Η συντριπτική πλειονότητα των επαγγελματιών επενδυτών παγκοσμίως έχει θέσει σε εφαρμογή επενδυτικές πολιτικές ESG, οι οποίες κλιμακώνονται την τελευταία πενταετία, με τους επενδυτές να επιδιώκουν να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο που σχετίζεται με τη βιωσιμότητα και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που προσφέρουν τα κεφάλαια ESG.
Πρόσφατη έρευνα της Deloitte και του πανεπιστημίου Tufts σε περισσότερους από 1.000 διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων και συμβούλους επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων CEOs, CIOs, Heads of Strategy και άλλων ανώτερων στελεχών επενδύσεων σε περιοχές όπως η Βόρεια Αμερική, η Ευρώπη και η Ασία, διαπίστωσε σημαντική αύξηση στο ποσοστό των επενδυτών που θεσπίζουν βιώσιμες επενδυτικές πολιτικές. Συγκεκριμένα, το 79% των επενδυτών ανέφερε ότι έχει εφαρμόσει μια τέτοια πολιτική, από μόλις 20% πριν από 5 χρόνια. Σχεδόν όλοι οι άλλοι επενδυτές αναφέρουν ότι έχουν μια «ελάχιστα καθορισμένη επενδυτική πολιτική ESG» ή έχουν σχέδια να αναπτύξουν μια βιώσιμη επενδυτική πολιτική, ενώ μόνο το 1% να αναφέρει ότι δεν έχει αντίστοιχα σχέδια. Πάνω από το 83% των επενδυτών ανέφεραν είτε τακτικά είτε περιστασιακά ότι χρησιμοποιούν πληροφορίες βιωσιμότητας στη θεμελιώδη επενδυτική τους ανάλυση αλλά οι ερωτηθέντες επενδυτές είπαν ότι δεν πίστευαν ότι οι παράγοντες ESG έχουν ενσωματωθεί ακόμη αποτελεσματικά στις τιμές των μετοχών.
Ως προς τις τάσεις ανά περιοχή, αξίζει να σημειωθεί ότι παρά τις εξαιρετικά δυναμικές εκστρατείες κατά του ESG που συνεχίζονται στις ΗΠΑ, η έρευνα διαπίστωσε ότι οι Αμερικανοί επενδυτές ήταν στην πραγματικότητα πιο πιθανό να εφαρμόζουν βιώσιμες επενδυτικές πολιτικές σε σχέση με τους παγκόσμιους ομολόγους τους, με το 83% των επαγγελματιών επενδυτών των ΗΠΑ να αναφέρει ότι ακολουθεί επενδυτικές πολιτικές ESG (από 27 % πριν από πέντε χρόνια). Οι Ευρωπαίοι επενδυτές υστερούσαν ελαφρά έναντι των ομολόγων τους στις ΗΠΑ, φθάνοντας στο 75%.
Η μελέτη ζήτησε από τους επενδυτές να απαριθμήσουν τους τρεις κορυφαίους παράγοντες για την ενσωμάτωση κριτηρίων βιωσιμότητας στις διαδικασίες λήψης επενδυτικών τους αποφάσεων. Σε αυτούς συγκαταλέγονται οι κανονιστικές απαιτήσεις (39%), η βελτιωμένη οικονομική απόδοση (36%) και η επιρροή ή πίεση από τα ενδιαφερόμενα μέρη (34 %).
Ως προς τα βασικά εμπόδια που σαμποτάρουν την ικανότητα των οργανισμών να εφαρμόσουν βιώσιμες επενδύσεις, οι συμμετέχοντες στην έρευνα κατέδειξαν την έλλειψη σαφήνειας σχετικά με τον τρόπο ενσωμάτωσης των πληροφοριών ESG και την ασυνέπεια ή την μη συγκρισιμότητα των δεδομένων αξιολογήσεων ESG.
Τέλος, διαπιστώθηκε μια ισχυρή συσχέτιση μεταξύ της εμπιστοσύνης που έχουν οι επενδυτές στις πηγές δεδομένων ESG και της χρήσης αυτών των πηγών, με τα εσωτερικά ιδιόκτητα συστήματα δεδομένων και τις ελεγμένες εταιρικές γνωστοποιήσεις να αναφέρονται ως οι δυο πιο αξιόπιστες πηγές (70% και 69%, αντίστοιχα ).