Σε απεργιακούς ρυθμούς κινείται σήμερα η χώρα, με δημόσιο και ιδιωτικό τομέα να κατεβάζουν «ρολά» λόγω της 24ωρη πανελλαδικής απεργίας των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ.
Στην απεργία που διοργανώθηκε ως αντίδραση στο εργασιακό νομοσχέδιο το οποίο πρόκειται να ψηφιστεί από την Βουλή μια εβδομάδα αργότερα (στις 17 Ιουνίου) συμμετέχουν μεταξύ άλλων τα σωματεία εργαζομένων στις σταθερές συγκοινωνίες και στα πλοία, αλλά και η Ένωση Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθήνας.
Κατά την χθεσινή του συζήτηση επί της αρχής το σχέδιο νόμου καταψηφίστηκε από ΣΥΡΙΖΑ, Κίνημα Αλλαγής, ΚΚΕ και ΜέΡΑ 25, ενώ ακόμη και οι εκπρόσωποι εργοδοτικών οργανώσεων όπως ο ΣΕΒ, ο ΣΕΤΕ, η ΓΣΕΒΕΕ αναφέρθηκαν στις ασάφειες και τις δυσκαμψίες του, που αφήνουν τους περισσότερους δυσαρεστημένους.
To νομοσχέδιο που περιλαμβάνει μια σειρά από ευνοϊκές διατάξεις (άδειες, περιστατικά βίας και σεξουαλικής παερνόχλησης, τηλεργασία κ.α.) δίχασε εργοδότες και εργαζόμενους, καθώς αγγίζει ευαίσθητες «περιοχές» του εργασιακού δικαίου, όπως οι απολύσεις, οι αποζημιώσεις λόγω καταγγελίας σύμβασης, οι υπερωρίες και η ελαστική διευθέτηση του χρόνου εργασίας, η εξαίρεση της κυριακάτικης αργίας.
Το αυστηρότερο πλαίσιο στην επαναπροκήρυξη απεργίας από τη δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση (εφόσον η κινητοποίηση έχει κριθεί παράνομη από τη Δικαιοσύνη) έφερε «απέναντι» του τα συνδικάτα, που βλέπουν το «τέλος» των απεργιών να πλησιάζει.
Το υπουργείο Εργασίας επιχειρεί να περιορίσει τις απεργίες με δύο τρόπους:
- υποχρεώνοντας τους εργαζόμενους σε υπηρεσίες κοινής ωφελείας να ορίζουν (πέραν του προσωπικού ασφαλείας) προσωπικό εγγυημένης υπηρεσίας, ώστε να υπολειτουργούν οι υπηρεσίες όπως η ΔΕΗ, η ΕΥΔΑΠ, ο ΕΦΚΑ, το Μετρό, ο ΟΑΣΑ, τα λιμάνια και όχι να «κατεβάζουν ρολά»
- απαγορεύοντας στους συνδικαλιστές να παρεμποδίσουν εργαζόμενους που θέλουν να εργαστούν και όχι να απεργήσουν, με την «απειλή» διακοπής της κινητοποίησης. Μάλιστα σε περίπτωση που η απεργία κηρυχθεί «καταχρηστική» στα δικαστήρια (το οποίο συμβαίνει στην συντριπτικήτους πλειοψηφία), τότε οι συνδικαλιστές είναι υποχρεωμένοι και σε αποζημιώσεις.
Επιπλέον θεσπίζεται αστική ευθύνη (με αποζημίωση) σε συνδικαλιστικά στελέχη που δεν τηρούν την υποχρέωσή τους «να προστατεύουν το δικαίωμα των εργαζομένων, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην απεργία, ώστε να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους και να παρέχουν αυτήν χωρίς εμπόδιο και ιδίως χωρίς την άσκηση σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος τους από οιονδήποτε».
