Μήνυμα ενότητας και αισιοδοξίας για τις φετινές επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού απέστειλε κατά την πρώτη ομιλία του ως Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), ο κ. Γιάννης Παράσχης, CEO του «ΔΑΑ Ελ. Βενιζέλος» από το βήμα της 31ης Τακτικής Γενικής Συνέλευσης. Την ίδια στιγμή βέβαια, τόσο ο ίδιος όσο και ο απερχόμενος πρόεδρος του ΣΕΤΕ, κ. Γιάννης Ρέτσος, υπογράμμισαν τη νέα κανονικότητα που έχει διαμορφωθεί στον κλάδο, η οποία και επιτάσσει προτεραιοποίηση και στόχευση των δράσεων του συνδέσμου σε συγκεκριμένους τομείς.
Το 2023 θα ξεπεράσει τη χρονιά σταθμό του 2019
«Το 2023 δείχνει ότι θα είναι μια καλή χρονιά για τον Ελληνικό Τουρισμό, που σηματοδοτεί μια δυναμική έξοδο από τη μεγαλύτερη κρίση που βίωσε ο κλάδος μας» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Παράσχης εκτιμώντας ότι τα 18,2 δισ. ευρώ εσόδων και τα 31 εκατ. αφίξεων του 2019, θα ξεπεραστούν. «Ως η πρώτη χρονιά μετά την πανδημία που ξεκίνησε χωρίς ταξιδιωτικούς περιορισμούς ήδη η τρέχουσα χρονιά εξελίσσεται ιδιαίτερα δυναμικά για τον ελληνικό τουρισμό. Είναι ενδεικτική η μέχρι στιγμής πορεία των αεροπορικών αφίξεων εξωτερικού οι οποίες, με βάση τα στοιχεία τόσο του ΙΝΣΕΤΕ για την περιφέρεια όσο και τα δικά μας για το αεροδρόμιο της Αθήνας παρουσιάζουν αύξηση της τάξης του 11% σε σχέση με το 2019. Η αυξημένη ζήτηση λοιπόν για ταξίδι, η δυναμική ανάπτυξη του μεγαλύτερου αριθμού των παραδοσιακών αγορών, καθώς και η εμφάνιση νέων, δυναμικών κατηγοριών ταξιδιωτών αποτελούν σημαντικές ενδείξεις για τη θετική πορεία του τουρισμού κατά τη χρονιά που διανύουμε».
Οι προκλήσεις παραμένουν
Οι καλές επιδόσεις ωστόσο του κλάδου, δεν θα πρέπει να τον εφησυχάσουν, σύμφωνα με τον κ. Παράσχη, δεδομένου μάλιστα ότι οι προκλήσεις δεν έχουν εκλείψει. «Το ευρύτερο διεθνές περιβάλλον εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από μακροοικονομικά και γεωπολιτικά ζητήματα που επηρεάζουν την τουριστική αγορά. Υπάρχουν ακόμη αγορές που είναι κλειστές (όπως Ρωσία, Ουκρανία, Λευκορωσία), αγορές που βρίσκονται σε διαδικασία αργής ανάκαμψης (όπως η Κίνα), ενώ η χρηματοοικονομική αστάθεια και τα προβλήματα των τραπεζών σε μεγάλες οικονομίες, οι μεγάλες ελλείψεις προσωπικού στην αγορά εργασίας διεθνώς, τα ενεργειακά ζητήματα, και η παράλληλη αύξηση των επιπέδων του πληθωρισμού και των επιτοκίων αποτελούν “γκρίζα σύννεφα στον ορίζοντα“. Θα ήταν λοιπόν λάθος να πιστέψουμε ότι η άνοδος των τουριστικών ροών, των εσόδων και η ικανοποίηση των επισκεπτών για τα επόμενα χρόνια είναι δεδομένες. Σήμερα βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι, στο σημείο εκείνο των κρίσιμων επιλογών που θα καθορίσουν την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και την ανάπτυξη στην επόμενη δεκαετία. Νέες τάσεις στις τουριστικές αγορές, τεχνολογικές εξελίξεις, αλλαγές στην αγορά εργασίας, και κυρίως η επιτακτική ανάγκη για την διαμόρφωση ενός τουριστικού προϊόντος με γνώμονα την κοινωνικά και περιβαλλοντικά βιώσιμη ανάπτυξη οφείλουν να ληφθούν υπόψη και να συμπεριληφθούν σήμερα στον στρατηγικό σχεδιασμό του αύριο για τον ελληνικό τουρισμό» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Μήνυμα ενότητας
