Μετά από μια περίοδο «ακινησίας» που βίωσε η παγκόσμια τουριστική βιομηχανία κατά την περίοδο του COVID-19 και τις ζημιές που κατέγραψε παγκοσμίως, πολλές χώρες κάνουν στροφή στη βιώσιμη ανάπτυξη και μετασχηματίζουν το τουριστικό προϊόν τους ακολουθώντας τις απαιτήσεις των καταναλωτών για πιο οικολογικές προσεγγίσεις και τις δεσμεύσεις που θέτει για κυβερνήσεις, οργανισμούς και επιχειρήσεις η Πράσινη Συμφωνία.
Η παγκόσμια ταξιδιωτική και τουριστική βιομηχανία απασχολεί 100 εκατομμύρια ανθρώπους και αντιπροσωπεύει πάνω από το 10% της παγκόσμιας οικονομίας. Το συνολικό επιχειρηματικό μοντέλο εξαρτάται από τη σταθερή ανάπτυξη, με τις γραμμές κρουαζιέρας, τα ξενοδοχεία και τις online υπηρεσίες κρατήσεων να διαδραματίζουν ολοένα και πιο κυρίαρχο ρόλο στο μάρκετινγκ της τουριστικής οικονομίας.
Ωστόσο, ο κλάδος επλήγη εξαιρετικά από την παγκόσμια ύφεση που προκλήθηκε από τον COVID 19. Το 2021, η παγκόσμια ταξιδιωτική και τουριστική διεθνής αγορά κατέγραψε πτώση σχεδόν κατά 70%, δημιουργώντας πολλές οδυνηρές καταστάσεις για τις τοπικές κοινότητες, τους εργαζομένους, τους εργοδότες και τις μικρές επιχειρήσεις.
Ο Eddie Lubbers, Διευθύνων Σύμβουλος του Travel Impact Lab στην Ολλανδία, ερεύνησε τις επενδύσεις στον τουρισμό μετά την COVID-19. Όπως καταδεικνύει μια έκθεση του 2022 από την Skift Research, από τα περίπου 6 δισεκατομμύρια δολάρια που συγκέντρωσε η τουριστική βιομηχανία, μόνο το 1% στόχευε στη βιωσιμότητα. Το εργαστήριο επιδιώκει να δημιουργήσει θετικές, μετρήσιμες κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις με οικονομική απόδοση, βοηθώντας στην επιτάχυνση της ικανότητας των επιχειρήσεων να μετρούν, να διαχειρίζονται και να επιτυγχάνουν τον επιχειρηματικό αντίκτυπο . Ο Lubbers πιστεύει ότι ο παγκόσμιος στόχος θα πρέπει να προσεγγίσει τα 600 εκατομμύρια δολάρια σε συνολικές επενδύσεις στον αειφόρο τουρισμό ή το 10% της συνολικής ταξιδιωτικής επένδυσης μέχρι το 2030.
Πρωτοπόροι στις επενδύσεις βιώσιμου τουρισμού όπως ο Ulrich John, το Wilderness Safaris και το Travel Impact Lab σημειώνουν ότι η διαχείριση ζωτικών φυσικών και κοινωνικών πόρων σε επίπεδο προορισμού θα είναι ανεκτίμητη για το μέλλον των κατοίκων της περιοχής και των επισκεπτών τους. Και γνωρίζουν καλά ότι η προσεκτική διαχείριση των βασικών περιουσιακών στοιχείων στον Τουρισμό θα αποδώσει καρπούς και στην εκάστοτε χώρα που εμπλέκεται.
Ορισμένες χώρες, όπως το Μπελίζ και τα Μπαρμπάντος, οι οποίες σημείωσαν διψήφια πτώση στο εισερχόμενο συνάλλαγμα, επιδιώκουν να ανοικοδομήσουν και να επεκτείνουν τις αγορές τους για να ανταποκριθούν στις τοπικές ανάγκες απασχόλησης. Προς αυτή την κατεύθυνση, και οι δύο έχουν συνάψει ανταλλαγές «χρέους για τη φύση» με την Nature Conservancy για να μειώσουν το κόστος του χρέους τους και να εξασφαλίσουν το θαλάσσιο περιβάλλον τους. Αυτό τους επιτρέπει να αναχρηματοδοτήσουν μερικά από τα χρέη τους, να διατηρήσουν το φυσικό κεφάλαιο και να δημιουργήσουν ανθεκτικότητα στο κλίμα.