Τις πρώτες διερευνητικές επαφές έκαναν το Βερολίνο και το Παρίσι, την επομένη της νίκης του ηγέτη των Χριστιανοδημοκρατών, Φρίντριχ Μερτς, στις εκλογές της Γερμανίας, προκειμένου να διερευνήσουν εάν μπορούν να ξαναχτίσουν τη βάση για τον γαλλογερμανικό άξονα με σκοπό την προώθηση μίας κοινής ευρωπαϊκής γραμμής απέναντι στην Ουκρανία, την Ρωσία, τις ΗΠΑ, τη Μέση Ανατολή και γενικότερα τις μεγάλες προκλήσεις.
Ο Μερτς και ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έδωσαν ένα πρώτο δείγμα γραφής ότι θέλουν να δοκιμάσουν πού θα μπορούσε να οδηγήσει μια αναζωογονημένη συνεργασία μεταξύ των δύο κορυφαίων οικονομιών της γηραιάς ηπείρου.
Δεδομένων των μακροχρόνιων απόψεών του για την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Μακρόν έσπευσε να μιλήσει για την προοπτική ο γαλλογερμανικός κινητήριος άξονας της ΕΕ, ο οποίος είχε διαρραγεί επί Καγκελαρίας Όλαφ Σολτς, θα μπορούσε ξαφνικά να αναβιώσει.
«Βιώνουμε μια ιστορική στιγμή. Μπορεί να οδηγήσει σε μια άνευ προηγουμένου γαλλογερμανική συμφωνία», είπε ο Μακρόν, όπως μετέδωσε το Politico, καθώς πετούσε στην Ουάσιγκτον για να συναντήσει τον Τραμπ τη Δευτέρα.
Από την πλευρά του, ο επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, κάλεσε για ένα ενιαίο ευρωπαϊκό μέτωπο, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απομακρύνει τις ΗΠΑ από τον ιστορικό τους ρόλο στη διαφύλαξη της ασφάλειας της Ευρώπης. Στο πλαίσιο αυτό, παρουσίασε λεπτομερώς τις θέσεις του για τα διατλαντικά ζητήματα με τον πρόεδρο της Γαλλίας. «Είχα μια μακρά συνομιλία με τον Εμανουέλ Μακρόν καθώς ήταν καθ' οδόν για την Ουάσιγκτον», είπε στους δημοσιογράφους τη Δευτέρα. «Είμαστε πλήρως ευθυγραμμισμένοι ως προς τον τρόπο προσέγγισης της αμερικανικής κυβέρνησης».
Ο συντηρητικός ηγέτης «δεν μάσησε λόγια» του για το δόγμα «Πρώτα η Αμερική» του Τραμπ, προειδοποιώντας ότι στρέφεται προς μια στάση «Μόνη της η Αμερική» που θα μπορούσε να αφήσει την Ευρώπη ευάλωτη.
«Πρέπει να προετοιμαστούμε για το χειρότερο σενάριο βάσει του οποίου η αμερικανική εμπλοκή στην ευρωπαϊκή ασφάλεια μειώνεται σημαντικά», ανέφερε σύμφωνα με το Politico. Ωστόσο, παραμένει αισιόδοξος ότι μια ισχυρή και συνεκτική ευρωπαϊκή στάση θα μπορούσε να κρατήσει την Ουάσιγκτον δεσμευμένη.
Θα έρθουν κοντά Βερολίνο - Παρίσι;
Το θέμα ωστόσο είναι πώς εννοεί αυτή την ευρωπαϊκή ενότητα. Αναφερόμενος σε αυτήν, ο Μερτς διαμήνυσε ότι ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να πάρουν τη σκυτάλη και να προχωρήσουν δυναμικά, χαρακτηρίζοντας ανεδαφικό το γεγονός να περιμένει και από τα 27 κράτη μέλη να συμφωνήσουν σε όλα τα θέματα. Θεωρεί ότι έως τα τέλη Ιουνίου, θα πρέπει να έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο των διατλαντικών σχέσεων και ο ρόλος που θα αναλάβει η Ευρώπη για την ασφάλειά της, υπογραμμίζοντας την ανάγκη αύξησης των ευρωπαϊκών επενδύσεων στην άμυνα.
Ταυτόχρονα, έχει ρίξει το βλέμμα του και προς άλλες πλευρές, όπως η Βρετανία. Πριν από τις εκλογές, ο Μερτς είχε πει ότι πρέπει να κάνουμε συζητήσεις τόσο με τους Βρετανούς όσο και με τους Γάλλους - τις δύο ευρωπαϊκές πυρηνικές δυνάμεις - σχετικά με το «εάν η πυρηνική κοινή χρήση ή τουλάχιστον η πυρηνική ασφάλεια από το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία θα μπορούσε να ισχύει και για μας».
