Οι νεαροί Βρετανοί ηλικίας 18-24 ετών βρίσκονται ολοένα και περισσότερο αντιμέτωποι με ψυχικές νόσους, οι οποίες εμποδίζουν σε μεγάλο βαθμό την είσοδό τους στην αγορά εργασίας, σύμφωνα με μια έρευνα του κέντρου μελέτης Resolution Foundation, που δημοσιεύτηκε σήμερα.
Οι νέοι έχουν σήμερα «τη χειρότερη ψυχική υγεία από όλες τις ηλικιακές ομάδες» και το κέντρο μελέτης απευθύνει έκκληση για τη λήψη μέτρων εκ μέρους της κυβέρνησης για να αντιμετωπιστεί αυτή η μάστιγα και να αποφευχθεί το ενδεχόμενο μιας «χαμένης γενιάς».
Το διάστημα μεταξύ 2021 και 2022, όταν η χώρα εξερχόταν από την επιδημία του κορονοϊού και μακρές περιόδους καραντίνας, το 34% των νέων ηλικίας 18-24 ετών εκδήλωσε συμπτώματα όπως κατάθλιψη, άγχος ή διπολικές διαταραχές. Ένα ποσοστό αυξημένο σε σχέση με εκείνο που καταγράφηκε το 2000 (24%).
Οι νεαρές γυναίκες είναι πολύ περισσότερο εκτεθειμένες σε αυτές τις διαταραχές (41%) σε σύγκριση με τους νεαρούς άνδρες (26%), σημειώνει η έρευνα.
Υπογραμμίζει, επιπλέον, πως πέραν της πανδημίας, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα φαινόμενα παρενόχλησης που αυτά ενθαρρύνουν διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στην έξαρση των ψυχικών ασθενειών στους νέους.
Όμως, η έρευνα τονίζει επίσης ότι «η (πολύ ευπρόσδεκτη) μείωση του στιγματισμού των προβλημάτων ψυχικής υγείας τα τελευταία χρόνια δείχνει ότι περισσότεροι νέοι έχουν την τάση σήμερα να γνωστοποιούν τα συμπτώματά τους σε σύγκριση με το παρελθόν».
Αυτές οι δυσκολίες, πέραν του αντίκτυπου στην προσωπική ζωή των νέων, έχουν επιβλαβείς συνέπειες στην επαγγελματική διαδρομή τους, τα εισοδήματά τους και επιπτώσεις στους εργοδότες και τα οικονομικά του Κράτους, συνεχίζει η Resolution Foundation.
Η έρευνα διαπιστώνει ότι οι νέοι που πάσχουν από ψυχικές νόσους είναι όλο και συχνότερα άνεργοι και καταλαμβάνουν χαμηλόμισθες θέσεις απασχόλησης σε σύγκριση με άλλους νέους της ίδιας ηλικίας.