Αν κάτι έχει καταστεί απολύτως σαφές τις τελευταίες μέρες είναι ότι ο Ταγίπ Ερντογάν αναθερμαίνει παλιές σχέσεις που είχαν ατονήσει, έχοντας μια κεντρική κατεύθυνση: να βρει αντίβαρα, πρωτίστως πολιτικά, προκειμένου να αποφύγει το ΔΝΤ, σε μια περίοδο σκληρής αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ.
Κάπως έτσι, ο «Σουλτάνος» επιχειρεί επαναπροσέγγιση με τις χώρες της Ε.Ε., όπως σημείωνε από χθες το Insider.gr, σε μια προσπάθεια να διαμορφώσει νέες συμμαχίες, αντιλαμβανόμενος ότι αυτή με τη Ρωσία δεν αρκεί. Η σκοπιμότητα είναι κατά βάση πολιτική, προκειμένου να σταλεί ένα μήνυμα στις αγορές χρήματος: είναι σαφές ότι τα κράτη της Ε.Ε. δεν μπορούν να δανείσουν χρήματα στην Τουρκία, αλλά το άνοιγμα του διαύλου συνεννόησης με την Ευρώπη εκ νέου μπορεί να είναι μια σημαντική κίνηση για τις διεθνείς αγορές, στην προσπάθεια του Τούρκου προέδρου να πείσει ότι «βγαίνει από τη γωνία».
Έτσι, ο Ερντογάν συνομίλησε προχθές με την Άνγκελα Μέρκελ, όπου επαναβεβαιώθηκε η επίσκεψή του στο Βερολίνο, στο τέλος του Σεπτεμβρίου. Άλλωστε, οι γερμανοτουρκικές σχέσεις είναι άκρως σημαντικές, μιας και η Γερμανία είναι ο βασικός εμπορικός εταίρος για την Τουρκία, με τις συναλλαγές να ανέρχονται σε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια.
Παράλληλα, χθες ο κ. Ερντογάν έκανε ένα νέο άνοιγμα, συνομιλώντας με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, με τον οποίο δεν είχε και τις καλύτερες των σχέσεων. «Οι δύο ηγέτες υπογράμμισαν πόσο σημαντικό είναι να ενισχυθούν οι οικονομικές και εμπορικές σχέσεις και οι αμοιβαίες επενδύσεις ανάμεσα στη Γαλλία και την Τουρκία», δήλωσε πηγή της τουρκικής προεδρίας μετά το τηλεφώνημα χθες, ενώ το Παρίσι στέλνει μήνυμα για την ανάγκη σταθερότητας της τουρκικής οικονομίας. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και το Βερολίνο που υπογραμμίζει την ανάγκη να αποκατασταθεί η οικονομική σταθερότητα στη γείτονα χώρα.
Είναι σαφές από την ακολουθία των κινήσεων του Ταγίπ Ερντογάν, ότι ο Τούρκος πρόεδρος προσπαθεί με κάθε τρόπο να φρενάρει μια νέα προσφυγή της Τουρκίας στο ΔΝΤ, κάτι που θα τορπίλιζε το πολιτικό του αφήγημα, αλλά και την οικονομική του πολιτική, θέτοντας την πολιτική του κυριαρχία υπό αίρεση, μιας και ήταν ο πολιτικός που επαίρετο ότι επί των ημερών του διαμορφώθηκαν οι όροι, προκειμένου η Τουρκία, όχι μόνο να φύγει από την «αγκαλιά» του Ταμείου, αλλά και να ξεπληρώσει το δάνειο που είχε λάβει. Γι’ αυτό και επιδιώκει πλέον το άνοιγμα προς την Ε.Ε., μιας και υφίσταται ασφυκτική πίεση από τις ΗΠΑ. Μάλιστα, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικλ Πενς επανήλθε χθες, συνιστώντας στον Ερντογάν να μην δοκιμάσει τα όρια του Προέδρου Τραμπ. «Ο πάστορας Άντριου Μπράνσον είναι ένας αθώος άνθρωπος που κρατείται στην Τουρκία και η δικαιοσύνη επιβάλλει την απελευθέρωσή του. Καλά θα έκανε η Τουρκία να μην δοκιμάσει μέχρι που μπορεί να φτάσει ο Τραμπ για να δει Αμερικανούς πολίτες που έχουν καταδικαστεί αδικαιολόγητα σε ξένους τόπους να επιστρέφουν σπίτι τους στις Ηνωμένες Πολιτείες», έγραψε συγκεκριμένα στο twitter.
Σε αυτό το νέο, διαμορφούμενο σκηνικό, η Αθήνα τηρεί στάση αναμονής και παρακολουθεί τις περιφερειακές εξελίξεις. Είναι σαφές ότι μια επαναπροσέγγιση Άγκυρας-Ε.Ε. θα είναι ένα θετικό σημάδι, αν και η Αθήνα διατηρεί άρτιες σχέσεις με τις ΗΠΑ, σε αντίθεση με τη Ρωσία. Δηλωτικό, δε, αυτού του γεγονός είναι και το ότι στη ΔΕΘ, όπου τιμώμενη χώρα είναι οι ΗΠΑ, θα συμμετάσχει και πολυπληθής αμερικανική αποστολή υπό τον Αμερικανό υπουργό Εμπορίου Γουίλμπορ Ρος που είναι και καλός γνώστης της ελληνικής πραγματικότητας. Το αν, βέβαια, η «ρεαλιστική επανατοποθέτηση» που επιχειρεί ο Ερντογάν, στη βάση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει θα έχει και θετική επίδραση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μένει να φανεί τους επόμενους μήνες.