Το κύμα των παραιτήσεων φαίνεται πως λύνεται με μία πολύ απλή λύση: H καθιέρωση της τετραήμερης εργασιακής εβδομάδας θα μπορούσε να αναχαιτιστεί πολύ εύκολα το κύμα της «Μεγάλης Παραίτησης» που πυροδοτήθηκε μετά την επέλαση της πανδημίας.
Μόνο στις ΗΠΑ, η «Μεγάλη Παραίτηση» στέρησε από την αγορά εργασίας 4,3 εκατ. εργαζομένους τον περασμένο Αύγουστο και 4,4 εκατ. τον Σεπτέμβριο, καθώς η εργασιακή εξουθένωση και η προσδοκία για ένα ωράριο εργασίας που θα ισορροπεί καλύτερα την προσωπική με την επαγγελματική ζωή, ώθησε εκατομμύρια εργαζόμενους να αλλάξουν δουλειά.
Παρόμοιο το σκηνικό και στη Βρετανία, όπου υπάρχουν σχεδόν 1 εκατομμύριο λιγότεροι άνθρωποι στο εργατικό δυναμικό από ό,τι προ πανδημίας. Στο μεταξύ στη Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, άνω του 1/3 των επιχειρήσεων παραπονιούνται ότι δεν μπορούν να βρουν ειδικευμένους εργαζόμενους.
Πρόσφατη έρευνα της Microsoft αποκάλυψε ότι το 41% των εργαζομένων σε παγκόσμιο επίπεδο εξετάζει το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει τη δουλειά του τον επόμενο χρόνο. Οι νεότεροι αξιολογούν αλλιώς τον χρόνο, οι μεγαλύτεροι επαναξιολογούν τη ζωή.
Σύμφωνα με σχετική έρευνα της Jeffferies, η μείωση της εργασιακής εβδομάδας κατά μία ημέρα θα μπορούσε να ανατρέψει σε ένα βαθμό το κύμα παραιτήσεων, καθώς αποτελεί έναν από τους δύο βασικούς παράγοντες της οικειοθελούς αποχώρησης από την εργασία (ο άλλος είναι η αύξηση του μικσθού).
Όλο και περισσότερες έρευνες επιβεβαιώνουν ότι οι περισσότεροι που παραιτούνται βρίσκονται στο μέσο της επαγγελματικής τους πορείας. Το υψηλότερο ποσοστό παραιτήσεων (56,8%) εμφανίζεται σε όσους εργάζονται ήδη τουλάχιστον πέντε έως δέκα χρόνια.
Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι οι παράγοντες που οδήγησαν στη «Μεγάλη Παραίτηση» εκτείνονται μέχρι την κορυφή της ιεραρχικής αλυσίδας. Ενδεικτικά, σύμφωνα με σχετική έρευνα από την εταιρεία στελέχωσης Heidrick & Struggles, έχουν σημειωθεί σημαντικές αλλαγές και στις θέσεις των CEO, εν μέρει εξαιτίας της επαγγελματικής εξουθένωσης.
Οι μαζικές παραιτήσεις, οι αλλαγές θέσεων και η προτίμηση προς τετραήμερη εργασιακή εβδομάδα αποτυπώνουν μία συνολική μεταβολή νοοτροπίας και δείχνουν ότι μία μεγάλη μερίδα των εργαζομένων έχει επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές της.
Σύμφωνα με νέα έκθεση της Pew Research, ακόμη λιγότεροι είναι οι άνθρωποι που πιστεύουν ότι η δουλειά προσδίδει νόημα στη ζωή τους. Στις ΗΠΑ συγκεκριμένα, μόλις το 17% από 2.500 άτομα υποστηρίζει ότι η καριέρα τους δίνει νόημα στη ζωή τους. Αντιθέτως, το 49% δηλώνει ότι η οικογένεια και τα παιδιά δίνουν νόημα στη ζωή.
