Ξεκίνησε και θα διαρκέσει έως τις 15 Απριλίου η διαδικασία διαβούλευσης για τον καθορισμό των κατώτατων αποδοχών του 2022, που θα βελτιώσει από τον Μάιο το εισόδημα 700.000 μισθωτών του ιδιωτικού τομέα και μάλιστα σε μια περίοδο ακρίβειας και αυξημένους ενεργειακού κόστους.
Σύμφωνα με το επικρατέστερο σενάριο, η νέα αύξηση θα είναι της τάξης του 5%-6%, η οποία αθροιστικά με το 2% του Ιανουαρίου θα πιάσει την επίδοση της οικονομίας για το 2021 που θα κινηθεί γύρω στο 7%-8%.
Με βάση αυτό το σενάριο, οι ελάχιστες αποδοχές θα φτάνουν τα 696 ευρώ (με αύξηση 5%) ή τα 703 ευρώ (με αύξηση 6%) από τα 663 ευρώ που είναι σήμερα.
Το ποσοστό της αύξησης που αφορά το 27% του εργατικού δυναμικού της χώρας θα είναι συνάρτηση της αύξησης του ΑΕΠ και του πληθωρισμού, ο οποίος το Δεκέμβριο εκτοξεύτηκε στο 5,1%.
Τα αισιόδοξα σενάρια γύρω από μια γενναία αύξηση των αποδοχών δίνουν και παίρνουν, όμως οι εργοδότες δεν φαίνεται να συμφωνούν με μια τέτοια εξέλιξη, ενώ αποστάσεις κρατά και η Τράπεζα της Ελλάδος που συμμετέχει στην διαβούλευση.
Σύμφωνα μάλιστα με τις πρόσφατες δηλώσεις του κεντρικού τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα, ο κατώτατος μισθός πρέπει να αυξηθεί αλλά πρέπει να ληφθούν υπόψη πάρα πολλοί παράγοντες και πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση θα τους λάβει υπόψη.
Ουραγός η Ελλάδα στην ΕΕ-21
Μεταξύ των 21 χωρών της ΕΕ, ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα ανέρχεται σε 774 ευρώ – καθώς η Eurostat επιμερίζει σε αυτόν και τον 13ο και 14ο μισθό – και είναι υψηλότερος μόνο από αυτόν που ισχύει σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Αντίθετα, η απόσταση από τις χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης είναι τεράστια.
Σύμφωνα με την Eurostat, έξι χώρες της ΕΕ είχαν κατώτατο μισθό πάνω από 1.500 ευρώ τον μήνα: Γαλλία (1. 603), Γερμανία (1. 621), Βέλγιο (1.658), Ολλανδία (1.725), Ιρλανδία (1.775) και Λουξεμβούργο (2.257), ενώ δύο χώρες – η Σλοβενία (1.074) και η Ισπανία – είχαν πάνω από 1.000 ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, 13 χώρες είχαν κατώτατο μισθό μικρότερο από 1.000 ευρώ, με την Ελλάδα να έχει τον τρίτο υψηλότερο στην κατηγορία αυτή μετά την Πορτογαλία (823 ευρώ) και τη Μάλτα (792), ενώ τον χαμηλότερο είχαν η Βουλγαρία (332), η Λετονία (500) και η Ρουμανία (515).
Ο κατώτατος μισθός του Λουξεμβούργου είναι επταπλάσιος από αυτόν της Βουλγαρίας, αλλά αν υπολογισθεί η αγοραστική δύναμη, το χάσμα περιορίζεται αλλά παραμένει πολύ μεγάλο, καθώς για τον εργαζόμενο στο Λουξεμβούργο είναι τριπλάσια από αυτή για τον Βούλγαρο.
Αν ληφθεί, όμως, υπόψη η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού, τότε παρατηρείται το φαινόμενο να είναι αυτή χαμηλότερη στην Ελλάδα σε σχέση με αρκετές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπως της Ρουμανίας, της Λιθουανίας, της Κροατίας και της Πολωνίας
Και αυτό, γιατί το επίπεδο τιμών στις χώρες αυτές είναι σημαντικά χαμηλότερο απ’ ότι στην Ελλάδα.