Η προσπάθεια, όπως τόνισε, θα πρέπει να είναι συντονισμένη, εντατική και εμπνευσμένη και να περιλαμβάνει μια ισορροπημένη εκπροσώπηση όλων των φορέων των κλάδων που σχετίζονται άμεσα κι έμμεσα με την ανάπτυξη του τουρισμού. Κάτι που αποτέλεσε και κεντρικό ζητούμενο όλων των μελών του Συνδέσμου, και ειδικά όσων προέρχονται από κλάδους πέραν των ξενοδοχείων αλλά και των μεγάλων επιχειρήσεων, κατά την χθεσινή γενική συνέλευση. «Προερχόμενος από το χώρο των αερομεταφορών, έχω πλήρη επίγνωση ότι οι σημερινές επιλογές της Γενικής Συνέλευσης σχετικά με την σύνθεση του νέου Διοικητικού Συμβουλίου και τον Πρόεδρο, εκφράζουν την εξέλιξη του ΣΕΤΕ, ο οποίος ως σύγχρονος κοινωνικός εταίρος καλείται να εκπροσωπήσει το σύνολο των παραδοσιακών δραστηριοτήτων αλλά και των νέων τάσεων και των εκπροσώπων τους, σε μια διευρυμένη αντίληψη για το Ελληνικό Τουριστικό Επιχειρείν» σημείωσε ο κ Παράσχης. Συμπλήρωσε δε ότι στο τραπέζι των συζητήσεων για την επόμενη ημέρα του κλάδου θα πρέπει να καθίσουν τόσο η νέα κυβέρνηση όσο και οι τοπικές κοινωνίες, οι επιχειρηματίες και οι εργαζόμενοι του κλάδου και να θέσουν σε προτεραιότητα πέντε βασικούς πυλώνες που θα αποτελέσουν για τους κεντρικούς άξονες των δράσεων του ΣΕΤΕ για την επόμενη περίοδο.
Οι τομείς προτεραιότητας για τη συνέχεια
- επενδύσεις και ανταγωνιστικότητα
Ο πρώτος εξ αυτών αφορά στις επενδύσεις και στην διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας, κάτι που η σημερινή ακριβότερη χρηματοδότηση (ελλείψει επενδυτικής βαθμίδας) σε συνδυασμό με το κόστος της γραφειοκρατίας αλλά και τα θέματα φορολογικών επιβαρύνσεων σε σχέση με τους Ευρωπαίους ανταγωνιστές μας, αποτελούν τις μεγάλες προκλήσεις για την τουριστική επιχειρηματικότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι αδήρρητη η ανάγκη για ενιαίο ΦΠΑ σε τουρισμό και μεταφορές στο 11%, κοντά στα επίπεδα των Ευρωπαίων ανταγωνιστών,η επίλυση της χρονίζουσας εκκρεμότητας του χωροταξικού ζητήματος με συγκεκριμένες χρήσεις γης και με θεσμικές προϋποθέσεις που να διασφαλίζουν ένα αξιόπιστο περιβάλλον επενδύσεων με «ασφάλεια δικαίου», η ρύθμιση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, ώστε να διαχωρίζεται η επαγγελματική δραστηριότητα από την περιστασιακή ιδιωτική εκμετάλλευση καθώς και η αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, του ΕΣΠΑ της περιόδου 2021-2027, και του νέου Αναπτυξιακού Νόμου.
Τα ζητήματα αυτά θα αποτελέσουν προτεραιότητες του ΣΕΤΕ για τη προσέλκυση και ανταγωνιστική λειτουργία νέων τουριστικών επενδύσεων τα επόμενα χρόνια.
- υποδομές
Έμφαση την επόμενη ημέρα θα πρέπει να δοθεί και στην βελτίωση των υποδομών, δεδομένου ότι οι υφιστάμενες δεν επαρκούν για να καλύψουν τις απαιτήσεις της αύξησης των ροών προς το 2030. «Εάν δε προσδοκούμε σε ποιοτική αναβάθμιση του προϊόντος με όρους βιώσιμης ανάπτυξης τόσο για τους κατοίκους όσο και για τους επισκέπτες» συμπλήρωσε ο κ. Παράσχης Στάθηκε μάλιστα σε μία πρόταση που αφορά στο τεράστιο έλλειμμα συνεδριακής υποδομής στην Αθήνα. Ένα έλλειμμα που, όπως εξήγησε, οδηγεί σε απώλειες θέσεων εργασίας και εσόδων, που καθιστά δυσχερή έως αδύνατη την προσέλκυση μεγάλων συνεδρίων στην πόλη και δεν επιτρέπει την άμβλυνση του φαινομένου της εποχικότητας. «Η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του ΕΣΠΑ 2021-2027 αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία την οποία οφείλει να αξιοποιήσει το κεντρικό κράτος και η τοπική αυτοδιοίκηση για να αποφύγουμε μια ασύμμετρη και κατ’ επέκταση μη βιώσιμη ανάπτυξη» ανέφερε εστιάζοντας στην ορθή διαχείριση των προορισμών και την περαιτέρω ανάπτυξή τους ακολουθώντας ένα πρακτικό και ρεαλιστικό μοντέλο Οργανισμών Διαχείρισης Προορισμών (των γνωστών DMOs).
