Εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις λογίζεται κάθε μορφής εισόδημα, σε χρήμα ή σε είδος, στο πλαίσιο «εργασιακής σχέσης».
Πέρα από τους μισθωτούς, «εργασιακή σχέση» θεωρείται ότι έχουν και οι ελεύθεροι επαγγελματίες που δεν είναι έμποροι και παρέχουν υπηρεσίες το περισσότερο σε τρεις πελάτες ή το 75% τουλάχιστον του εισοδήματος τους παρέχεται σε έναν και μόνο πελάτη.
Ως μισθωτοί φορολογούνται και οι διευθυντές και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου εταιρειών αλλά και όσοι τιμολογούν αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ιδιώτη που δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, ή αλλοδαπή επιχείρηση.
Το εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις φορολογείται με κλιμακωτό συντελεστή που έχει ως εξής:
- Για εισόδημα έως 20.000 ευρώ ισχύει συντελεστής 22%.
- Για εισόδημα από 20.001 έως 30.000 ευρώ ισχύει συντελεστής 29%.
- Για εισόδημα από 30.001 έως 40.000 ευρώ ισχύει συντελεστής 37%.
- Για εισόδημα από 40.001 ευρώ και άνω ισχύει συντελεστής 45%.
Ο φόρος που προκύπτει μειώνεται κατά
- 1.900 ευρώ για φορολογούμενο χωρίς εξαρτώμενα τέκνα
- 1.950 ευρώ για φορολογούμενο με 1 εξαρτώμενο τέκνο
- 2.000 ευρώ για φορολογούμενο με 2 εξαρτώμενα τέκνα
- 2.100 ευρώ για φορολογούμενο με 3 εξαρτώμενα τέκνα
Η μείωση του φόρου ισχύει στις περιπτώσεις που το εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις δεν υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ τον χρόνο. Για ποσά που ξεπερνούν τα 20.000 ευρώ η έκπτωση μειώνεται κατά 10 ευρώ ανά 1.000 ευρώ επιπλέον εισοδήματος.
Βάσει των παραπάνω προκύπτει ο εξής πίνακας:
Τι ισχύει με τις αποζημιώσεις απόλυσης
Οι αποζημιώσεις απόλυσης που καταβάλλονται εφάπαξ στον δικαιούχο υπόκειται σε παρακράτηση φόρου που υπολογίζεται ως εξής:
- Για αποζημίωση μέχρι 60.000 ευρώ δεν επιβάλλεται φόρος.
- Για αποζημίωση από 60.001 έως 100.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος 10%.
- Για αποζημίωση από 100.001 έως 150.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος 20%.
- Για μεγαλύτερο ποσό επιβάλλεται φόρος 30%.
Στις αποζημιώσεις δεν υπολογίζεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης.