Μολονότι η πλειονότητα των επιχειρήσεων προχωρά σε ανατιμήσεις των προϊόντων της, η αγοραστική δύναμη του μέσου μισθού στην Ελλάδα παραμένει καθηλωμένη στο 70% περίπου του αντίστοιχου της Ευρωζώνης.
Οι Έλληνες μειώνουν τη δαπάνη για αγορά βασικών καταναλωτικών αγαθών (κρέας και γαλακτοκομικά προϊόντα) και στρέφονται σε φθηνότερες επιλογές, προκειμένου να ανταπεξέλθουν στα έξοδα, δεδομένου ότι οι μισθοί παραμένουν σταθεροί, εκτός από το κατώτατο κλιμάκιο που λαμβάνει κάθε χρόνο αύξηση.
Η μετά-κρίση ανάκαμψη των πραγματικών μισθών, σύμφωνα με μελέτη της Eurobank, κορυφώθηκε το 2021 (στο 68,4% του επιπέδου του 2009) και αντιστράφηκε το 2022 με την πτώση των πραγματικών μισθών κατά 5,1% λόγω του υψηλού ρυθμού αύξησης του επιπέδου των τιμών (ΕνΔΤΚ:+9,3%).
«Στη λήξη της θητείας μου ο μέσος μισθός στην Ελλάδα θα είναι στα 1.500 ευρώ. Σήμερα ο μέσος μισθός στην Ελλάδα είναι περίπου 1.100 ευρώ», δήλωσε ο υπουργός Εργασίας, Άδωνις Γεωργιάδης, υπογραμμίζοντας ότι η αύξηση του μέσου μισθού στην Ελλάδα δεν θα έρθει από νόμου. «Ο νόμος για το ξεπάγωμα των τριετιών και η αύξηση του βασικού μισθού είναι για ένα κομμάτι της αγοράς εργασίας. Η μεγάλη αύξηση των μισθών θα γίνει από την προσέλκυση πολλών νέων επενδύσεων», δήλωσε ο κ. Γεωργιάδης.
Ο υπουργός υπογράμμισε μάλιστα ότι η προσέλκυση επενδύσεων «θα δημιουργήσει τέτοια ταχύτητα στην ελληνική οικονομία και τέτοια ζήτηση στην αγορά εργασίας που η μέση αξία της μισθωτής εργασίας στην Ελλάδα θα φτάσει εκεί λόγω της ζήτησής της».
1.361.132 μισθωτοί ζουν με κάτω από 1.000 ευρώ το μήνα
Οι χαμηλοί μισθοί στον ιδιωτικό τομέα αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της χώρας, καθώς ενώ ο πληθωρισμός «καλπάζει» και μαζί του οι τιμές των προϊόντων, οι εργαζόμενοι βρίσκονται εκτεθειμένοι λόγω χαμηλού εισοδήματος.
Σύμφωνα με τις ΑΠΔ του ΕΦΚΑ που καταγράφουν τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα το α' πεντάμηνο, περίπου 1.361.132 μισθωτοί ζουν με κάτω από 1.000 ευρώ το μήνα (μικτά). Το 14,95% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα εισπράττουν κάτω από 431 ευρώ καθαρά (500 ευρώ μικτά), ενώ το 5,62% των εργαζόμενων εισπράττουν από 431 έως 603 ευρώ καθαρά (501 -700 ευρώ μικτά).
Στον αντίποδα, μέχρι 2.000 ευρώ καθαρά λαμβάνει το 13% του συνολικού αριθμού των εργαζομένων (περίπου 300.000 άνθρωποι), ενώ πάνω από 2.000 ευρώ καθαρά λαμβάνουν μόνο 72.000 εργαζόμενοι.
Το 64% των μισθωτών δεν έλαβε καμία αύξηση φέτος
Οι επιπτώσεις της ακρίβειας στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων είναι καταλυτική, ειδικά όταν το 64% αυτών δηλώνει ότι δεν έλαβε καμία αύξηση στο μισθό του κατά το έτος 2023 (το υπόλοιπο 34% αντιπροσωπεύει κυρίως εκείνους που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, ο οποίος αυξήθηκε φέτος).
Σε έρευνα της ΓΣΕΕ σε συνεργασία με την εταιρεία Alco, το 52% των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα δεν πιστεύει ότι θα λάβει κάποια αύξηση στο μισθό του μετά την απόφαση για το «ξεπάγωμα» των τριετιών από το 2024, ενώ ένα 22% των ερωτηθέντων επιλέγει την απάντηση «Δεν γνωρίζω», καταδεικνύοντας την σύγχυση που επικρατεί στους εργαζόμενους σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα.
Σύμφωνα με εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας, από το επόμενο έτος δύο βασικές κατηγορίες εργαζομένων, αυτοί που είχαν προϋπηρεσία πριν από τις 14 Φεβρουαρίου 2012 και αυτοί που προσελήφθησαν πρώτη φορά μετά από αυτήν την ημερομηνία, θα δουν αυξήσεις στους μισθούς τους ανάλογα με τις τριετίες που θα έχουν συμπληρώσει (3, 6 ή 9 έτη).
Επιπλέον το 72% δηλώνει ότι δεν εργάζεται παραπάνω από το κανονικό του ωράριο, ενώ οι μισοί από αυτούς που αναφέρουν ότι εργάζονται παραπάνω από το κανονικό ωράριό τους δηλώνουν ότι δεν αμείβονται για τις υπερωρίες τους.