Αυξήθηκε η στενότητα στην αγορά εργασίας κατά το α' τρίμηνο του 2024, καθώς γίνεται ολοένα πιο δύσκολο για τις επιχειρήσεις να προσλάβουν το προσωπικό που χρειάζονται, όπως φαίνεται από τη σημαντική ετήσια ποσοστιαία αύξηση των κενών θέσεων εργασίας κατά 115,6%.
Σύμφωνα με την Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική (2023-2024), η στενότητα στην αγορά εργασίας συνέχισε την ανοδική πορεία που παρουσιάζει τα τελευταία έτη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2023 αυξήθηκε η στενότητα στους περισσότερους κλάδους της οικονομίας, ακόμη και σε εκείνους όπου μέχρι πρόσφατα τα ποσοστά κενών θέσεων εργασίας κυμαίνονταν σε πιο χαμηλά επίπεδα, όπως οι κλάδοι των μεταφορών και αποθήκευσης, καθώς και της πληροφορικής και των επικοινωνιών.
Ειδικότερα, ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας το 2023, τα ποσοστά στενότητας είναι υψηλά στα καταλύματα (4,3%), στις κατασκευές (2,6%), και στις επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες (3,0%), ενώ ακολουθούν η μεταποίηση, το εμπόριο και η διαχείριση ακίνητης περιουσίας.
Αντίθετα, η δημόσια διοίκηση και άμυνα, η εκπαίδευση και οι χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες κατέγραψαν τα χαμηλότερα ποσοστά, αν και οριακά αυξημένα.
Για να στηριχθεί η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και να επιτευχθεί σύγκλιση προς το μέσο όρο της ευρωζώνης, είναι απαραίτητο -σύμφωνα με την ΤτΕ- να συνεχιστεί η αύξηση της απασχόλησης με ρυθμούς ανάλογους με αυτούς που καταγράφηκαν στο πρόσφατο παρελθόν.
Εντούτοις, η στενότητα στην αγορά εργασίας, η οποία προσεγγίζει ιστορικώς υψηλά επίπεδα, και η μείωση του ποσοστού ανεργίας έχουν περιορίσει σημαντικά τη δεξαμενή του διαθέσιμου προς πρόσληψη εργατικού δυναμικού από τις επιχειρήσεις.
Συνεπώς είναι απαραίτητες νέες πρωτοβουλίες που θα συμβάλουν στη διατηρήσιμη αύξηση της απασχόλησης, θα περιορίσουν τις στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας μέσω της υλοποίησης νέων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και θα διευρύνουν το εργατικό δυναμικό.
Πώς θα καλυφθούν τα κενά εργατικού δυναμικού
Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στις ομάδες του πληθυσμού που παρουσιάζουν τα χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, όπως μεταξύ άλλων οι γυναίκες, οι νέοι και τα άτομα με αναπηρία, καθώς και στους κλάδους που παρουσιάζουν τα μεγαλύτερα ποσοστά στενότητας, όπως η γεωργία, ο τουρισμός, οι κατασκευές και η μεταποίηση.
Παράλληλα, σημαντικό ρόλο στη σύζευξη των αναγκών της αγοράς εργασίας με τις δεξιότητες των εργαζομένων έχει η διά βίου εκπαίδευση και ιδιαίτερα η τεχνική εκπαίδευση, ενώ και τα προγράμματα κατάρτισης μπορούν να συμβάλουν στην απόκτηση και αναβάθμιση δεξιοτήτων και στην εύρεση εργασίας, καθώς και στην ενσωμάτωση των ευάλωτων ομάδων στην αγορά εργασίας.
Για να καλυφθεί το καίριο κενό εργατικού δυναμικού και δεξιοτήτων στην εγχώρια αγορά εργασίας, είναι σημαντική η ενσωμάτωση μεταναστών, καθώς και η θέσπιση κινήτρων για την αντιστροφή του brain drain και την προσέλκυση εξειδικευμένων μεταναστών.
Ωστόσο, πρέπει να οριστεί το θεσμικό πλαίσιο για τις μεταναστευτικές εισροές και να χαραχθούν οι στρατηγικές και οι πολιτικές για τη σταδιακή και επιτυχή ένταξή τους στην κοινωνία. Χρειάζεται επίσης να ενισχυθούν οι μηχανισμοί για την αντιστοίχιση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, ιδιαίτερα σε τοπικό επίπεδο.
Εξάλλου, η αύξηση του μισθολογικού κόστους καθιστά επιτακτικά αναγκαία τη μείωση ή επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας. Εξίσου απαραίτητες είναι οι παρεμβάσεις για να ενισχυθεί το πλέγμα εναρμόνισης της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, διευκολύνοντας την ένταξη και παραμονή του μη οικονομικά ενεργού πληθυσμού στην αγορά εργασίας, ενώ παράλληλα θα πρέπει να ενταθούν οι έλεγχοι για την καταπολέμηση της αδήλωτης και της υποδηλωμένης εργασίας.
Τέλος, οι πόροι του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας εκτιμάται ότι θα συμβάλουν στην αύξηση των επενδύσεων και στη δημιουργία νέων, υψηλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας, που θα οδηγήσουν σε υψηλότερη οικονομική ανάπτυξη, βελτίωση της αγοράς εργασίας και διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.