιγουντιανή σειρά», είπε. Αρχικά, πρόσθεσε, οι υποστηρικτές της Ουκρανίας πίστευαν ότι θα τελείωνε μετά από μία μόνο σεζόν.
Αλλά υπήρχε και συνέχεια. «Και τώρα υπάρχει και τρίτη σεζόν, και έτσι φυσικά η προσοχή έχει ξεθωριάσει», είπε. «Δεν θέλουμε τέταρτη σεζόν, αλλά θα συμβεί».
Το τέλος του πολέμου
Καθώς όμως η σύγκρουση οδεύει προς την αρχή του τέταρτου έτους της, καμία από τις πλευρές δε λαμβάνει όλη τη βοήθεια που θέλει. Στο μεταξύ, η σύγκρουση μοιάζει περισσότερο με πόλεμο φθοράς του Α' Παγκοσμίου Πολέμου παρά με έναν Γ' Παγκόσμιο Πόλεμο υψηλής τεχνολογίας.
Η Ρωσία εκτιμάται ότι χάνει περίπου 30.000 στρατιώτες το μήνα και στρατολογεί εξίσου πολλούς για να τους αντικαταστήσει. Η Βόρεια Κορέα (προς το παρόν) δεν παρέχει αρκετά στρατεύματα για να κάνει σημαντική διαφορά.
Το Κίεβο από την άλλη βρίσκεται σε ακόμη πιο δεινή θέση. Οι αμφιβολίες για το μέγεθος της δυτικής υποστήριξης αυξάνονται τη στιγμή που οι Ουκρανοί αντιμετωπίζουν έναν ακόμη χειμώνα, αποδυναμωμένοι από το χαμηλό ηθικό ενώ παράλληλα παλεύουν με σοβαρές ελλείψεις σχεδόν σε όλα.
Σύμφωνα με εκτίμηση του Πενταγώνου, η χώρα έχει μόνο αρκετά στρατεύματα για να αντέξει άλλους έξι έως δώδεκα μήνες προτού αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα.
Με τη Ρωσία και την Ουκρανία να αγωνίζονται να κινητοποιήσουν αρκετούς δικούς τους άνδρες, οι δύο πλευρές χρησιμοποίησαν χιλιάδες ξένους, κυρίως από φτωχές χώρες, για να συμμετάσχουν στον αγώνα τους.
Εκτός από τα στρατεύματα που παρέχει η Πιονγκγιάνγκ, η Μόσχα έχει στρατολογήσει μαχητές από την Κούβα, την Ινδία, το Νεπάλ, τη Συρία, τη Σερβία, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και τη Λιβύη με υποσχέσεις για γενναιόδωρους μισθούς και ρωσική υπηκοότητα (μια δέσμευση που δεν τηρείται πάντα, σύμφωνα με ορισμένους που έχουν καταταγεί).
Εν τω μεταξύ, η Ουκρανία, πέρα από τα οικονομικά κίνητρα, προσφέρει στους ξένους την ευκαιρία να βρίσκονται στη σωστή πλευρά της ιστορίας.
«Μαζί νικήσαμε τον Χίτλερ, μαζί θα νικήσουμε και τον Πούτιν», έγραψε ο τότε υπουργός Εξωτερικών της χώρας, Ντμίτρο Κουλέμπα, στο twitter το 2022.
Τελικά, οι αναλυτές εκτιμούν ότι η έκβαση του πολέμου πιθανότατα θα εξαρτηθεί από τις αποφάσεις των βασικών υποστηρικτών των δύο πλευρών: του ΝΑΤΟ και της Κίνας.
«Εάν αποσυρθεί η στήριξη του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, δε θα υπάρχει Ουκρανία», είπε ο Alexander Gabuev και πρόσθεσε. «Αλλά εάν αποσυρθεί η κινεζική υποστήριξη από τη ρωσική πολεμική προσπάθεια, αυτό θα ανάγκαζε τη Μόσχα να περιορίσει την όρεξή της και να μειώσει τις ελπίδες της ότι ο χρόνος είναι με το μέρος της».
Άλλοι παράγοντες που θα μπορούσαν να ανατρέψουν τις ισορροπίες είναι ο απρόβλεπτος Τραμπ. Στη Μέση Ανατολή, η σύγκρουση του Ιράν με το Ισραήλ. Στην Ευρώπη, ένα κύμα δημοτικότητας για τα ακροδεξιά κόμματα, μερικά από τα οποία είναι δύσπιστα για την παροχή βοήθειας στην Ουκρανία.
Και πάντα υπάρχει ο κίνδυνος της συμμετοχής ενός ακόμα παίκτη στη μάχη.