«Νικητής» του εγχώριου ξενοδοχειακού δυναμικού, τόσο από άποψη «διείσδυσης» όσο κι από άποψη επιδόσεων αποδεικνύονται τα 4άστερα και τα 5άστερα ξενοδοχεία της Ελλάδας, επιτυγχάνοντας, παρά τις προκλήσεις, να αυξηθούν σε απόλυτο αριθμό αλλά και να καταγράψουν υψηλότερες πληρότητες και τζίρους από το 2019 έως και το 2022. Η εν λόγω συνθήκη μάλιστα, οδηγεί στη γενικότερη αναβάθμιση του ελληνικού τουρισμού, προλειαίνοντας το έδαφος για ακόμα καλύτερες επιδόσεις στη συνέχεια.
Την ποιοτική αναβάθμιση του ελληνικού τουρισμού επισφράγισαν πρόσφατα και τα στοιχεία της Έκθεσης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος καθώς και τα δεδομένα της ετήσιας έρευνας για τον ξενοδοχειακό κλάδο του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος.
Αυξάνοντα και πληθαίνουν τα ελληνικά ξενοδοχεία
Βάσει αυτών, η δυναμικότητα των ελληνικών ξενοδοχείων επεκτάθηκε ικανοποιητικά σε σχέση με τα προ πανδημίας επίπεδα και δεδομένης της παύσης της τουριστικής δραστηριότητας που επέφερε η υγειονομική κρίση.
Συγκεκριμένα το 2022 λειτούργησαν στην Ελλάδα 10.133 ξενοδοχειακές μονάδες, έναντι 9.971 το 2019, καταγράφοντας αύξηση 2%. Ο αριθμός των δωματίων διαμορφώθηκε το προηγούμενο έτος σε 444.597, αυξημένος κατά 3% σε σχέση με τον αριθμό δωματίων που υπήρχε στη χώρα την τελευταία προ πανδημική χρονιά (433.689). Τέλος λίγο μεγαλύτερη - συγκεκριμένα 4% - ήταν η αύξηση του αριθμού των κλινών στα ελληνικά ξενοδοχεία, με τον αριθμό τους να φτάνει τις 886.861 το 2022, έναντι 856.347 το 2019.
Παράλληλα, μεταξύ 2019 και 2022 διαπιστώθηκε αύξηση της δυναμικότητας των ξενοδοχείων, τόσο σε όρους αριθμού δωματίων ανά ξενοδοχείο (44 δωμάτια το 2022 από 43 το 2019), όσο και σε όρους αριθμού κλινών ανά ξενοδοχείο (88 κλίνες το 2022 από 86 το 2019).
Η ποιοτική αναβάθμιση του ξενοδοχειακού δυναμικού
Σε αυτήν την πορεία, τα πεντάστερα ξενοδοχεία κατάφεραν να πρωτοστατήσουν, αυξάνοντας κατά 1% το μερίδιό τους στο σύνολο του ξενοδοχειακού δυναμικού. Για την ακρίβεια το 2022 τα ξενοδοχεία 5 αστέρων αντιπροσώπευαν το 7% του συνόλου των ξενοδοχείων, έναντι 6% το 2019. Σε συνδυασμό μάλιστα με τις μονάδες 3 και 4 αστέρων, τα ξενοδοχεία υψηλότερης κατηγορίας, αποτέλεσαν την προηγούμενη χρονιά το 54% του συνόλου των ξενοδοχείων, έναντι 50% το 2019.
Σημαντικό προβάδισμα είχαν οι εν λόγω μονάδες και από άποψη τζίρου, δεδομένου ότι η Ελλάδα κατάφερε να προσελκύσει τις προηγούμενες χρονιές τουρίστες υψηλότερων εισοδημάτων, αυξάνοντας παράλληλα και την μέση δαπάνη των τουριστών. Να θυμίσουμε ότι βάσει της μελέτης του ΙΤΕΠ ο τζίρος των ξενοδοχείων το 2022 έφτασε τις 8.622,2 εκατ. ευρώ έναντι 8.417,3 εκατ. ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση 2,4%.
Εξ αυτών τα 6.650,1 εκατ. ευρώ ήταν ο τζίρος των τετράστερων και των πεντάστερων ξενοδοχείων ενώ μόλις τα 1.972, 1 εκατ. ευρώ ήταν ο τζίρος των ξενοδοχείων από 1 έως 3 αστέρων.
Εν συγκρίσει μάλιστα με το 2019 ο τζίρος των μονάδων πολλών αστέρων κατέγραψε αύξηση της τάξης του 13,1% έναντι μείωσης 22,3% που κατέγραψε ο τζίρος των καταλυμάτων χαμηλότερων κατηγοριών (1 έως 3 αστέρια).
Ο χάρτης των πεντάστερων
Η ποιοτική αναβάθμιση του ξενοδοχειακού δυναμικού, κρίνεται από τον κλάδο ιδιαιτέρως σημαντική αφού αυξάνει τον πήχη των εσόδων και αναβαθμίζει την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Εξίσου ενθαρρυντική βέβαια για την συνέχεια κρίνεται και η ισόρροπη γεωγραφικά ανάπτυξη της τουριστικής δραστηριότητας, η οποία στην περίπτωση των πεντάστερων μονάδων δείχνει να τα πηγαίνει καλύτερα.
Αρκεί να αναφέρουμε ότι η μεγαλύτερη αύξηση κλινών σε ξενοδοχεία 5 αστέρων εντοπίστηκε στις περιφέρειες Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου, όπου και αναβαθμίστηκαν υπάρχουσες ξενοδοχειακές μονάδες. Σημαντική ανάπτυξη καταγράφηκε βέβαια και στην περιφέρεια Αττικής, πέρα από τις περιφέρειες Κρήτης και Νοτίου Αιγαίου, που είναι οι πρώτες σε αριθμό ξενοδοχείων 5 αστέρων.