Ο Μπρουνό Λεμέρ είναι μόλις εδώ και έναν μήνα υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, αντικαθιστώντας τον Μισέλ Σαπέν. Κι όμως, πραγματοποιεί σήμερα ένα ταξίδι-αστραπή στην Αθήνα, προκειμένου να συζητήσει με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο και τον Αλέξη Τσίπρα, με στόχο να υπάρξει απεμπλοκή στο επερχόμενο Eurogroup, στις 15 Ιουνίου.
Εδώ και μερικές εβδομάδες, η γαλλική κυβέρνηση έχει βάλει στο τραπέζι μια ενδιαφέρουσα, καίτοι αρκετά φιλόδοξη πρόταση: εφόσον η Ελλάδα πετυχαίνει χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης για ένα χρονικό διάστημα, όπως προβλέπει σήμερα το ΔΝΤ, θα ισχύσει η μέγιστη δυνατή (περίπου 15 χρόνια ή και περισσότερο) επέκταση των λήξεων των δανειακών υποχρεώσεων, ενώ, αν οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι καλοί, τότε η Ελλάδα θα εξυπηρετεί κανονικά τις υποχρεώσεις της. Αυτή η πρόταση, σύμφωνα με την ανάλυση που κάνουν αυτοί που την κατήρτισαν, μπορεί να παράσχει ακόμα και την απαιτούμενη σαφήνεια που ζητά η ΕΚΤ, προκειμένου να συμπεριλάβει την Ελλάδα στο QE.
Κάπως έτσι, ο κ. Λεμέρ φτάνει σήμερα στην Αθήνα, ώστε να διευκολύνει τις διαπραγματεύσεις «προκειμένου να υπάρξει συμφωνία την Πέμπτη» (Καθημερινή της Κυριακής). Στο ίδιο μήκος κύματος και ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί, ο οποίος εκτιμά πως «πρέπει να κλείσουμε αυτό το μακρύ και δύσκολο κεφάλαιο» («Νέα Σελίδα»). Ομολογουμένως, η γαλλική πρόταση θα μπορούσε να λειτουργήσει ως όχημα απεμπλοκής, αλλά, σύμφωνα με ευρωπαϊκές πηγές του Insider.gr, η γερμανική διαφωνία με τη φιλοσοφία της παραμένει, αν και θα γίνει προσπάθεια να ενσωματωθούν στοιχεία της στην τελική συμφωνία.
Στο εν εξελίξει σκληρό πόκερ που λαμβάνει χώρα, η ελληνική πλευρά έσπευσε να «πιαστεί» από τη γαλλική πρόταση και να παίξει το δικό της χαρτί, ήτοι την αναπτυξιακή παράμετρο που πρέπει να έχει η συμφωνία. Με βάση τους υπάρχοντες συσχετισμούς, στο Μαξίμου γνωρίζουν πως είναι δύσκολο η γαλλική πρόταση να γίνει δεκτή εν όλω, γι’ αυτό δουλεύουν την ιδέα αξιοποίησης κεφαλαίων από το πακέτο Γιούνκερ και από την ΕΤΕπ, ώστε να ενισχυθεί ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας και να βελτιωθεί η προοπτική βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, πάντα με το βλέμμα στραμμένο στις αποφάσεις της ΕΚΤ, η οποία όμως θα πρέπει να κάνει τη δική της Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους.
Το κυβερνητικό επιτελείο, παράλληλα, έχει εγκαταλείψει ουσιαστικά την ιδέα μεταφοράς του θέματος της συμφωνίας στη Σύνοδο Κορυφής, γιατί τα μηνύματα που ελήφθησαν και από συμμάχους είναι ότι το μόνο που θα κατάφερνε ο πρωθυπουργός με μια τέτοια κίνηση θα ήταν να μεταφέρει το πρόβλημα για το τελευταίο Eurogroup πριν τη θερινή διακοπή, στις 10 Ιουλίου, μιας και η γερμανική πλευρά έχει εγκαίρως διαμηνύσει ότι αποφάσεις τέτοιας φύσεως δεν παίρνονται στη Σύνοδο Κορυφής. Έτσι, αυτό που επιχειρείται να γίνει είναι να βελτιωθεί το σχέδιο Σόιμπλε που έπεσε στο τραπέζι, μέσω συγκεκριμένων κινήσεων.
Σε ό,τι αφορά τα χρόνια της επέκτασης των λήξεων, η ελληνική πλευρά επιχειρεί την απαλοιφή της περιόδου «0 ως 15 έτη» και τη μετατροπή της σε «έως και 15» ή «20» έτη, ενώ, μπορεί να δεχόμαστε πλεονάσματα 3,5% ως το 2022, αλλά από το 2023 έως το 2060 επιχειρούμε να καταγραφούν πλεονάσματα της τάξης του 2% (δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο, λόγω του fiscal transfer, κάτι που απορρίπτει η Γερμανία), αντί για 2,2% που περιεχόταν στην πρόταση Σόιμπλε.
Τέλος, επιδιώκεται μια σαφέστερη διατύπωση για το χρέος, η οποία να λειτουργεί ως σαφής οδικός χάρτης για την ΕΚΤ. Πάντως, σύμφωνα με πληροφορίες του Insider.gr από υψηλόβαθμη κοινοτική πηγή, στις Βρυξέλλες εκτιμούν πως, για να ενταχθούμε στο QE, θα πρέπει οι Αναλύσεις Βιωσιμότητας Χρέους τόσο της ΕΚΤ όσο και του ΔΝΤ να είναι «στην ίδια σελίδα», συνεπώς, εφόσον το Ταμείο δεν μπαίνει ακόμα με χρήματα στο πρόγραμμα, τότε η εκκρεμότητα παραμένει, με την κυβέρνηση να επεξεργάζεται το ενδεχόμενο δοκιμαστικής εξόδου στις αγορές, ακόμα και χωρίς QE, ίσως και εντός του θέρους, ώστε να δοθεί ένα σαφές μήνυμα στους επενδυτές.