Εξι στους 10 Ελληνες ψάχνουν δουλειά
Όπως και διεθνώς, έτσι και στην Ελλάδα, οι εργαζόμενοι επανεξετάζουν τι θέλουν από τη ζωή και την καριέρα τους. Μάλιστα στην τελευταία έρευνα Workmonitor της Randstad αποκαλύπτεται ότι το 62% των Ελλήνων εργαζομένων αναζητούν νέα εργασία, με το 30% να κινείται ενεργά προς αυτή την κατεύθυνση και το 16% να έχει αλλάξει πρόσφατα δουλειά.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας:
- το 59% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα αισθάνεται την ανάγκη να πραγματοποιήσει αλλαγές στην ισορροπία επαγγελματικής και προσωπικής ζωής από τότε που ξεκίνησε η πανδημία. Ο αντίστοιχος παγκόσμιος μ.ο. είναι 49%.
- Το 78% στην Ελλάδα έναντι 76% παγκοσμίως δήλωσε ότι θέλει μεγαλύτερη ευελιξία στην εργασία και την καριέρα του, με βάση την εμπειρία που αποκτήθηκε από την πανδημία.
- Το 73% έχει μεγαλύτερη σαφήνεια σε ό,τι αφορά τους επαγγελματικούς του στόχους και το 72% έχει περισσότερη διαύγεια σε ό,τι αφορά τους προσωπικούς του στόχους από την αρχή της πανδημίας, ποσοστό αντίστοιχο με τον παγκόσμιο μέσο όρο.
Η έρευνα Workmonitor διαπίστωσε ότι πολλοί εργαζόμενοι αισθάνονται υποτιμημένοι. Το 62% ψάχνει για δουλειά, επειδή αισθάνεται ότι δεν ανταμείβεται δίκαια ή επαρκώς για τις τρέχουσες δεξιότητές του.
Τους τελευταίους 18 μήνες, το 85% επανεκτίμησε το πώς εντάσσεται η εργασία στο προσωπικό του πρόγραμμα, ενώ το 42% δήλωσε ότι αισθάνεται περισσότερο άγχος από την πανδημία και παράλληλα ότι θα πρέπει να κάνει αλλαγές στην επαγγελματική του ζωή.
Το 35% των Ελλήνων ερωτηθέντων δήλωσε ότι προήχθη αλλά μόνο το 12% δηλώνει ότι έλαβε αύξηση μισθού. Το 14% δήλωσε ότι δεν έχει λάβει αύξηση μισθού, ούτε αναμένει να λάβει. Τον περασμένο χρόνο, η ικανότητα απόκτησης εισοδήματος βελτιώθηκε για το 12% των Ελλήνων εργαζομένων, εξαιτίας της αύξησης στη ζήτηση για δεξιότητες που διαθέτουν.
Το 89% συμφωνεί να συνεχίσει να παρακολουθεί προγράμματα κατάρτισης και επανεκπαίδευσης, ώστε να αυξήσει την απασχολησιμότητά του. Ωστόσο, το 55% δυσκολεύεται να αποφασίσει αναφορικά με τις δεξιότητες στις οποίες πρέπει να επικεντρωθεί ή να αποκτήσει, δεδομένων των γρήγορων αλλαγών στον κόσμο της εργασίας. Το 80% θα ήθελε η ελληνική κυβέρνηση ή ο εργοδότης του να παρέχουν τεστ αξιολόγησης δεξιοτήτων, για να μπορέσει να κατανοήσει καλύτερα σε ποιες δεξιότητες πρέπει να επικεντρωθεί.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, για το 37% των Ελλήνων ερωτηθέντων οι δεξιότητες έχουν γίνει πιο σημαντικές. Το 66% θα εξέταζε το ενδεχόμενο να αναζητήσει εργασία εκτός Ελλάδας, εάν μπορεί να πραγματοποιηθεί εξ αποστάσεως.