- αγορά εργασίας
Σε πρώτο πλάνο θα πρέπει να τεθεί και η αγορά εργασίας, με δεδομένο το οξύ δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, σύμφωνα με τον κ. Παράσχη.
Για να μην αποτελέσει δομικό πρόβλημα τα επόμενα χρόνια, θα πρέπει να υπάρξουν καινοτόμες παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας, που θα περιλαμβάνουν από προγράμματα προσέλκυσης εργαζομένων έως προγράμματα κατάρτισης και συνεχούς βελτίωσης δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού. Σε αυτό το πλαίσιο κρίνεται επιτακτική και η ενίσχυση και ο εκσυγχρονισμός των εκπαιδευτικών δομών για τον τουριστικό κλάδο.
«Ένα είναι σαφές. Ότι ικανοποιημένοι επισκέπτες δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς ικανοποιημένους εργαζόμενους στον κλάδο του τουρισμού. Το ανθρώπινο κεφάλαιο παραμένει ο πιο κρίσιμος παράγοντας που διαμορφώνει το προϊόν μας» τόνισε ο κ. Παράσχης.
- βιωσιμότητα
Τέλος οι δράσεις για την συνέχεια θα πρέπει να επικεντρωθούν και στη βιώσιμη ανάπτυξη και την περιβαλλοντική υπευθυνότητα, οι οποίες αποτελούν πλέον κεντρικές κατευθύνσεις για την μέλλον του Τουρισμού διεθνώς.
«Η βιωσιμότητα είναι μία από τις βασικές τάσεις που καθορίζουν τις επιλογές του σημερινού καταναλωτή και ταξιδιώτη, ειδικότερα δε στις ηλικίες 18 έως 35 που αναδύονται πλέον ως το δυναμικότερο κομμάτι της τουριστικής αγοράς, ταξιδεύοντας όλο και περισσότερο, επιλέγοντας συνειδητά τη συλλογή εμπειριών και όχι αγαθών, σε αντίθεση με προηγούμενες γενιές. Παράλληλα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το Πρόγραμμα «Fit for 55», ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά τουλάχιστον 55% μέχρι το 2030 επηρεάζει και θα επηρεάζει όλο και περισσότερο το ταξίδι και τον τουρισμό. Βλέποντας όμως την μεγάλη εικόνα, πρέπει να παραδεχθούμε ότι στον τομέα αυτόν η χώρα μας υστερεί.
Εάν δούμε τον Δείκτη Περιβαλλοντικής Βιωσιμότητας, τον Environmental Sustainability Index που δημοσιεύει η Ευρωπαϊκή Ένωση, με μέσο δείκτη στην Ευρώπη το 100, οι ανταγωνιστές μας Ιταλία και Ισπανία βρίσκονται στο 121 και στο 105 αντίστοιχα, ενώ Η Ελλάδα αξιολογείται μόνο στο 72.
Η διαμόρφωση λοιπόν ενός βιώσιμου και περιβαλλοντικά υπεύθυνου τουριστικού προϊόντος αποτελεί μονόδρομο εάν θέλουμε ο ελληνικός τουρισμός να συνεχίσει την θετική του πορεία και το BRAND Ελλάδα να διατηρηθεί στην κορυφή». Εστιάζοντας στη βιωσιμότητα, ο νέος πρόεδρος του ΣΕΤΕ προανήγγειλε την πρωτοβουλία του Συνδέσμου για τη δημιουργία ενός Προγράμματος Βιώσιμης Τουριστικής Ανάπτυξης, και την καθιέρωση αντίστοιχης εισηγητικής επιτροπής προς το Διοικητικό Συμβούλιο. Σχεδιάζουμε συνειδητά και υπεύθυνα αυτήν την πρωτοβουλία αυτορρύθμισης του κλάδου, πεπεισμένοι ότι η βιωσιμότητα δεν είναι μόνο αναγκαιότητα αλλά θα αποδειχθεί και σωστή επιχειρηματική επιλογή – ένα θετικό business case. Στον δρόμο αυτό, η πράσινη μετάβαση πρέπει να στηριχτεί έμπρακτα και με απλές διαδικασίες από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία τόσο για τις μεγάλες όσο και τις μικρομεσαίες τουριστικές επιχειρήσεις», τόνισε ο Γ. Παράσχης.
Στόχος της προσπάθειας αυτής θα είναι η παροχή μεθοδολογίας και εργαλείων που θα επιτρέπουν μέσα από συγκεκριμένα βήματα την στοχοθέτηση, την υλοποίηση και τη πιστοποίηση της εξέλιξης των τουριστικών επιχειρήσεων προς την βιωσιμότητα και τους μηδενικούς ρύπους, όπως εξήγησε ο κ. Παράσχης