Τα σημεία τριβής
Η αύξηση του ανώτατου ορίου υπερωριών σε 150 ανά έτος (από 120 ώρες/έτος για τις υπηρεσίες και 96 ώρες/έτος για τη βιομηχανία) που προβλέπει το άρθρο 58, δεν έτυχε αποδοχής ούτε από τους εργοδότες ούτε και από την ΓΣΕΕ. Η συγκεκριμένη διάταξη που παρακινεί τις επιχειρήσεις με το υπάρχον προσωπικό να ανταπεξέλθουν στην αυξημένη ζήτηση, με υπερωριακή εργασία, θεωρήθηκε «φάουλ» και ζητήθηκε η επαναδιατύπωσή της.
Ειδικά η παράγραφος 6 του συγκεκριμένου άρθρου που δίνει τη δυνατότητα σε αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων να χορηγήσει άδεια στην επιχείρηση για υπερωριακή απασχόληση των μισθωτών, επιπλέον των νέων επιτρεπόμενων ανωτάτων ορίων υπερωριακής απασχόλησης (150 ώρες/έτος) και μάλιστα με αμοιβή προσαυξημένη μόνο κατά 60%, έρχεται σε αντιδιαστολή με την παράγραφο 5 που αναφέρει προσαύξηση παράνομης υπερωρίας κατά 120%.
Το επίμαχο άρθρο 59 που αναφέρεται στη δυνατότητα διευθέτησης του χρόνου εργασίας με ατομικές συμβάσεις έχει «ανάψει φωτιές» τόσο μεταξύ των εργοδοτών , όσο και στις τάξεις των εργαζόμενων.
Η συγκεκριμένη διάταξη που αντισταθμίζει την επιπλέον εργασία με ανάπαυση και χορήγηση μειωμένης απασχόλησης σε περιόδους αναιμικής δραστηριότητας, με απευθείας συμφωνία εργοδότη- εργαζόμενου (απουσία Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας) συγκεντρώνει τα «πυρά» των συνδικάτων, αλλά και των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Πλέον ο εργαζόμενος θα μπορεί να εργάζεται έως και 10 ώρες την ημέρα κατά μέγιστο χωρίς πρόσθετη αμοιβή, ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης. Οι επιπλέον ώρες θα «επιστρέφονται» εντός έξι μηνών εργαζόμενο με τη μορφή μειωμένου ωραρίου ή ρεπό ή ημερών άδειας. Το κέρδος για τον εργαζόμενο είναι ότι με τη διευθέτηση μπορεί να εξασφαλίσει -αν το επιθυμεί- 4ήμερη εργασία την εβδομάδα χωρίς μείωση αποδοχών. Επίσης απαγορεύεται να απολυθεί αν δεν θελήσει να προτείνει το ελαστικό ωράριο.
Αντίστοιχης βαρύτητας είναι και το άρθρο 66, σχετικά με το δίκαιο των απολύσεων, που εισάγει για πρώτη φορά έξτρα αποζημίωση από 3 μηνιάτικα έως και το διπλάσιο του ποσού που δικαιούται ο απολυθείς μισθωτός, για μια σειρά από απολύσεις που μπορούσαν να κριθούν καταχρηστικές από τα δικαστήρια.
Έτσι, ενώ μέχρι σήμερα συνέπεια της άκυρης απόλυσης ήταν η επαναπρόσληψη του εργαζομένου, πλέον δίνεται η δυνατότητα για μη επαναπρόσληψη με μια επιπλέον αποζημίωση από τον εργοδότη.
Για τους απολυθέντες που κριθεί άκυρη η απόλυσή τους μάλιστα, αντιστρέφεται το βάρος της απόδειξης. Δηλαδή, αν ο εργαζόμενος αποδείξει ενώπιον δικαστηρίου πραγματικά περιστατικά ικανά να στηρίξουν την πεποίθηση ότι η απόλυση έγινε για κάποιον από τους λόγους που προστατεύονται από το νόμο, εναπόκειται στον εργοδότη να αποδείξει ότι η απόλυση δεν έγινε για τον προβαλλόμενο λόγο.