Στην πρώτη θέση παρέμεινε το Χρηματιστήριο Αθηνών σε δύο χρονικές βάσεις σύγκρισης, τόσο για το δεύτερο τρίμηνο όσο και για ολόκληρο το 2023 - μεταξύ των 38 assets (μετοχές, ομόλογα, FX και εμπορεύματα) που εξετάζει η Deutsche Bank, υπεραποδίδοντας σημαντικά έναντι των μεγάλων διεθνών αγορών.
Συγκεκριμένα, το Χρηματιστήριο καταλαμβάνει την πρώτη θέση τόσο για το δεύτερο τρίμηνο, καταγράφοντας άνοδο 22,9%, όσο και από τις αρχές του έτους, έχοντας ενισχυθεί κατά 39,9%, αφήνοντας το Nasdaq στη δεύτερη θέση με άνοδο της τάξεως του 32,3% για το 2023. Επιπλέον, η εγχώρια αγορά κατάφερε να διαχωρίσει σημαντικά τη θέση και την πορεία της, έναντι των μεγάλων ευρωπαϊκών αγορών, καθώς ο Stoxx 600 «αποχαιρέτησε» το δεύτερο τρίμηνο με άνοδο 2,7%, ο DAX ενισχύθηκε κατά 3,3%, ο FTSE 100 κινήθηκε κατά 0,4% χαμηλότερα, ενώ με θετικό πρόσημο έκλεισαν τόσο ο FTSE MIB όσο και ο IBEX 35.
Ευρύτερα και σύμφωνα με τους αναλυτές της Deutsche Bank, μετά το πρώτο τρίμηνο που εξελίχθηκε σε γενικές γραμμές, θετικά για τις αγορές ακολούθησε το δεύτερο τρίμηνο που κυριάρχησαν πιο μεικτά πρόσημα. Ορισμένα περιουσιακά στοιχεία κινήθηκαν πολύ καλά, με τις μετοχές του κλάδου τεχνολογίας να καταγράψουν μια ισχυρή υπεραπόδοση, χάρη στον ενθουσιασμό που «πυροδοτήθηκε» γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη. Αυτό πέρασε και σε άλλα assets υψηλότερου ρίσκου ενώ και η μεταβλητότητα συνέχισε να υποχωρεί, καθώς δεν υπήρχαν ενδείξεις μιας ευρύτερης μετάδοσης και διάχυσης των τραπεζικών πιέσεων που καταγράφηκαν τον Μάρτιο. Ωστόσο, τα κρατικά ομόλογα έχασαν έδαφος, καθώς ο πληθωρισμός παρέμεινε σε επίμονα σταθερά και υψηλά επίπεδα και οι κεντρικές τράπεζες συνέχισαν να αυξάνουν τα επιτόκια.
Τα εμπορεύματα δυσκολεύτηκαν επίσης σε κάποιο βαθμό, με τις τιμές του αργού Brent να υποχωρούν για τέταρτο συνεχόμενο τρίμηνο. Ωστόσο, όπως αναφέρει ο γερμανικός οίκος, συνολικά, καταγράφηκε ένα από τα πιο ομοιόμορφα τρίμηνα εδώ και αρκετό διάστημα σε όρους απόδοσης, με 22 από τα 38 non currency assets στο δείγμα που εξετάζει να ολοκληρώνουν το δεύτερο τρίμηνο σε θετικό «έδαφος». Επιπλέον, μέσω του ισχυρού πρώτου τριμήνου τα περισσότερα assets κατάφεραν να διατηρήσουν το θετικό τους πρόσημο από τις αρχές του έτους και πιο συγκεκριμένα τα 31 από τα 38.
Παρά τις ανησυχίες γύρω από την πορεία του πληθωρισμού sell off στα κρατικά ομόλογα, τα υψηλότερου ρίσκου περιουσιακά στοιχεία είχαν ως επί το πλείστον ένα αξιοπρεπές δεύτερο τρίμηνο. Για παράδειγμα, ο S&P 500 κατέγραψε άνοδο 8,7% σε όρους συνολικής απόδοσης, που ακολουθείται από μια άνοδο 7,5% από το πρώτο τρίμηνο και σηματοδοτεί το καλύτερο τρίμηνο από το τέταρτο του 2021. Στην Ιαπωνία, ο Nikkei (18,5%) σημείωσε τη δεύτερη υψηλότερη τριμηνιαία επίδοση της τελευταίας δεκαετίας και είναι ένα από τα ελάχιστα χρηματοοικονομικά assets που κινείται θετικά σε μηνιαία βάση μέχρι στιγμής κατά το τρέχον έτος. Στην Ευρώπη, ο Stoxx 600 (2,7%) κινήθηκε πιο υποτονικά, καταγράφοντας εκ νέου την τρίτη διαδοχική τριμηνιαία άνοδό του.
Σε κλαδικό επίπεδο, οι μετοχές του κλάδου τεχνολογίας υπεραπέδωσαν και πάλι, με τον Nasdaq να σημειώνει άνοδο 13,1% και τον δείκτη «FANG+», των μετοχών τεχνολογίας mega - cap να σημειώνει άνοδο 25,2%. Αυτό οφείλεται στον έντονο ενθουσιασμό γύρω τις δυνατότητες της τεχνητής νοημοσύνης στη βελτίωση της παραγωγικότητας και την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης, με τη μετοχή της Nvidia να καταγράφει «ράλι» 52,3% στο δεύτερο τρίμηνο.
Μάλιστα, τα κέρδη στη μετοχή διευρύνονται σε ετήσια βάση και μάλιστα κατά πολύ, καθώς φτάνουν στο 189,5%. Ωστόσο, με τις τμετοχές του κλάδου να έχουν υπεραποδώσει κατά πολύ, αξίζει να σημειωθεί ότι ο ισοσταθμισμένος S&P 500 δεν κινήθηκε και τόσο καλά, σημειώνοντας άνοδο, κάτι λιγότερο από 4% κατά το δεύτερο τρίμηνο.