Η ένταξη των γυναικών στην αγορά εργασίας, από το παρελθόν μέχρι σήμερα, έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές τόσο στον τομέα της απασχόλησης όσο και σε ολόκληρη την κοινωνία, επιδρώντας ευεργετικά σε πολλούς άξονες της οικονομίας. Έχει αποδειχθεί ότι η ισότητα των φύλων στην εργασία συμβάλλει στην κοινωνική ανάπτυξη και ευημερία, προσθέτει πλούτο και αξιοποιεί τις δεξαμενές ανθρώπινου κεφαλαίου, συμβάλλοντας στην αύξηση των ευκαιριών απασχόλησης. Τα τελευταία χρόνια, έχουν γίνει σημαντικά βήματα ως προς την ενίσχυση της γυναικείας απασχόλησης και την καταπολέμηση των φυλετικών διακρίσεων στην αγορά εργασίας, αλλά η ισότιμη μεταχείριση των γυναικών στην απασχόληση δεν έχει ακόμα εδραιωθεί.
Όπως επισημαίνει η Adecco, τα τελευταία χρόνια, οι γυναίκες εργαζόμενες αναζητούν ολοένα και περισσότερο από τον εργοδότη τους ισόνομη μεταχείριση, ώστε να μπορέσουν να είναι οικονομικά ανεξάρτητες και να ακολουθούν την επαγγελματική σταδιοδρομία που επιθυμούν. Αν αυτό δεν επιτυγχάνεται, δεν διστάζουν να αποχωρήσουν από την εργασία τους και να αναζητήσουν νέα επαγγελματική στέγη. Τα δεδομένα από πρόσφατη έρευνα της Adecco επιβεβαιώνουν ότι οι γυναίκες εργαζόμενες, ειδικά οι υψηλόβαθμες, αποχωρούν συχνότερα από ποτέ, από επιχειρήσεις και οργανισμούς που δεν τις αντιμετωπίζουν ισότιμα. Ειδικότερα, για κάθε μια γυναίκα που προσλαμβάνεται σε διευθυντική θέση, δυο γυναίκες αποχωρούν οικειοθελώς από την εργασία τους.
Η πρόσφατη έρευνα του Ομίλου Adecco “Global Workforce of the Future 2022” ανέδειξε την έντονη κινητικότητα που καταγράφεται διεθνώς στην αγορά εργασίας, με το 60% των συμμετεχόντων στην έρευνα να δηλώνουν ότι είναι ανοιχτοί στο ενδεχόμενο να αλλάξουν εργασία. Την ίδια στιγμή, το φαινόμενο των «quitfluencers» βρίσκεται σε ραγδαία άνοδο, καθώς το 50% των εργαζομένων που είδαν κάποιον συνάδελφο να αποχωρεί από την εταιρεία αποχώρησαν και οι ίδιοι μετά από 12 μήνες. Σε αυτό το διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, η ισότιμη αντιμετώπιση των γυναικών στελεχών δεν αποτελεί απλώς επιλογή αλλά αναγκαιότητα, για να αποφευχθεί μια γενικευμένη κρίση που θα διαταράξει τον κόσμο της εργασίας.
Επισημαίνεται πως μια σημαντική παράμετρος για να εδραιωθεί η ισότητα των φύλων στην απασχόληση είναι να αυξηθεί η παρουσία των γυναικών σε ορισμένους κλάδους όπου έως σήμερα υποεκπροσωπούνται, όπως είναι τα μαθηματικά και οι τεχνολογικές επιστήμες. Χαρακτηριστικό της υποστελέχωσης που παρατηρείται είναι ότι, σύμφωνα με μελέτη του ΟΗΕ, οι γυναίκες αποτελούν μόνο το 35% των αποφοίτων στους τομείς της Τεχνολογίας, της Μηχανικής και των Μαθηματικών (STEM) και μόνο ένας στους πέντε επαγγελματίες σε τεχνολογίες αιχμής, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, είναι γυναίκες. Επομένως, είναι απαραίτητο να ληφθούν περισσότερες πρωτοβουλίες από τις επιχειρήσεις αλλά και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, προκειμένου να παρέχουν κίνητρα στις γυναίκες να δραστηριοποιηθούν σε τομείς υψηλής τεχνολογίας και να απασχοληθούν σε θέσεις εργασίας με υψηλή προστιθέμενη αξία.
Επίσης, η περαιτέρω εφαρμογή πολιτικών που θα ενθαρρύνουν ή και θα επιβάλουν στους εργοδότες να εφαρμόζουν την αρχή της ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων, με στόχο τον εξορθολογισμό των μεγάλων και συχνά αδικαιολόγητων διαφοροποιήσεων που υφίστανται κατηγορίες εργαζομένων, όπως οι γυναίκες, είναι προαπαιτούμενο για την ενίσχυση της θέσης των γυναικών στην αγορά εργασίας.
Ένας τρόπος να λάβει η επιχείρηση ορθολογικότερες αποφάσεις, που θα ενθαρρύνουν την ισότιμη αντιμετώπιση των εργαζομένων, είναι η αξιοποίηση των δεδομένων που προκύπτουν από τις αξιολογήσεις των ίδιων των υπαλλήλων. Σε πολλές χώρες του εξωτερικού, οι εταιρείες έχουν καθιερώσει ανώνυμες έρευνες, στις οποίες συμμετέχουν οι εργαζόμενοι και εξετάζουν τον βαθμό ικανοποίησής τους από τον εργοδότη τους - από το ύψος των απολαβών τους και τις προοπτικές ανέλιξης μέχρι την ισορροπία προσωπικής και επαγγελματικής ζωής.
Συμπερασματικά, οι εργοδότες οφείλουν να καλλιεργούν ένα εργασιακό περιβάλλον που θα εξασφαλίζει τη διαφάνεια, θα προωθεί την αμεροληψία και θα καλλιεργεί την ενσυναίσθηση μέσα από την ισότιμη διαχείριση των ανθρώπων τους. Όπως προκύπτει και από τα αποτελέσματα της έρευνας του Ομίλου Adecco “Global Workforce of the Future 2022”, το 70% εργαζομένων περιμένουν από τους εργοδότες τους να διασφαλίσουν ένα καλύτερο μέλλον για την εργασία τους.
Για να συμβεί αυτό, θα πρέπει οι επιχειρήσεις να παρέχουν εξατομικευμένες λύσεις στα προβλήματα του προσωπικού τους και να μην περιορίζονται μόνο στην εφαρμογή των πολιτικών ίσης μεταχείρισης, αλλά να προωθούν την ποικιλομορφία με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε εργαζομένου. Με αυτόν τον τρόπο, η εταιρεία θα καλλιεργήσει μια κουλτούρα σεβασμού, η οποία αποτελεί έναν σημαντικό παράγοντα αποτελεσματικότερης προσέλκυσης αλλά και διατήρησης του ανθρώπινου δυναμικού. Τέλος, οι εργοδότες οφείλουν να ενθαρρύνουν τον ελεύθερο διαμοιρασμό ιδεών εντός της επιχείρησης, που έχει ως αποτέλεσμα την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των εργαζομένων με πολλαπλά οφέλη προς την εταιρεία.