Το Βερολίνο θα κληθεί να λάβει αποφάσεις σχετικά με την προμήθεια πυραύλων Taurus στην Ουκρανία και ταυτόχρονα να αποφασίσει για το αν η δημιουργία κοινών ευρωπαϊκών αμυντικών ομολόγων είναι μια ιδέα που αξίζει να υιοθετηθεί. Οι περιορισμοί στη χρηματοδότηση της ΕΕ για την άμυνα θα συζητηθούν στην ειδική σύνοδο κορυφής της ΕΕ στις 6 Μαρτίου.

Βραχυπρόθεσμα, ωστόσο, είναι υπερβολικό να περιμένει κανείς ότι η Γερμανία θα προσφέρει στρατεύματα για μια προτεινόμενη ευρωπαϊκή δύναμη ασφαλείας στην Ουκρανία. Ο Σολτς, μεγάλος χαμένος των γερμανικών εκλογών, απέρριψε προσφάτως με θυμό την ιδέα ως πρόωρη, αλλά το Παρίσι και το Λονδίνο εργάζονται σε κοινές προτάσεις για την ανάπτυξη στρατευμάτων στο έδαφος της Ουκρανίας, μακριά από την πρώτη γραμμή, στο πλαίσιο της κατάπαυσης του πυρός.
Την ίδια στιγμή, η Γαλλία πιστεύει ότι η Λιθουανία, η Φινλανδία και η Εσθονία είναι πιθανό να συμμετάσχουν σε αυτήν την αποστολή, ενώ καταβάλλονται προσπάθειες για να πείσουν τη Σουηδία και την Ολλανδία. Η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο πιστεύουν ότι αυτή η δύναμη θα απαιτήσει ένα «backstop» των ΗΠΑ, ιδιαίτερα όσον αφορά τις μεταφορές, τις πληροφορίες και την αεροπορική κάλυψη. Μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση Τραμπ έχει επιμείνει ότι δεν θα παίξει τον ρόλο του backstop.
Οι παραπάνω θέσεις θυμίζουν κάποιους εμπειρογνώμονες που έκαναν λόγο πριν από τις εκλογές στη Γερμανία για αδυναμία αναβίωσης του γαλλογερμανικού άξονα και αντ΄αυτού είχαν μιλήσει για «ομόκεντρους κύκλους», δηλαδή για μία μεγαλύτερη συνεργασία που θα συμμετέχουν και άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου, που, όπως φαίνεται, επιστρέφει δυναμικά στην Ευρώπη μέσω συνεργασίας και κοινής λήψης αποφάσεων.
Σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε τη Δευτέρα ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είναι έτοιμος να δεχτεί ευρωπαϊκή ειρηνευτική δύναμη στην Ουκρανία σε μια πιθανή σημαντική εξέλιξη που θα μπορούσε να βοηθήσει στον τερματισμό του πολέμου του Κρεμλίνου εναντίον του Κιέβου.
«Θα το δεχτεί. Του έκανα αυτή την ερώτηση», είπε ο Τραμπ για τον Πούτιν, όταν ρωτήθηκε ευθέως για την ανάπτυξη ευρωπαϊκών στρατευμάτων, σύμφωνα με το Politico. Εάν ο Τραμπ ερμήνευσε σωστά τον Πούτιν, αυτό θα αποτελούσε μία μεγάλη στροφή από τους Ρώσους, οι οποίοι επέμεναν στο παρελθόν ότι η ανάπτυξη ξένων ειρηνευτικών δυνάμεων στην Ουκρανία θα αντιπροσώπευε μια κλιμάκωση.
Στη συνάντησή του με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν στο Οβάλ Γραφείο, ο Τραμπ εξέφρασε επίσης τη βεβαιότητα ότι ο πόλεμος θα μπορούσε να τελειώσει μέσα σε εβδομάδες, προειδοποιώντας ωστόσο ότι, χωρίς συμφωνία, οι μάχες θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η απόφαση του Τραμπ να μιλήσει με τον Πούτιν και να χαρακτηρίσει τον Ουκρανό ηγέτη Βολοντίμιρ Ζελένσκι «δικτάτορα» έκανε τους Ευρωπαίους ηγέτες να σπεύσουν να προετοιμαστούν για έναν κόσμο στον οποίο δεν θα μπορούσαν πλέον να εξαρτώνται από την Ουάσιγκτον ως αξιόπιστο σύμμαχο. Αυτοί οι φόβοι έχουν επιδεινωθεί από Αμερικανούς αξιωματούχους που επαναλαμβάνουν τις θέσεις της Μόσχας ότι η Ουκρανία πρέπει να παραδώσει εδάφη και να μην ενταχθεί στο ΝΑΤΟ.
