Οι εισηγμένες θέτουν μεν στόχους μείωσης των εκπομπών άνθρακα αλλά στην πράξη δεν ευθυγραμμίζονται με τις παγκόσμιες φιλοδοξίες. Ενώ το ποσοστό των επιχειρήσεων που έχουν θέσει στόχους απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές έχει αυξηθεί στο 44% από 36%, μόνο το 17% των στόχων τους ευθυγραμμίζονται με τις παγκόσμιες φιλοδοξίες για το κλίμα.
Πρόσφατη έρευνα της MSCI υποστηρίζει ότι παραμένει το χάσμα μεταξύ των δεσμεύσεων των εισηγμένων και το κλίμα και των πραγματικών εκπομπών τους κάτι που αποδεικνύεται και από τα αριθμητικά στοιχεία. Λιγότερες από τις μισές εισηγμένες εταιρείες στον κόσμο έχουν θέσει στόχους μείωσης του άνθρακα, με μόνο 1 στις 6 να ευθυγραμμίζονται με τις παγκόσμιες φιλοδοξίες.
Τι δείχνουν τα πρόσφατα στοιχεία
Το ποσοστό των εταιρειών που έχουν θέσει στόχους απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές έχει αυξηθεί ελαφρώς τους τελευταίους πέντε μήνες, αλλά δεν υπήρξε σχεδόν καμία βελτίωση στους στόχους τους σε σχέση με τις παγκόσμιες φιλοδοξίες για το κλίμα.
Ενώ περίπου το 44% των εισηγμένων εταιρειών έχουν θέσει στόχους απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές από τον Μάρτιο, μόνο το 17% των στόχων τους ευθυγραμμίζονται με τις παγκόσμιες φιλοδοξίες για το κλίμα, σε σύγκριση με το 36% και το 16%, αντίστοιχα, τον Οκτώβριο, ανέφερε σε έκθεση. τη Δευτέρα, δείχνοντας την ανάγκη για ταχύτερη υιοθέτηση πιο σκληρών στόχων και μεγαλύτερες προσπάθειες για την επίτευξή τους.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι εισηγμένες εταιρείες τείνουν να εξαντλήσουν τον «προϋπολογισμό εκπομπών» τους για τον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη στους 1,5 βαθμούς Κελσίου πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα έως τον Οκτώβριο του 2026, δύο μήνες νωρίτερα από ό,τι είχε εκτιμηθεί τον περασμένο Οκτώβριο, αναφέρει η έκθεση.
Απαισιόδοξα τα σενάρια για το μέλλον – Στους 2,9 βαθμούς μπορεί να φθάσει η αύξηση της θερμοκρασίας
Οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου αναμένεται να κορυφωθούν έως το 2025 και να μειωθούν κατά 43% έως το 2030 και να φτάσουν στο καθαρό μηδέν έως το 2050, εάν η υπερθέρμανση του πλανήτη περιοριστεί στους 1,5 βαθμούς, εκτιμούν οι επιστήμονες σε έκθεση αξιολόγησης των Ηνωμένων Εθνών πέρυσι.
Οι εγκαταστάσεις που ανήκουν στις εισηγμένες εταιρείες βρίσκονται σε καλό δρόμο για να εκπέμψουν 11,2 δισεκατομμύρια τόνους εκπομπών αερίων θερμοκηπίου φέτος (το ίδιο δηλαδή με πέρυσι)σύμφωνα με τις προβλέψεις του MSCI. Αυτό θέτει τις εταιρείες σε μια πορεία συμβατή με την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 2,7 βαθμούς έως το 2100 σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, με τις εταιρείες στη Βόρεια Αμερική και στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού να βρίσκονται σε τροχιά αύξησης στους 2,8 βαθμούς και την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική στους 22 βαθμούς.
Στο ίδιο πνεύμα, έρευνα που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα από την Sustainalytics, έναν πάροχο δεδομένων βιωσιμότητας, έδειξε ότι μόνο το ένα τέταρτο των 4.000 από τις μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες στον κόσμο έχουν «ισχυρούς» στόχους μείωσης των εκπομπών. Και μόνο το 8% έχει «ισχυρά» σχέδια αναφορικά με τα κίνητρα απόδοσης αερίων θερμοκηπίου, κυρίως επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και κτηματομεσιτικές εταιρείες, όπως αναφέρεται.
Με βάση την εκτίμησή της για τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι εταιρείες διαχειρίζονται επί του παρόντος τη μείωση των εκπομπών τους, η παγκόσμια θερμοκρασία αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,9 βαθμούς έως το 2100, αναφέρει η Sustainalytics.