Ο Τραμπ κατέστησε σαφές ότι περιμένει από την Ευρώπη να επωμιστεί το κύριο βάρος οποιωνδήποτε διαβεβαιώσεων ασφαλείας σε μια πιθανή κατάπαυση του πυρός.
Ο Μακρόν ήταν ανοιχτός στην ιδέα. Είπε ότι η Γαλλία είχε επαφές με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα τη Βρετανία, για ένα πιθανό πλαίσιο για να στείλει ειρηνευτικές δυνάμεις, αλλά χωρίς να βάλει στρατιώτες στην πρώτη γραμμή. Θεωρεί επίσης ζωτικής σημασίας να συμπεριληφθούν εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία που λείπουν από προηγούμενες συμφωνίες μεταξύ του Κιέβου και του Κρεμλίνου και άφησε να εννοηθεί ότι θα έπρεπε να αναληφθούν από τις ΗΠΑ.
Μένει να φανεί εάν το Κρεμλίνο θα υπογράψει μια διευθέτηση σύμφωνα με όσα συζητήθηκαν τη Δευτέρα, δεδομένης της παραδοσιακής αντίστασής του στις ειρηνευτικές δυνάμεις. Η Μόσχα είναι επίσης πιθανό να έχει επιφυλάξεις σχετικά με τα σχόλια του Τραμπ για τα κατεχόμενα εδάφη, σύμφωνα με το Politico. Ενώ ο Τραμπ είπε ότι δεν θα ήταν εύκολο πράγμα να ανακτηθεί η εισβολή εδάφους, πρόσθεσε ότι ελπίζει ότι οι ουκρανικές δυνάμεις θα ανακτήσουν ίσως ένα μέρος.
Πίσω από τις κινήσεις της Ουάσιγκτον
Πίσω από αυτή τη στροφή των ΗΠΑ προς τη Μόσχα κρύβονται σίγουρα βαθύτεροι λόγοι, με κυριότερο μία προσπάθεια να αποσπάσουν την Ρωσία από τη στενή σχέση της με την Κίνα. Όπως δήλωσε ο Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, σε συνέντευξή του στη WSJ, λίγο πριν επισκεφθεί την Ευρώπη, «δεν είναι προς το συμφέρον της Ρωσίας να είναι ο μικρός αδελφός σε μία συμμαχία με την Κίνα».
Έχοντας ταυτόχρονα ανοικτά δύο μέτωπα, ένα στην Ασία με την Κίνα και ένα στην Ευρώπη με την Ρωσία, επιλέγουν να ασχοληθούν με το δεύτερο. Ουσιαστικά, οι ΗΠΑ θέλουν να συνεργαστούν με τη Μόσχα και να της προσφέρουν προκαταβολικά όλα όσα έχει απαιτήσει ο Πούτιν για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, ζητώντας όμως σαφέστατα ανταλλάγματα με βασικότερο το φρενάρισμα των BRICS και ο τερματισμός κάθε προσπάθειας υπονόμευσης του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος.
Ωστόσο, η Κίνα παρακολουθεί με άγρυπνο μάτι όλες τις κινήσεις Ουάσιγκτον – Μόσχας και δίδει το παρόν. Σε ανακοίνωσή του, το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε ότι η Κίνα υποστηρίζει την «πρόσφατη συναίνεση» στην οποία κατέληξαν αξιωματούχοι των ΗΠΑ και της Ρωσίας σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Kαι για να διαλύσει οιαδήποτε υποψία ότι η Ουάσιγκτον θα μπορούσε να μπει σφήνα μεταξύ του Σι Τζινπίνγκ και του Πούτιν, ο Κινέζος πρόεδρος επιβεβαίωσε την χωρίς όρια συνεργασία του σε νέα τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ρώσο πρόεδρο τη Δευτέρα, στην Τρίτη επέτειο του πολέμου στην Ουκρανία, όπως μετέδωσε το NBC. Oι δύο ηγέτες υπογράμμισαν τη διάρκεια και τη μακροπρόθεσμη φύση της συμμαχίας τους με μία δυναμική που δεν μπορεί να επηρεαστεί από κανένα τρίτο μέρος.